XXXIX Άνοδος και Πτώση ενός Ήρωα

222 13 127
                                    

~Ντεζά Βι από το 2016, που είχα πει την ίδια ατάκα. Γινόταν να μην ανεβάσω κεφάλαιο στα γενέθλια μου; 🤣🤣~

Στη σπηλιά του Χείρωνα, στο Βουνό των Κενταύρων, με θέα την αλλοτινή Πόλη της Ιωλκού και φόντο ένα ταπεινό οίκημα με άπλετη δροσιά κι αρχέγονα μυστικά ίασης, ελάχιστοι ανέμεναν να δημιουργηθεί ένας δεσμός απαράβατος, μια αγάπη βαθιά, ουσιαστική κι άρρηκτη, ένας έρωτας ολέθριος, σαρωτικός, συναρπαστικός.

Ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος· εξαρχής καταδικασμένοι μα συνδεδεμένοι άτιγκτα, αναπόδραστα, χωρίς σωτηρία ή επανόρθωση. Αυτοί αφιερώθηκαν στο αδύνατον κι ο καθείς πλήρωνε το βαρύ τίμημα. Ο Αχιλλέας θα πέθαινε νέος, ο Πάτροκλος θα έμενε πίσω και θα θλιβόταν, μέσα στην πολυχρωμία της φύσης και την κενότητα της ψυχής, αφού το έτερον ήμισυ θα απουσίαζε διά παντός.

Τα δυο μόλις χρόνια που έζησαν στο Πήλιο, από τα δέκατα τρίτα μέχρι τα δέκατα πέμπτα γενέθλια τους, σημάδεψαν τη ζωή αμφοτέρων. Επρόκειτο για τα πιο ξέγνοιαστα, αληθινά, ευτυχισμένα χρόνια τους. Εκεί, δεν ήταν πρίγκιπες· δεν ήταν ο ημίθεος γιος μιας Θεάς κι ένας παιδικός του φίλος. Ήταν δυο άνθρωποι, δυο σώματα ελεύθερα, αποδεσμευμένα από όποιον ενδοιασμό, δισταγμό κι αισχύνη, ανήκαν στους εαυτούς και στις αγνές ψυχές τους. Διότι ο Πάτροκλος το γνώριζε· όσο επιδέξιος πολεμιστής και σφαγέας ήταν ο Αχιλλέας, όσο άπιαστος δρομέας, τόσο ισχυρά, με ανείπωτη θέρμη κι αφοσίωση, αγαπούσε. Αφηνόταν στην παραζάλη του έρωτα με την ίδια ορμή που ίππευε, τόξευε ή σήκωνε δόρατα θεόρατα.

Είχαν ανταλλάξει φιλία παθιασμένα, στιγμές κλεμμένες μα παγωμένες στην αιωνιότητα· εκείνες συμβόλιζαν την αγνότητα της αγάπης τους, εκείνες μόνο αποδείκνυαν την πανίσχυρη σύνδεση τους, τι κι αν μόνο οι δυο τους γνώριζαν.

Κι η Θέτις, βέβαια. Κι εκείνη γνώριζε· η Θεά μπορούσε με μια ματιά να αναγνώσει τις σκέψεις του παιδιού της και με μια μυρωδιά να αδράξει την οσμή του πάνω στον ιδρώτα του Πάτροκλου. Μα αφού δεν ανησυχούσε ο Αχιλλέας, ο θνητός παρέμενε ήσυχος εξίσου.

Όταν μαθεύτηκαν τα νέα του πολέμου, χωρίστηκαν βίαια. Η Θέτις ήρθε, πήρε τον γιό της χωρίς εξηγήσεις και τον έκρυψε καλά, ώστε κανένας δε θα τον έβρισκε. Ο Πάτροκλος γύρισε στο σπίτι του πατέρα του, ζούσε ήρεμα και περίμενε καρτερικά, με γλυκόπικρη αδημονία κι απίστευτη προσμονή να ανταμώσει ξανά τον αγαπημένο του φίλο.

Ο Τρωικός Πόλεμος [Cover By -truesoul]Where stories live. Discover now