Κεφαλαιο 39

413 30 355
                                    

Ο Χάρι δεν κοιμήθηκε εκείνο το βράδυ. Ούτε το επόμενο, ούτε το μεθεπόμενο. Αν και εξαντλημένος, δεν μπορούσε να αφεθεί στην αγκαλιά του Ύπνου με τίποτα. Οι σκέψεις του δεν τον άφηναν σε ησυχία, τον κυνηγούσαν προσπαθώντας να τον παγιδεψουν και τα κατάφερναν πολύ καλά. Ανήμπορος να διαφύγει τις επέμενε θέλοντας και μη. Για αυτό προτιμούσε να μην σκέφτεται καθόλου και περνούσε την μέρα του κοιτώντας το κενό λες και περίμενε ότι ξαφνικά όλα θα λυθούν και θα γίνουν όπως πριν. Ήθελε όμως να γίνουν όλα όπως πριν;

Ναι. Θα έδινε και την ψυχή του για να διώξει το βάρος και την δυστυχία από πάνω του, να απαλλαγεί από της τύψεις και τα δάκρυα και να χαμογελάσει ξανά, έστω και για μια στιγμή. Πάλευε όλη του την ζωή και είχε κουραστεί. Μαχητής, από την μέρα που γεννήθηκε, δεν είχε σταματήσει στιγμή να έρχεται αντιμέτωπος με εμπόδια και να τα ξεπερνάει. Μα είχε φτάσει στα όρια. Πόσο ακόμα να παλέψει; Δεν θα άντεχε. Έτσι του ερχόταν να τα ξεχάσει όλα, να επιλέξει για μια φορά τον εύκολο δρόμο και να γυρίσει πίσω, εκεί που ακόμα χαμογελούσε. Θα μπορούσε πολύ εύκολα να συγχωρεσει τον Ντράκο και να συνεχίσουν την ζωή τους με γέλια και χαρές.

Αλλά δεν το έκανε.

Ήταν σαν να πνιγόταν, να του τελείωσε το οξυγόνο και πουθενά να μην υπήρχε κάτι να στηριχτεί, λίγη γη μέσα στο απέραντο γαλάζιο της θάλασσας. Τίποτα εκτός από ένα σωσίβιο δίπλα του που τον παρακαλούσε να τον βοηθήσει μα εκείνος το αγνοούσε επειδή δεν του άρεσε το χρώμα ή το σχήμα.

Αναρωτιόταν ώρες ώρες, ο πατέρας του θα συγχωρούσε τον Πίτερ Πέτιγκριου;

Αν έβρισκε απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα μπορούσε να βρει λύση στο πρόβλημα του μα η απάντηση έμενε μετέωρη στον αέρα και άπιαστη, λες και κάθε φορά που πήγαινε να την πιάσει, ξεγλιστρουσε μέσα από τα χέρια του και χάνονταν και πάλι.

"Χάρι" ακούστηκε μια φωνή που τον έκανε να αναπηδησει. Είχε πάλι χαθεί στις σκέψεις του, καθισμένος σε μια πολυθρόνα στο εντευκτήριο, υπομενοντας το μαρτύριο που επέβαλε στον εαυτό του. Αχ και να μπορούσε να σταματήσει κάπως όλες αυτές τις σκέψεις που τον δηλητηριαζαν.

"Χάρι;"

Το αγόρι σήκωσε το κεφάλι του και αντίκρισε την κενή έκφραση του Ρον. Τα κάποτε γαλανά μάτια του φίλου του είχαν ξεθωριάσει, ίσως προσωρινά, και δεν είχαν την σπιρτάδα που είχαν κάποτε. Ήταν και αυτός σαν χαμένος και δεν ήξερε πως να διαχειριστεί την κατάσταση. Δεν είναι και λίγο να μένεις χωρίς αδερφή από την μια στιγμή στην άλλη.

Έναστρη Νύχτα // Drarry ✔Where stories live. Discover now