Chapter 18

126 17 1
                                    

Αναστασία

"Θα έρθω να σε πάρω το μεσημέρι" λέει ο Λεβ και γνέφω

Κατεβαίνω από το αυτοκίνητο και ο φύλακας μου ανοίγει την αυλόπορτα του σχολείου

Προχωράω προς το εσωτερικό και βλέπω πολλά άτομα να με κοιτάζουν και να ψιθυρίζουν μεταξύ τους

Τους αγνοώ και συνεχίζω την πορεία μου. Μόλις φτάνω στην αίθουσα μια παρέα αγοριών είναι ήδη εδώ καθισμένοι, είτε πάνω σε κάποια θρανία, είτε στις καρέκλες και να συζητάνε γελώντας δυνατά

Κάνω ότι δεν τους βλέπω και βρίσκω μια άδεια θέση πίσω πίσω, αφήνω την τσάντα μου και βγάζω το τετράδιο μου για να τελειώσω ένα σχέδιο που είχα ξεκινήσει από χθες

Οι φωνές τους με από συντονίζουν και θα ήθελα πολύ να έβαζα τα ακουστικά μου τώρα και να μην άκουγα τίποτα, αλλά δεν έχω το κινητό μου και ξέρω ότι αν το ζητήσω δεν θα μου το δώσει ο Κριστόφ

Μια σκιά πέφτει πάνω στο φύλλο χαρτί που έχω μπροστά μου και κοιτάζω ερωτηματικά τους εισβολείς

"ты новенький" κάτι μου λέει στα ρωσικά ένας απο την παρέα που δεν έχω ξανά δει, αλλά δεν καταλαβαίνω

Ο φίλος του, του μιλάει κι εκείνος γνέφει σαν να καταλαβαίνει

"Καινούργια;" ρωτάει τώρα στα αγγλικά και γνέφω "Λούκα" λέει και τείνει το χέρι του για χειραψία

"Αναστασία" απαντάω διστακτικά

Πρώτη φορά κάποιος απο το σχολείο μου απευθύνεται. Καταλαβαίνω ότι μιλανε για μένα και σχολιάζουν, αλλά αυτός είναι ο πρώτος που μου μιλάει

"Από που είσαι Αναστασία;"

"Από Ελλάδα "

"Και γιατί ήρθες εδώ;" τι να πω εγώ τώρα;

"Η αδερφή μου παντρεύτηκε και μετακομίσαμε εδώ" απαντάω τελικά

"Σου αρέσει;" συνεχίζει τις ερωτήσεις με ενδιαφέρον

"Δεν έχω προλάβει να δω πολλά ακόμα"

"Μπορώ να σου τα δείξω εγώ αν θέλεις" λέει χαμογελώντας

"Δεν ξέρω, θα δούμε" απαντάω διστακτικά

Δεν θα πήγαινα πουθενά με έναν άγνωστο, αλλά και να ήθελα δεν νομίζω να με άφηναν

Το κουδούνι χτυπάει κι εκείνος χωρίς να πει τίποτα κάθεται δίπλα μου

Έτσι πέρασε όλη η ημέρα, στα διαλείμματα δεν βγήκα στο προαύλιο, το κρύο είναι τσουχτερό κι εγώ ακόμα δεν το έχω συνηθίσει

Destiny Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα