Κεφάλαιο 34⁰

119 15 24
                                    

Ο Στέλιος άφησε το μουδιασμένο σώμα του να πέσει στην πολυθρόνα του πατρικού του σαν βράχος. Από τη στιγμή που ο Πλιάκος πήρε την Λουΐζα το μόνο που μπορούσε να νιώσει ήταν ένα μούδιασμα που ξεκινούσε από το κεφάλι του και απλωνόταν σαν αρρώστια στο υπόλοιπο σώμα του. Ένιωθε σαν να τον είχαν εγκαταλείψει οι δυνάμεις του...

Μα όταν νέα της Λουΐζας έφτασαν στην Ακαδημία, ο Στέλιος μαρτύρησε τα πάντα γύρω του να καταρρέουν. Ο πονοκέφαλος, που είχε μετατραπεί στην μόνιμη παρέα του, έγινε οξύτερος. Πώς ήταν δυνατόν να οδηγήσουν την Λουΐζα στην κρεμάλα; Πώς ήταν δυνατόν να οδηγήσουν έναν άνθρωπο, που παρά την ταυτότητά του, είχε προσφέρει τόσα πολλά στον στρατό, στο κράτος, στον βασιλιά έστω και από τις σκιές; Η Λουΐζα είχε λάβει μέρος στην εξάρθρωση μίας εγκληματικής σπείρας που απειλούσε την ίδια την ασφάλεια του κράτους. Πώς ήταν, λοιπόν, δυνατόν να την κατηγορήσει ο Πλιάκος και να την μετατρέψει αποδιοπομπαίο τράγο;

Ήταν αδιανόητο.

Ο Στέλιος πήρε το κουτί με τα αποδεικτικά στοιχεία ενάντια στον Πλιάκο και το άνοιξε. Η Λουΐζα είχε κάνει εξαιρετική δουλειά στο να συγκεντρώσει όλες αυτές τις πληροφορίες. Προοριζόταν για κάτι μεγαλύτερο από το να μείνει απλά κλεισμένη μέσα σε ένα σπίτι και να μεγαλώνει τα παιδιά της. Ο Στέλιος αδυνατούσε να πιστέψει ότι ο πατέρας της την είχε ξεπουλήσει σε κάποιον άγνωστο ο οποίος θα την ανάγκαζε να μεγαλώσει τα παιδιά που θα έκαναν μαζί.

Αηδιασμένος και μόνο στην σκέψη, πήρε το ποτό που προηγουμένως είχε ακουμπήσει το ξύλινο τραπεζάκι δίπλα του και το ήπιε με μιας. Επικεντρώθηκε πάλι στα έγγραφα που είχε στα πόδια του, ώσπου ένα τού τράβηξε την προσοχή. Το άγραφο χαρτί ταλαιπωρημένο καθώς ήταν, σκίστηκε όταν ο Στέλιος προσπάθησε να διώξει τη βρωμιά που βρισκόταν στο κέντρο του. Βλασφήμησε και άρχισε να παραμιλάει και να σέρνει ένα σωρό κατάρες στον Πλιάκο, έως ότου κάτι του κέντρισε την προσοχή. Πλησίασε, λοιπόν, το ταλαιπωρημένο χαρτί στο φως, το οποίο βρισκόταν στο τραπεζακι δίπλα του, και τότε εμφανίστηκαν τρία γράμματα: PJO.

Ανακάθισε στην πολυθρόνα κι έφερε το χαρτί κοντά στο φως. Τι να σήμαιναν άραγε αυτά τα τρία γράμματα; Ο Στέλιος, εν συνεχεία, εξέτασε προσεκτικά το χαρτί μήπως υπήρχε και κάπου αλλού πάνω στην επιφάνειά του κάτι, αλλά διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Έπειτα, δίπλωσε προσεκτικά το χαρτί, το άφησε πλάι στο ποτήρι του και εξέτασε κάθε έγγραφο που είχε βρει η Λουΐζα φέρνοντάς το κοντά στο φως. Κανένα άλλο δεν έκρυβε κάποιο μυστικό μήνυμα, εκτός από ένα: εκείνο με τον φάκελο και με την σφραγίδα του Λοχαγού, δηλαδή νυν Ταγματάρχη. Ξεδίπλωσε, λοιπόν, τον φάκελο και τον έφερε κοντά στο φως, οπότε και φανερώθηκε το πραγματικό μήνυμα:

Κάποτε το 1918 #TYS2023Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα