Μέρα πρώτη.

943 50 1
                                    

Η τάξη της τελικά βρισκόταν στον δεύτερο όροφο μαζί με όλες τις μαθήτριες της πρώτης τάξης του Λυκείου. Από την πρώτη κιόλας μέρα, το να βλέπει παντού το μάτι της μόνο θηλυκά της προκαλούσε ναυτία. Μισούσε τα κορίτσια και τα κορίτσια μισούσαν εκείνη. Ποτέ στη ζωή της δεν είχε μια φίλη φυσιολογική που να τα πήγαινε καλά μαζί της. Καλά εντάξει ας μην υπερβάλλουμε είχε κάποτε μία στο δημοτικό και τα πρώτα δύο χρόνια του γυμνασίου. Αυτή η ιστορία όμως είχε κλείσει άδοξα για την Βικτόρια και δεν ήθελε να το σκεφτόταν. Ίσως και σε τούτη την ιστορία να ίσχυε το δεδομένο ότι δεν μπορείς να εμπιστευτείς κανέναν και ότι δεν είδε τον πραγματικό εαυτό της πριν είναι πάλι πολύ αργά. Δεν μάθαινε εύκολα από τα λάθη της και αυτό την νευρίαζε όσο τίποτα.
Οι καθηγήτριες βγήκαν όλες μαζί από το μεγάλο ασανσέρ στη γωνία του διαδρόμου ενώ οι φωνές τους έκαναν ένα χαρωπό αντίλαλο, καθώς συνομιλούσαν όλες μεταξύ τους με κέφι και γελούσαν μέχρι που έφτασαν στο διάδρομο όπου ξεκινούσαν οι πόρτες των τάξεων και η κάθε μία απομακρυνόταν για να ξεκλειδώσει την πόρτα της τάξης. Η Βικτόρια υπολόγισε γύρω στα πέντε τμήματα με βάση τον αριθμό των πορτών που αποτελούνταν ο όροφος και εκείνη βρισκόταν στην προτελευταία κοντά στον πίσω διάδρομο που οδηγούσε στις σκάλες των μαθητριών. Την απέναντι μεριά των διαδρόμων δεν την είχε εξερευνήσει ακόμα.
Πρώτη ώρα είχανε αγγλικά. Η καθηγήτρια ήταν πολύ ευγενική και διακριτική. Μοίρασε μερικά φυλλάδια με λεξιλόγιο, κείμενα και ασκήσεις και άφησε την κάθε μια να τα λύσει μόνη της, έτσι ώστε να βγάλει ένα γενικό συμπέρασμα της τάξης για το επίπεδο γνώσης αγγλικών τους.
Ευτυχώς το επίπεδο της Βικτόρια ήταν πολύ υψηλότερο από τις συγκεκριμένες ασκήσεις και τις έλυσε αρκετά γρήγορα. Έτσι μόλις τελείωσε άφησε κάτω το στιλό και άρχισε να χαζεύει την τάξη γύρω της.
Τα θρανία ήταν ατομικά και οι μαθήτριες η μια πιο ντίβα από την άλλη. Όλες ντυμένες στην τρίχα λες και πήγαιναν σε πάρτι και όχι σχολείο, οι τσάντες τους ολοκαίνουριες και το στυλ τους θύμιζε μεγαλύτερα σε ηλικία κορίτσια απ ότι πίστευε η Βικτόρια πως ήταν όλες τους. Η Βικτόρια δεν ήταν ποτέ έτσι. Προτιμούσε τα απλά πράγματα και δεν την τραβούσε τίποτα από όλα όσα έβλεπε επάνω τους για να κάνει παρέα μαζί τους. Γι αυτό και έκανε από πάντα παρέα με αγόρια. Βέβαια τα τελευταία χρόνια αυτό δεν της βγήκε σε καλό. Στην αρχή όλα ήταν απλά όπως της άρεσε. Όμως όσο περνούσε ο καιρός όλα έγιναν περίπλοκα και πλέον δεν είχε καμία όρεξη ή δύναμη να κάνει παρέα με τα ίδια άτομα. Στο γυμνάσιο, περνούσαν τέλεια εκείνη, δύο ακόμα κοπέλες και μια παρέα τεσσάρων αγοριών από το ίδιο σχολείο. Με τον καιρό όμως οι φιλικές τους σχέσεις άρχισαν να γίνονται πιο περίπλοκες, μέχρι που τελικά κατέληξαν στα σκατά που βρισκόταν τώρα η Βικτόρια και οι άλλες δύο φίλες της. Μάλλον οι φίλες της δεν τράβηξαν τίποτα, δεν κάρφωσε ποτέ σε κανέναν τι συνέβη εκείνη τη νύχτα. Εκείνη η νύχτα που ήθελε να σβήσει από το μυαλό της και ευχόταν να είχε μια μόνο ευκαιρία να μην κάνει όσα έκανε. Αλλά αυτή η ιστορία ξεκινάει από πολύ πιο πίσω από όσο φαίνεται. Από όσο έμαθαν όλοι στην πόλη. Οι φίλες της όμως δεν κουβαλούσαν το βάρος που έπεσε στους ώμους της Βικτόρια από την όλη ιστορία. Η μία αμέσως μετακόμισε και έφυγε μαζί με την οικογένειά της και δεν κοίταξε ποτέ ξανά πίσω. Για την άλλη δεν έμαθε ποτέ κανείς τίποτα. Είχε ακόμα κάποιες επαφές μαζί της αλλά τίποτα πολλά υποσχόμενο. Έτσι η Βικτόρια θα μπορούσαμε να πούμε ότι κουβάλησε το βάρος όλων στο κεφάλι της και δεν ήταν δίκαιο αλλά δεν είχε άλλη επιλογή. Μάλλον ούτε αυτό ήταν επιλογή της εξαρχής.
«Ψψψψτ. Κοπελιά. Μου δίνεις ένα στιλό; Το δικό μου ξέμεινε από μελάνι..»
Γύρισε πίσω της για να δει ποιά της μίλησε. Η κοπέλα πίσω της είχε μεγάλα κάστανα μάτια ολοστρόγγυλα και πεταχτά αλλά όχι με την άσχημη έννοια. Μελαχρινή με κατάμαυρα κοντοκουρεμένα μαλλιά με μικρή φράντζα. Το πρόσωπο της έντονα κρυμμένο κάτω από σκουρόχρωμη πούδρα και τα σαρκώδη χείλη της βαμμένα με ένα κατακόκκινο κραγιόν.  Χαμογέλασε χαριτωμένα και ταυτόχρονα λίγο πονηρά. Της έδωσε ένα στιλό, μα η στάση της έδειχνε ότι δεν ήθελε μόνο αυτό.
«Ιζαμπέλα.» συστήθηκε και άπλωσε το χέρι της, κοιτάζοντας την ακόμα με το μισό της χαμόγελο.
Άπλωσε το χέρι της στο δικό της.
«Βικτόρια.» απάντησε με ένα φιλικό χαμόγελο.
«Ευχαριστώ Βικτόρια. Εμείς οι δυο θα γίνουμε πολύ καλές φίλες.»

Ερωτεύτηκα την κολλητή μου.Where stories live. Discover now