Κεφάλαιο Δέκατο Έβδομο

318 67 30
                                    

Αν και δεν έχει κοιμηθεί πολύ, η Ελάιζα ξυπνάει με ενέργεια το πρωινό της Παρασκευής. Είναι μόλις οχτώ το πρωί, όμως ακούει πνιχτές φωνές από τους τοίχους γύρω της. Οι καλεσμένοι της Ρόζαμουντ Μονρόε έχουν αρχίσει να ξυπνούν, αποφασίζοντας να ξεσηκώσουν ολόκληρη την έπαυλη με την εγωιστική τους φασαρία.

Δεν έχει προλάβει καλά καλά να σηκωθεί, όταν η πόρτα του δωματίου της ανοίγει αθόρυβα και το πυρόξανθο κεφάλι της Άιβορι ξεπροβάλλει πίσω της. Όταν την βλέπει ξύπνια αλλά ακόμη ξαπλωμένη στο κρεβάτι της της προσφέρει ένα χαμόγελο όλο δόντια, και γλιστράει με ευλυγισία από τη μισάνοιχτη πόρτα.

  «Πω-πω, κάνει ψωλόκρυο» μουρμουρίζει παραπονιάρικα, κλείνει την πόρτα πίσω της και πλησιάζει προς το κρεβάτι. 

Η Ελάιζα παρατηρεί πως είναι ξυπόλυτη, οπότε δεν της φαίνεται παράλογο που τουρτουρίζει. Και δεν της κάνει καθόλου εντύπωση που φτάνει ως το κρεβάτι, ανασηκώνει το πάπλωμα, χώνεται από κάτω και κουρνιάζει δίπλα της. Δεν φαίνεται ταλαιπωρημένη, όμως δείχνει σαν να χρειάζεται έναν καλό ύπνο.

 «Είσαι εντάξει, Άιβορι;» την ρωτάει λίγο ανήσυχη όταν κλείνει τα μάτια της, κι εκείνη γνέφει καταφατικά.

  «Ναι. Απλώς μάλλον όλους τους καλεσμένους η ιδέα της έπαυλης τους εξιτάρει. Αυτοί που έχουν το δωμάτιο ακριβώς πάνω από το δικό μου δεν σταμάτησαν να πηδιούνται όλη τη νύχτα. Πρέπει να δοκίμασαν κάθε οριζόντια επιφάνεια. Στοιχηματίζω πως ακόμη και στο τζάκι χώθηκαν».

Το πρόσωπό της είναι πολύ ήρεμο, όμως η φωνή της πολύ θυμωμένη. Η Ελάιζα γελάει τόσο με την αντίθεση ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι, όσο και με τη γλαφυρή περιγραφή της μάλλον μισοκοιμισμένης φίλης της.

  «Είδα και τον Ντάνιελ καθώς ερχόμουν σε σένα. Είχε νευρικό γέλιο. Φαίνεται πως και οι ένοικοι ακριβώς επάνω από το δικό του δωμάτιο υπήρξαν εξίσου δραστήριοι. Ο Έμπονι τα είχε πάρει στο κρανίο και χτύπαγε το ταβάνι με το σκουπόξυλο. Φαντάσου το λίγο. Καν' τον εικόνα μισοκρεμασμένον απ' το τζάκι μ' ένα σκουπόξυλο στο χέρι, να πασχίζει να χτυπήσει το ταβάνι όσο δυνατότερα μπορεί. Δεν αδικώ τον Ντάνιελ που ήταν σκασμένος στα γέλια».

Η Ελάιζα ζαρώνει τη μύτη της και αισθάνεται ευγνωμοσύνη για την Άιβορι, που όταν την παρέλαβε από την εξώθυρα του κτηρίου την οδήγησε αυτομάτως στο δωμάτιο κάτω από τη σκάλα. Δεν υπάρχουν ορεξάτοι γείτονες για εκείνη. Δεν υπάρχουν φασαρίες από το δωμάτιο πάνω απ' το δικό της. Δεν υπάρχει τίποτα.

Αιωνιότητα: Οι Συλλέκτες των ΝεκρώνWhere stories live. Discover now