Κεφάλαιο 10

309 64 17
                                    

Στο σπίτι της οικογένειας Θεμιστοκλέους

Η Μαρία χτύπησε την πόρτα. Στα χέρια της κρατούσε τον δίσκο με το φαγητό της Ερωφίλης. Κανένας όμως δεν της είπε να περάσει. Χτύπησε για δεύτερη φορά τη πόρτα αλλά και πάλι τίποτα. Την έπιασε μια ανεξήγητη νευρικότητα.

-Ερωφίλη! Ερωφίλη, παιδί μου σου έφερα το φαγητό σου. Να περάσω;

Καμία απάντηση.

Αυτή τη φορά, με αποφασιστικότητα κατέβασε το πόμολο. Δυστυχώς η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Εκείνη τη στιγμή ο φόβος την έζωσε για τα καλά και άρχισε πάλι να χτυπάει.

-Άνοιξε μου σε παρακαλώ, με τρομάζεις. Έλα, το ξέρω πως μ' ακούς. Μόνο το φαγητό θα σου αφήσω και θα φύγω.

Τις φωνές της άκουσε η Έρση, η δεύτερη οικιακή βοηθός του σπιτιού. Την πλησίασε σχεδόν τρέχωντας και την κοίταξε σαν να έβλεπε μπροστά της μια τρελή.

-Καλέ, γιατί φωνάζεις έτσι, τι έγινε;

-Δεν μου ανοίγει τη πόρτα! Κάτι κακό θα έχει συμβεί.

-Βλακείες. Η Ερωφίλη περνάει δύσκολες στιγμές, είναι φυσικό να κλειδαμπαρώνεται μετά από όσα έγιναν. Άφησε το φαγητό κάτω και θα ανοίξει να το πάρει. Άντε, έλα.

-Όχι, δεν το κουνάω από εδώ! Πρέπει πρώτα να δω πως είναι καλά.

-Και τι θες να κάνουμε τώρα; Πως θα τη πείσουμε να μας ανοίξει;

-Να φωνάξουμε τον Λέανδρο! Έχει γυρίσει η κυρία Λήδα;

-Πριν λίγο πήρε τηλέφωνο, θα  έρθουν πιο μετά.

-Ωραία, θα περιμένω.

Ο Λέανδρος και ο Παύλος ήταν οι σωματοφύλακες της οικογένειας. Τους είχε προσλάβει ο Αλέξανδρος για παν ενδεχόμενο, καθώς η οικογένεια τους είχε στη κατοχή της μια αυτοκρατορία και ήταν επόμενο να υπάρχουν εχθροί και άνθρωποι που ήθελαν να τους κάνουν κακό.

Η Μαρία λοιπόν, σε αναμμένα κάρβουνα περίμενε να επιστρέψει ο Λέανδρος και η Λήδα για να χειριστούν εκείνοι τη κατάσταση.

Όμως οι ώρες περνούσαν βασανιστικά αργά...

                                                                                                 ***

Άγιος Ανδρέας, Λεμεσού, την ίδια ώρα

Ο Ερνέστος Πετρίδης έπινε το ουίσκι του, καθώς κοιτούσε την κίνηση στο δρόμο από το παράθυρο. 

Απώλεια {TYS17}Where stories live. Discover now