55. "Φεύγω."

724 80 49
                                    

«Και που λες...» κάθομαι απέναντι του, αφήνοντας δύο κούπες αχνιστό καφέ στο τραπέζι ανάμεσά μας. Παίρνει τη μια, ευχαριστώντας με και πίνει δυο-τρεις γουλιες πριν αρχίσει να μιλάει.

«Τι ήταν το χθεσινό;» ρωτάει χωρίς περιστροφές.

«Μην το σκέφτεσαι τόσο...»

«Σελήνη, δεν ήρθα με κανέναν τέτοιο σκοπό χθες, δεν το είχα καν στο μυαλό μου.» θυμίζει «Οπότε, μην μου λες να μην το σκέφτομαι τόσο ενώ εσύ η ίδια, με κάθε ευκαιρία, μου υπενθυμίζεις πως όλο αυτό είναι αποκλειστικά φιλικό, τίποτα παραπάνω.»

«Ναι, έχεις δίκιο σε αυτό, αλλά-»

«Δεν έχει αλλά!» με διακόπτει «Τι ήταν το χθεσινό;» ρωτάει με σταθερή φωνή.

«Περάσαμε καλά.» ακούγεται περισσότερο σαν ερώτηση.

«Εντάξει τότε.» σηκώνεται όρθιος και αρχίζει να μαζεύει τα πράγματά του.

«Τι κάνεις;» ρωτάω έκπληκτη όταν πλησιάζει τη πόρτα.

«Φεύγω.» δηλώνει.

«Γιατί;!»

«Γιατί, Σελήνη, αν θέλεις μια ξεπέτα, αυτό είναι που ακολουθεί την επόμενη μέρα.»

«Είσαι έξαλλος.» παρατηρώ.

«Φυσικά και είμαι!» παραδέχεται «Τι περίμενες;»

«Τι σε πείραξε τόσο;!» λέω αγανακτησμένη.

«Το γεγονός ότι μου συμπεριφέρεσαι σαν να είμαι κάνα τσογλάνι που γνώρισες σε ένα μπαρ και μετά το έφερες σπίτι σου.» λέει.

«Δεν συνηθίζω να φέρνω αγνώστους στο σπίτι μου, πόσο μάλλον «τσογλάνια» που γνωρίζω σε μπαράκια.»

«Ωραία, τότε σταματά να φέρεσαι λες και είναι μια ρουτίνα για εσένα.»

«Σταμάτα να διαστρεβλώνεις κάθε μου λέξη!» λέω εμφανώς τσαντισμένη.

«Έλα, Σελήνη, έχω μεγαλώσει λίγο γι'αυτά.» κάνει σχεδόν απαξιωτικά.

«Α, μπα; Εσύ; Πότε;» το μυαλό μου δεν πρόλαβε τη μεγάλη μου γλώσσα...

«Ασε μας ρε Σεληνάκι.» ο τόνος του ωστόσο δεν έχει ίχνος ειρωνείας «Υπήρξα μαλάκας στο παρελθόν, αλλά θα πρέπει κάποια στιγμή να παίξεις κι άλλο χαρτί, αυτό κάπως έχει παλιώσει.»

«Μάλιστα.» εμ δεν έχω απάντηση να δώσω, εμ θέλω να έχω τον τελευταίο λόγο.

Έχω πάθει Νίκη!

«Δεν είναι απάντηση αυτό.»

«Τι θες να σου πω ρε Βασίλη;» λέω.

What IfΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα