39. "Σου Πάει."

752 85 159
                                    

«Εσένα δηλαδή δεν σου φαίνεται περίεργο που μας είπε να πάμε για καφέ οι τρεις μας;» μουρμουράει ο Πέτρος.

«Το ξέρεις ότι σε ακούω, έτσι;» λέω το αυτονόητο.

«Για να με ακούσεις το είπα.» κοροϊδεύει.

Σπρώχνω τη πόρτα για να περάσουμε με ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη «Προχώρα και άσε τα πολλά-πολλά.» ύψωνει τα χέρια ως ένδειξη παραίτησης και μπαίνει μέσα με τη Νίκη να τον ακολουθεί.

Καθόμαστε σε μια γωνιά και προσπαθώ με κάθε τρόπο να αγνοήσω το γεγονός πως εδώ είναι το στέκι του Βασίλη.

Ο αδερφός μου και οι ιδέες του...

«Μην με κοιτάτε έτσι.» αναφωνω ενοχλημένη.

«Έχεις καταλάβει ότι μουρμουράς εδώ και πέντε λεπτά;» λέει η Νίκη.

«Όντως;»

«Ναι, κάτι για τη τύχη σου.» κουνάω το κεφάλι μου και φέρνω τα χέρια μπροστά μου, σταυρωνοντας τα.

«Μην προσπαθείτε να αλλάξετε θέμα.»

«Είσαι ηλιθια; Γιατί είχαμε θέμα συζητήσεις για να το αλλάξουμε κιόλας;» λέει ο αδερφός μου.

Ωστόσο τον αγνοώ «Τι μου κρύβετε εσείς οι δύο.» ρωτάω ευθέως.

«Γιατί πρέπει να κρύβουμε κάτι μωρέ;» παραπονιέται η Νίκη. Την ρίχνω μια ματιά όλο νόημα και γυρίζει να κοιτάξει αλλού, σαν να μην καταλαβαίνει.

Ε, φυσικά, αφού δεν σε συμφέρει.

«Ποιος απ' τους δύο θα ξεκινήσει;» ρωτάω.

«Ο Πέτρος.» πετάγεται η Νίκη. Εκείνος την αγριοκοιτάζει.

«Δεν λες πάλι καλά που κρατήθηκα τόσο καιρό.» κάνει θιγμενη. Εκείνος κουνάει το κεφάλι του απελπισμένος και γυρίζει να με κοιτάξει.

«Δεν μπορώ να σου πω.» λέει απλά.

«Που χάθηκε η αδελφική αλληλεγγύη ρε Πέτρο;»

«Πουθενά, πότε δεν είχαμε.» χαμογελάει πονηρά.

«Χα-χα.» κάνω ειρωνικά «Τώρα πες τι ξέρεις.» επιμένω.

«Όχι.» λέει πονηρά.

«Βρε ίδιος ο Άλκης.» πετάω.

«Δεν θα σου πω πράγματα που δεν είναι η θέση μου να στα πω.»

Άρα καλά είχα καταλάβει...

«Ωραία, μόλις μου επιβεβαιώσες πως έχει να κάνει με τον Άλκη.» με αγριοκοιτάζει «Τι έκανε αυτή τη φορά;» ρωτάω.

What IfΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα