16ο) Επίλογος

193 10 6
                                    

16_ Η ζωή, η αγάπη και η μοίρα_
[ της Μαρίας Νικολάου ]

Ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΠΑΛΚΟΝΑΚΙ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΟΝ
ΠΡΩΙΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΥ ΚΑΦΕ. Είναι πολύ πρωί ακόμα. Τα στενά του
νησιού δεν έχουν γεμίσει και μια υπέροχη σιωπή πλανάται ανάμεσα στα σπίτια.
Άλλωστε είναι Μάης, ακόμα κι οι τουρίστες είναι λιγοστοί. Επειδή όμως είναι
σαββατοκύριακο το καφενείο θα πρέπει να ανοίξει από νωρίς.
Οι μυρωδιές πολλές. Τόσο έντονες που καταφέρνουν να αποσπούν την προσοχή
του από τις σκέψεις του. Ο φούρνος, δίπλα ο βασιλικός στο τραπεζάκι του, τα
γιασεμιά στην ξύλινη σκεπή του απέναντι σπιτιού. Το αεράκι της θάλασσας
στριμώχνεται ανάμεσα στα στενά και βρίσκει τον δρόμο για να χαϊδέψει το
πρόσωπό του. Όλα συνθέτουν ένα σκηνικό ελληνικής ταινίας. Συνθέτουν μια εποχή
αθωότητας, μια εποχή καθαρή, αμόλυντη και παλιά.
Την ησυχία σπάει μια φωνή. Μια γυναίκα κι ένας άντρας τρέχουν προς την
παραλία.
«Άλκη, συγνώμη…», φωνάζει με δάκρυα η κοπέλα.
Και χάνονται στα στενά. Τους καταπίνει το πράσινο και το μπλε και με μιας
γίνονται παρελθόν.
«Τι να έγινε άραγε;», αναρωτιέται και του έρχεται στο νου ένας άλλος Άλκης. Το
πρώην αφεντικό της Βάσιας. Θυμάται εκείνη την μέρα που συναντήθηκαν στον
διάδρομο του νοσοκομείου, ενώ μέσα στο δωμάτιο ο κυρ Μιχάλης πάλευε για την
ζωή του.
Σκέφτηκε τι συμπτώσεις καμιά φορά πλέκει η ζωή. Άραγε να είναι η μοίρα ή
κάτι απλά τυχαίο;
Ο κυρ Μιχάλης είχε ένα γιο. Αγνοούσε όμως την τύχη του. Ήταν καρπός ενός
εφηβικού έρωτα. Επειδή όμως ήταν πολύ νέοι κι οι δύο κι οι εποχές σκληρές και
δύσκολες το παιδί δόθηκε για υιοθεσία. Μεγάλωσε ευτυχισμένα. Οι θετοί γονείς του
πρόσφεραν τα πάντα, τον σπούδασαν και τον στήριξαν πολύ, σαν δικό τους παιδί.
Όταν τους έχασε έμαθε την αλήθεια για τους πραγματικούς γονείς του κι έτσι και
τους αναζήτησε.
Η φυσική του μητέρα είχε πεθάνει. Μετά από πολύ προσπάθεια οδηγήθηκε στον
κυρ Μιχάλη. Εκείνη την μέρα στο καφενείο του το αποκάλυψε. Ο κυρ Μιχάλης,
ήταν ένας άνθρωπος βασανισμένος με ασθενική καρδιά και δεν άντεξε τα μαντάτα.
Σωριάστηκε στο άκουσμά τους. Ευτυχώς ο Άλκης του πρόσφερε τις πρώτες βοήθειες
κι έτσι σώθηκε. Νοσηλεύτηκε για αρκετό καιρό αλλά μπόρεσε να ανακάμψει και να
επανέλθει κανονικά πίσω στο καφενείο του.
Αυτός ήταν κι ο λόγος που ο κυρ Μιχάλης είχε τόση αδυναμία στον Στέλιο.
Πάντα είχε στο μυαλό του τον χαμένο του γιο. Είχε την ίδια ηλικία με τον Στέλιο.
Για αυτό τις κρίσιμες ώρες του τον ζήτησε κοντά του. Τον είχε σαν δικό του παιδί.
Τον ένοιωθε σαν γιο του.
Η ίδια μοίρα που ένωσε τον Στέλιο με τον κυρ Μιχάλη, είναι η ίδια μοίρα που
χώρισε γιο και πατέρα. Σαν να υπάρχει μια νομοτέλεια, που ανακατεύει τις ζωές
των ανθρώπων. Τους δίνει και τους παίρνει.
Κάπως έτσι του πήρε και του Στέλιου την γυναίκα και το παιδί και του έδωσε
την Βάσια. Έφερνε και αφαιρούσε στη ζωή του ξανά και ξανά. Λες και ότι αξίζει κι
ότι αγαπάνε οι άνθρωποι δεν πρέπει να το παίρνουνε με μιας, αλλά γουλιά γουλιά.
Ίσως επειδή αυτό που αξίζουνε είναι τόσο μεγάλο που δεν θα αντέχανε να το
έχουνε ολοκληρωμένα, αλλά με δόσεις.
Είναι όμως κι αυτός ο νόμος της αγάπης που νικά κάθε νομοτέλεια της μοίρας,
κάθε εμπόδιο και κάθε δυσκολία.
Το θέμα όμως είναι ότι οι άνθρωποι είναι περισσότερο μοιρολάτρες παρά
αποφασιστικοί και δοτικοί. Προτιμούν να επαναπαύονται και να συμβιβάζονται
σε κάθε τι που τους προσφέρει η μοίρα, παρά να διεκδικούν, να ζητούν, να
παίρνουν αλλά και να δίνουν.
Τελικά όμως στην ζωή δεν παίρνουνε αυτό που αξίζουνε, αλλά αυτό που
διεκδικούνε. Αυτό που διεκδικήσανε με πάθος και αποκτήσανε, είναι τελικά αυτό
που τους αξίζει.
Με τις σκέψεις η ώρα πέρασε κι ο ήλιος ανέβηκε πιο ψηλά στον ουρανό. Το μπλε
και το πράσινο έγιναν πιο έντονα. Σκέφτηκε να τεμπελιάσει λίγο ακόμα. Ίσως να
έτρωγε και μια τυρόπιτα από τον διπλανό φούρνο.
«Ακόμα εδώ είσαι;», μια φωνή τον επανέφερε στην πραγματικότητα.
Η Βάσια αγουροξυπνημένη και νωχελική έσκυψε πάνω του, του χάιδεψε
τρυφερά τα μαλλιά και τον φίλησε.
«Καλημέρα…», του είπε πίνοντας μια γουλιά απ’ τον καφέ του.
Ένα καράβι φεύγει απ’ το λιμάνι μα δεν τους νοιάζει. Γιατί όλα αυτά που
αγαπάνε βρίσκονται σε τούτο εδώ το νησί.





Θα ήθελα  να σας πω ενα μεγάλο  ευχαριστώ για την στήριξη σας για το  βιβλιο αυτο!
Τελείωσε! Σίγουρα  θα μου λειψή!

Θέλω  να μου γράψετε  :

➡Το αγαπημένο σας κεφάλαιο
➡Αν σας αρεσε και γιατί  ή οχι και γιατί

➡Δες τις άλλες  μου ιστορίες!

Μια Ιστορία Αγάπης Where stories live. Discover now