Κεφάλαιο 55

189 35 7
                                    

Οι μέρες πέρασαν και επιτέλους η Ερωφίλη ήταν έτοιμη να βγει από το νοσοκομείο. Ένιωθε ήδη πολύ καλύτερα, τα τραύματα της είχαν αρχίσει να επουλώνονται. Φυσικά, όλοι πίσω στην βίλα την περίμεναν με χαρά να γυρίσει πίσω μαζί και η Λήδα με τον Αλέξανδρο, που δεν είχαν φύγει στιγμή από το πλαι της. Η κούραση και η αγωνία, μόνιμα ζωγραφισμένες στα μάτια τους, δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο αυτή η εξαντλητική κατάσταση! Ο Αλέξανδρος είχε ακουμπήσει την πλάτη του στον τοίχο, μισόκλεινε τα μάτια του λόγω της αυπνίας. Δεν πρόσεξε τον γιατρό που τους πλησίασε χαμογέλαστος.

-Κύριε Θεμιστοκλέους, η κόρη σας πήρε εξιτήριο! Μπορείτε να μπείτε στο δωμάτιο της, να την πάρετε.

-Να 'στε καλά γιατρέ. Υπάρχει κάτι που πρέπει να προσέχουμε στις ερχόμενες μέρες;

-Όχι κάτι συγκεκριμένο. Μόνο για λίγο καιρό να ξεκουράζετε, να μην κάνει απότομες κινήσεις.

-Έγινε, ευχαριστούμε!

Πρώτος εκείνος μπήκε στο δωμάτιο, ενθουασιασμένος με την Λήδα να τον ακολουθεί.

-Κοριτσάκι μου! Έφτασε η ώρα παιδί μου, φεύγουμε.

-Ναι, μπαμπά Χαίρομαι τόσο πολύ που τελείωσε όλο αυτό.

-Λήδα δεν θα 'ρθεις λίγο πιο κοντά να σε αγκαλιάσει η κόρη σου;

-Αν κάνεις λίγο στην άκρη εσύ! Από την ώρα που μπήκαμε έχεις πέσει πάνω της, δεν την αφήνεις να αναπνεύσει!

-Τ' ακούσαμε κι αυτό. Τέλος πάντων, Λήδα ας μην αρχίσουμε τώρα...

Η Ερωφίλη τους κοιτούσε εδώ και ώρα με ανυπομονησία και λίγη απογοήτευση. Μα τι είχαν πάθει αυτοί οι δυο; Γιατί τσακωνόντουσαν συνέχεια; Μια φριχτή υποψία μπήκε στο μυαλό της κι εκείνη προσπάθησε να την διώξει με μια άλλη, οποιαδήποτε σκέψη, μάταια όμως...

-Πάμε να φύγουμε;

-Ναι παιδί μου, πάμε. Όλοι σε περιμένουν στο σπίτι, η Μαρία και η Έρση θα χαρούν τόσο που θα σε δουν. Είναι και ο Ερνέστος εκεί...

                                                                                                    ***

Στην βίλα της οικογένειας Θεμιστοκλέους

Η Λήδα, ανέκαθεν αγαπούσε τις οικογενειακές στιγμές, της άρεσε να βρίσκεται γύρω από ανθρώπους που την αγαπούν, που νοιάζονται για εκείνη. Ένιωθε μια ζεστασιά μέσα της, μια ασφάλεια που είναι δύσκολο να βρεις όταν είσαι μόνος σου, χωρίς οικογένεια ή παρέα. Να όμως που τώρα έμοιαζε πιο πολύ με θεατή, έναν θεατή γεμάτο απάθεια που παρακολουθούσε από μια γωνιά τη ζωή του. Ήταν όλοι χαρούμενοι κι εκείνη τόσο παράταιρη σε αυτό το σκηνικό.

Απώλεια {TYS17}Where stories live. Discover now