Κεφάλαιο 22

41 7 2
                                    

Σερίνα

Η καρδιά μου χτυπάει νευρικά και τα χέρια μου έχουν ένα ελαφρύ τρέμουλο καθώς οδηγώ τον Τζέικομπ στα παρασκήνια. Διάφορα βλέμματα πέφτουν πάνω μας· πελάτες, σερβιτόρες... Προφανώς κοιτάνε την τραγουδίστρια του μπαρ και τον άγνωστο συνοδό της...

Ανοίγω την πόρτα δίπλα απ' τη σκηνή και αφήνω τον Τζέικομπ να περάσει μέσα. Κοιτάω με νόημα τον Μπραντ και τον Τζόσουε, που μας ακολουθούν ως τώρα, κι αυτοί καταλαβαίνουν ότι θέλω να μας δώσουν λίγο χώρο. Κλείνω την πόρτα, αφήνοντάς τους στο χώρο του μπαρ.

Γυρνάω προς τον Τζέικομπ. Σήμερα φοράει ένα γκρι ανοιχτό κουστούμι με άσπρο πουκάμισο. Τα μαλλιά του τα έχει στυλιζαρισμένα στο πλάι σαν κλασσικός γόης. Ο χαμηλός φωτισμός των παρασκηνίων δημιουργεί όλων των ειδών τις σκιές πάνω στο πρόσωπό του κάνοντάς τον να δείχνει ακόμα πιο μυστήριος απ' ό,τι συνήθως. Οι οξείες γωνίες των χαρακτηριστικών του τονίζονται και τα μάτια του παίρνουν μια σχεδόν κίτρινη απόχρωση κάτω απ' το ψυχρό φως. Μοιάζει πιο πολύ με τίγρη παρά με άνθρωπο...

Νομίζω αρχίζω να συνειδητοποιώ λίγο καλύτερα πώς έχει η κατάσταση. Δεν είμαστε σε κάποιο σενάριο όπου μια γοητευτική κατάσκοπος αποπλανεί το στόχο της για να εκμαιεύσει πληροφορίες. Το γεγονός είναι ότι βρίσκομαι μόνη μου μ' έναν επιτήδειο του υποκόσμου σ' έναν απομονωμένο χώρο. Κι εκείνος με κοιτάει σα να θέλει να παρασύρει κι έμενα στην αμαρτία...

Πού πάω να μπλέξω;...

Επανέρχομαι στην πραγματικότητα και του υποδείχνω να ανέβει τις σκάλες μπροστά μας. Ανεβαίνουμε στην κουΐντα. Η αμηχανία κάνει το στόμα μου να στεγνώνει.

«Από 'δω βγαίνουμε στη σκηνή...», του δείχνω στα αριστερά μας. «...κι από 'δω είναι τα καμαρίνια», δείχνω στα δεξιά μας. Κοιτάει όχι και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Μπαίνω στο καμαρίνι μου με τα τακούνια μου να αντηχούν στο μαύρο παρκέ των παρασκηνίων. Ο Τζέικομπ με ακολουθεί αθόρυβα. Κοιτάζει λίγο το χώρο με το λευκό φωτισμό, τα λιγοστά έπιπλα και τα είδη μακιγιάζ απλωμένα πάνω στο μπουντουάρ.

Δεν ξέρω, Θεέ μου, πώς να ξεκινήσω συζήτηση μαζί του! Και δε βοηθάει κι αυτός καθόλου!... Δε λέει τίποτα.

Κοιτάω τον εαυτό μου στον καθρέφτη με τα φώτα στο πλαίσιο και τον καινούργιο συνεργάτη του πατέρα λίγο πιο πίσω μου. Το βλέμμα μου φαίνεται σχεδόν φοβισμένο στην αντανάκλαση. Τα μάτια του διασταυρώνονται με τα δικά μου στον καθρέφτη. Οι ίριδές μου, σ' αυτό το φωτισμό, έχουν πάρει μια σχεδόν γαλαζοπράσινη απόχρωση.

Επιθυμίες της νύχτας ♤ Στο ΣικάγοOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz