Κεφάλαιο 11

94 11 5
                                    

Τζέικομπ

Το λευκό τριώροφο κτήριο με τα πολλά και μεγάλα παράθυρα αρχίζει να διακρίνεται μέσα απ' τα δέντρα καθώς στρίβω στη γωνία. Έπρεπε να έρθουμε οδικώς μιας και, φυσικά, η οικία Λάρσον βρίσκεται στα δυτικά προάστεια της πόλης. Μακριά απ' τη βαβούρα και τους ουρανοξύστες του κέντρου.

Η έπαυλη περιβάλλεται από αρκετά στρέμματα κήπου ή τουλάχιστον η μπροστινή της πλευρά, μιας και δε φαίνεται το πίσω μέρος από 'δω. Η μεταλλική περίφραξη διακόπτεται κάθε τόσο από πέτρινες στήλες με εγκατεστημένες κάμερες ασφαλείας στην κορυφή τους. Ο συννεφιασμένος ουρανός δίνει μια απόκοσμη χροιά στο όλο σύνολο. Ή απλά μου είναι δύσκολο να φανταστώ ότι κάποιος μπορεί όντως να ζει κάθε μέρα σ' ένα τόσο τεράστιο σπίτι. Πρέπει να έχει πάνω από σαράντα δωμάτια εκεί μέσα...

Σταματάμε στην κεντρική πύλη όπου στέκονται δύο τύποι με μαύρα κοστούμια και γυαλιά ηλίου. Κατεβάζω το παράθυρο μου. «Κάμπελ και Μίλλερ για τον κύριο Λάρσον». Ο τύπος απλά νεύει και φέρνει το χέρι του στο αυτί του, προφανώς για να μιλήσει σε κάποια ασύρματη γραμμή επικοινωνίας. Μουρμουρίζει κάτι και τα δύο φύλλα της μαύρης μεταλλικής πύλης μπροστά μας ανοίγουν μηχανικά. Κοιτάζω τον Ρέι ξεφυσώντας. Τα πρωτόκολλα ασφαλείας με εκνευρίζουν...

Προχωράμε στο χαλικόστρωτο της αυλής. Παρτέρια με γκαζόν, λουλούδια και δέντρα εκτείνονται δεξιά κι αριστερά μας. Μας πλησιάζει ένας τύπος με γκρι κουστούμι και το μαλλί... στην τρίχα και πατάω φρένο. Έρχεται απ' την πλευρά μου. «Θα αναλάβω εγώ το αυτοκίνητο, κύριε Κάμπελ», μου λέει μ' ένα χαμόγελο ευγενικού αλλά σνομπ υπαλλήλου. Ξεφυσάω ξανά.

Ανοίγω την πόρτα και βγαίνω έξω. Ο Ρέι κάνει κι αυτός το ίδιο ενώ εγώ παραχωρώ τη θέση μου στο βαλέ, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια να κρύψω τη δυσαρέσκειά μου με το να οδηγεί ένας άσχετος τύπος το αυτοκίνητό μου. Εκείνος μπαίνει στη θέση του οδηγού με το ψεύτικο χαμόγελό του. Σήμερα θα μου σπάσουν τελείως τα νεύρα...

Ο Ρέι έρχεται δίπλα μου όσο κοιτάμε την ασημένια μου BMW να απομακρύνεται ανάμεσα στα παρτέρια κάπου προς τα αριστερά του κτηρίου. Σήμερα έχει φορέσει το σκούρο γκρι σακάκι του με το ασορτί γιλέκο και σκούρα πράσινη γραβάτα. Πάντα κρυώνει λίγο περισσότερο απ' τους υπόλοιπους, αλλά ποιος τον αδικεί; Γέννημα θρέμμα απ' το Μαϊάμι. Έχει συνηθίσει σε πιο ζεστά κλίματα.

Μία μεσήλικη κυρία με χάλκινα μαλλιά και μαύρο φόρεμα μας πλησιάζει απ' το σπίτι. Στρώνω το σκούρο μπλε σακάκι μου και της χαμογελάω αμυδρά. «Καλημέρα, κύριοι. Είμαι η οικονόμος του σπιτιού. Ο κύριος Λάρσον σας περιμένει στην πίσω αυλή. Ακολουθήστε με...», μας δείχνει προς το σπίτι μ' ένα καλοσυνάτο χαμόγελο.

Ακολουθούμε το δρόμο που οδηγεί στην μπροστινή πόρτα της έπαυλης. Ξύλινη και επιβλητική, την ανοίγει κάποιος από μέσα. Το χολ είναι μεγάλο με άσπρο και μαύρο μαρμάρινο δάπεδο. Η χλιδή που είναι αποτυπωμένη στους πολυελαίους που κρέμονται από το ταβάνι, τα αντίκ έπιπλα και η πληθώρα διαδρόμων και δωματίων γίνεται αισθητή σε κάθε μας βήμα. Και το σπίτι είναι πρακτικά λιτά διακοσμημένο. Ούτε υπερφορτωμένο, ούτε ακριβοί πίνακες σε κάθε τοίχο και σίγουρα θα περίμενα λίγο περισσότερο... χρυσό. Ολιγαρκής ο Λάρσον... Μάλιστα... Στο χώρο κυριαρχεί το λευκό, το μαύρο και το καφέ και τα αμέτρητα παράθυρα αφήνουν να μπαίνει διάχυτο και άπλετο το φυσικό φως.

Προσπερνάμε σκάλες, καθιστικά, τραπεζαρίες και φτάνουμε επιτέλους στο πίσω μέρος του σπιτιού. Από μία δίφυλλη τζαμένια πόρτα βγαίνουμε στην πίσω αυλή. Το καφέ πλακόστρωτο περιφράζεται από τετραγωνοποιημένους θάμνους πίσω απ' τους οποίους εκτείνεται ένας αχανής κήπος, γεμάτος παρτέρια, θάμνους και δέντρα. Στα δεξιά υπάρχει και μια τεράστια σκεπασμένη πισίνα. Λογικό, μιας και τελείωσε τώρα το καλοκαίρι.

Μπροστά μας είναι ένα αλουμινένιο οβάλ τραπέζι εξωτερικού χώρου με ομπρέλα και καρέκλες, στου οποίου το κεφαλάρι κάθεται ο οικοδεσπότης μας. Με τα μαλλιά του τραβηγμένα πίσω όπως και χτες το βράδυ και ένα απλό λευκό πουκάμισο. Όταν μας βλέπει σηκώνεται απ' τη θέση του για να μας καλωσορίσει. Πλησιάζουμε και δίνουμε τα χέρια. «Καλημέρα, κύριοι. Καθίστε...», μας προτρέπει κι εμείς καθόμαστε ο ένας στα δεξιά κι ο άλλος στ' αριστερά του. Φαίνεται πολύ πιο χαλαρός από χτες το βράδυ, σχεδόν εύθυμος μπορώ να πω.

Ισιώνω τη δαμασκηνί γραβάτα μου και καθαρίζω το λαιμό μου. Δεν είχα καθόλου άγχος απ' την ώρα που ξύπνησα σήμερα, αλλά τώρα για κάποιο λόγο... έχω... λίγο.

«Τι επιθυμούν οι κύριοι;», ρωτάει η οικονόμος.

«Ένα καφέ σκέτο, ευχαριστώ», απαντάω εγώ.

«Τσάι, ό,τι έχετε για μένα», λέει μ' ένα χαμόγελο ο Ρέι.

Η οικονόμος στρέφει το βλέμμα της στο αφεντικό της έπειτα. «Κι εγώ τσάι, Αννέτ. Και φέρε και λίγο κέικ για συνοδευτικό». Η... Αννέτ νεύει με το κεφάλι και πηγαίνει μέσα στο σπίτι πάλι. Όταν φτάνει στη μπαλκονόπορτα, διασταυρώνεται με μία κοπέλα με άσπρη μπλούζα και καφέ παντελόνι, η οποία έρχεται προς τα δω. Τι στο-;

«Συγγνώμη που άργησα, πατέρα. Καλημέρα, κύριοι», λέει η κοπέλα μ' ένα ελαφρό μειδίαμα. Εγώ κι ο Ρέι έχουμε μείνει να την κοιτάζουμε σα χάνοι. Μπορεί να μη φοράει την κόκκινη τουαλέτα της και να έχει μερικές τούφες απ' τα μαλλιά της πιασμένες πίσω, αλλά η κοπέλα μπροστά μας είναι αναμφίβολα η τραγουδίστρια του μπαρ από χτες το βράδυ...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~🙂🙂 Επιτέλους! Οι πλανήτες ευθυγραμμίστηκαν κι οι πρωταγωνιστές μας θα γνωριστούν...καλύτερα! Ελπίζω να είστε τόσο ενθουσιασμένοι όσο εγώ για την...πορεία τους...❤~~

Επιθυμίες της νύχτας ♤ Στο ΣικάγοWhere stories live. Discover now