Σελένα

1.5K 121 2
                                    

Ο Έιντεν έφυγε... έλειπε και ο Τζέικομπ... ήταν μόνη. Έκλεισε την πόρτα καθώς τον έβλεπε να φεύγει. Την πονούσε. Αυτή ήταν η αλήθεια. Τόσο αδιάφορος, τόσο ψυχρός. Φαινόταν στο βλέμμα.. στο ύφος του... Δεν τον ένοιαζε τίποτα άλλο πέρα από τον εαυτό του. Δεν τον ένοιαζε αν πληγώνει τους ανθρώπους γύρω του αρκεί να ήταν καλά εκείνος. Είχε κλείσει την πόρτα και ανέβηκε στο δωμάτιο της παρέα με τις σκέψεις της. Έβαλε τα ακουστικά στα αυτιά της και χάθηκε στον ήχο και τον ρυθμό της μουσικής. Λίγα λεπτά αργότερα μέσα στην μουσική της άκουσε κάτι να σπάει. Σηκώθηκε απότομα από το κρεβάτι της. Έβγαλε τα ακουστικά της και στάθηκε για λίγο ακίνητη στην θέση της.

<<Τζέικομπ;>> φώναξε για να βεβαιωθεί αν ήταν κάποιος στο σπίτι ή αν ήταν απλά ιδέα της τα όσα άκουσε.

Σιωπή επικράτησε τα επόμενα δευτερόλεπτα μα ήταν σίγουρη πως κάτι είχε πέσει κάτω και είχε σπάσει.  Άφησε το κινητό της μαζί με τα ακουστικά πάνω στο κρεβάτι και σηκώθηκε. Με αργά βήματα κατέβηκε τις σκάλες και κατευθυνόταν προς το σαλόνι. Πριν κατέβει εντελώς από τις σκάλες παρατήρησε πως υπήρχαν γυαλιά στο ξύλινο πάτωμα. Είχε δίκιο. Κάτι είχε σπάσει όμως ο Τζέικομπ δεν απάντησε όταν φώναξε το όνομα του άρα.... άρα δεν ήταν εκείνος στο σπίτι... μα αν δεν ήταν εκείνος τότε ποιος; Κατέβηκε όλες τις σκάλες και πάτησε προσεκτικά στο πάτωμα για να μην πατήσει τα γυαλιά. Είχε σπάσει το βάζο που βρισκόταν πάνω στο μικρό τραπεζάκι στην είσοδο του σπιτιού. Κοίταξε γύρω της μα δεν είδε κανέναν. Ξαφνικά κάτι σαν κρύο αέρα να διαπερνά το δέρμα της.

<<Έιντεν;>> είπα σιγανά τρομαγμένη και ένιωσε μια παρουσία πίσω της.

<<Λάθος για ακόμα μια φορά>> ακούστηκε μια γυναικεία φωνή κάπως γνώριμη αλλά δεν πρόλαβε να γυρίσει να δει ποια ήταν γιατί ξαφνικά έχασε τις αισθήσεις της από ένα τσίμπημα στο χέρι.

~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~•~

Ξύπνησα με έναν τρομερό πονοκέφαλο. Ήθελε να σηκώσει τα χέρια της να τα ακουμπήσει στο κεφάλι της αλλά κατάλαβε ότι δεν μπορούσε. Άνοιξε τα μάτια της και είδε τα χέρια της δεμένα στο πίσω μέρος μιας καρέκλας... Τα πόδια της ήταν επίσης δεμένα και ακινητοποιημένα στο έδαφος. Το μέρος σκοτεινό και άγνωστο. Προσπάθησε να τραβήξει τα χέρια της αλλά τα σχοινιά ήταν πολύ σφιχτά δεμένα.

<<Βοήθεια>> φώναξε αν και μέσα της ήξερε ότι δεν θα υπήρχε κανείς να την βοηθήσει.

Alone In The DarkWhere stories live. Discover now