Κυρία Γούοραλαντ

6.7K 396 103
                                    

<Φίλιπ!> Φώναξα μόλις μπήκα μέσα στο σπίτι.

Έβγαλα τα κλειδιά από την πόρτα, τα άφησα στον πάγκο, όπως και την τσάντα και πήγα να καθίσω στον καναπέ. Μάλλον δεν είχε έρθει ακόμα από την δουλεία. Σηκώθηκα από τον καναπέ και πήγα να κάνω ένα μικρό γεύμα για να φάω. Ένα τοστ ήταν ότι έπρεπε εκείνη την στιγμή. 

<Λίζα!> Τον άκουσα να φωνάζει και μετά την πόρτα να κλείνει.

<Στην κουζίνα!> Φώναξα και έκλεισα το ψυγείο με τον αγκώνα κρατώντας βούτυρο, κασέρι και σαλάμι.

<Πως ήταν η πρώτη μέρα στην δουλειά?> Τράβηξε την καρέκλα του τραπεζίου και άφησε πάνω την τσάντα του.

<Ήταν τέλεια. Πολύ καλύτερα από ότι περίμενα> Είπα ενθουσιασμένη και άφησα τα υλικά στον πάγκο.

<Σοβαρά?> Ήρθε δίπλα μου και πήρε ένα ποτήρι από τα πλυμμένα για να πιεί νερό. 

<Ναι! Όλοι ήταν τόσο ευγενικοί μαζί μου! Εκτός από την κυρία Λίνκον γνώρισα και...> Δεν πρόλαβα να συμπληρώσω αυτό που ήθελα και με διέκοψε.

<Τον διευθυντή!> Τόνισε ιδιαίτερα την λέξη και εγώ γύρισα να τον κοιτάξω έχοντας το μαχαίρι στο χέρι.

<Όχι. Γνώρισα ένα πολύ καλό παιδί τον Ντέρεκ.  Δουλεύει σερβιτόρος στην κουζίνα της εταιρείας και του έχουν βγάλει ένα άθλιο αλλά γλυκούλικο παρατσούκλι του καημενούλη> Είπα χαμογελαστά, καθώς θυμήθηκα το παρατσούκλι του. <Τον φωνάζουν Ρούντολφ. Αν είναι δυνατόν! Επειδή ο άνθρωπος έχει θέμα με την μύτη του τον κοροιδεύουν> Είπα και αφού τελείωσα το τοστ έβαλα την τοστέρα στην μπρίζα.

<Γνώρισες το αφεντικό?> Ρώτησε χαμηλόφωνα.

<Όχι> Είπα μονολεκτικά. <Τον ήξερα από πριν, οπότε δεν υπήρξε καμία γνωρημία με το αφεντικό μου> Του χαμογέλασα παίζοντας με το μαχαίρι που είχε βούτυρο στις άκρες του.

<Λίζα μπορεί να έχεις νεύρα, μπορεί να θέλεις να με βαρέσεις και θα έχεις δίκιο, αλλά πρέπει πρώτα να με ακούσεις> Είπε αγχωμένος και από εκεί που είχα σοβαρή έκφραση στο πρόσωπο μου δεν μπόρεσα να κρατηθώ και του χαμογέλασα.

<Σίγα καημένε θα μου πάθει κανένα έμφραγμα και θα τρέχω στα νοσοκομεία> Του χάιδεψα τα μαλλιά λες και ήταν ένα μικρό αγοράκι.

<Δηλαδή δεν μου είσαι θυμωμένη?> Με ρώτησε και κατέβασε όλο το νερό που υπήρχε στο ποτήρι μονορούφι.

Κάνε με δική σου!Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα