Η αλήθεια

139 13 48
                                    

     Αποφασίζω να πάω στο μέρος που μου είπαν, μήπως μάθω για τον Δημήτρη. Έχω χρέος να το κάνω αυτό, καθώς ήδη η κολλητή μου και η μάνα του με κατηγορούν για την εξαφάνιση του. Πρέπει να βρεθεί, αλλά και να μαθευτεί πως δεν είμαι υπεύθυνη εγώ. Γεμίζω τύψεις και ενοχές, όσο θεωρούμαι υπεύθυνη.

   Ωστόσο, κοιτάζω τον σοφέρ. Πρέπει να του ξεφύγω, καθώς η εντολή ήταν ρητή. Να πάω στο σημείο συνάντησης μόνη μου, χωρίς κανέναν άλλον συνοδεία. Δεν μου αρέσει αυτό, αλλά είναι απαραίτητο. Έτσι ζητάω να σταματήσουμε, για να πάρω αναψυκτικό από το περίπτερο, υποτίθεται.

   Μόλις παρκάρει, βγαίνω από το αυτοκίνητο. Τον παρακολουθώ διακριτικά και μόλις στρέφει την ματιά του από την άλλη, αρχίζω να τρέχω. Με το μωρό στην κοιλιά δεν μου είναι καθόλου εύκολο όμως. Λαχανιάζω και κουράζομαι πιο εύκολα, ενώ νιώθω έναν κόμπο στο στομάχι.

  Εισβάλλω σε μια παραδοσιακή ταβέρνα και σύμφωνα με τις οδηγίες ενός κυρίου, κατευθύνομαι στις τουαλέτες, για να μην με δει ο σοφέρ. Παίρνω πολλές ανάσες, ενώ ταυτόχρονα ρίχνω νερό στο πρόσωπο μου. Στην συνέχεια πέφτει η ματιά μου στον μεγάλο καθρέφτη του χώρου. Τρομάζω με το είδωλο μου και παρατηρώ πως έχω γίνει σκιά του εαυτού μου.

  Το πρόσωπο μου είναι το μισό σε σύγκριση με πριν δυο χρόνια, ενώ έχουν σχηματιστεί μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια μου. Μόνο κοιλιά αρχίζει και ξεχωρίζει. Ψάχνω να βρω δείγμα ζωής πάνω μου, καθώς φαίνομαι ζωντανή- νεκρή. Είμαι χειρότερα απ' όσο περίμενα τελικά.

   Κοιτάζω τριγύρω μου, για να σβήσω από το μυαλό μου την εικόνα μου. Ξαφνικά το περιβάλλον μοιάζει αποπνικτικό. Αποφασίζω μετά από κάποια λεπτά, να βγω από τις τουαλέτες. Έχω ακόμα αρκετή ώρα για πάω στο σημείο συνάντησης, οπότε ζητάω ένα αναψυκτικό. Η ζάχαρη θα μου δώσει την απαιτούμενη ενέργεια που χρειάζομαι.

   Είμαι έτοιμη να καθίσω σ' ένα άδειο τραπέζι, όταν με περιμένει ένα μεγάλο σοκ. Ο Άγγελος μπαίνει στην ταβέρνα και με εντοπίζει. Με ανακάλυψε και δεν πρόλαβα να ξεφύγω. Δεν είχαμε απομακρυνθεί πολύ από το σπίτι, αλλά δεν περίμενα να με έβρισκε τόσο άμεσα.

   Πλησιάζει και είναι πολύ ήρεμος, σαν να μην συνέβη τίποτα. Εγω τον κοιτάζω σαν υπνωτισμένη, μέχρι που με βάζει να καθίσω στο τραπέζι. Με αιφνιδίασε και δεν μπορώ να αντιδράσω. Το κορυφαίο είναι, όταν τον ακούω να με ρωτάει φυσικότητα.

   - Είπες στον σερβιτόρο την παραγγελία μας; Για σένα ήρθαμε εδώ, οπότε διάλεξε εσύ.

really loveWhere stories live. Discover now