Κεφαλαιο 18

91 9 5
                                    

...Το άγνωστο πρόσωπο στεκόταν στο παράθυρο. Φαινόταν σαν να την παρακολουθεί. Σύμπτωση; Μπορεί και να μην μάθαινε ποτέ...

Από το παράθυρο είχε θέα στην αγορά. Μπορούσε να παρατηρεί κάθε της κίνηση. Την έβλεπε που περίμενε. Να μένει εκεί. Ακόμα και αν γνώριζε πως το τέλος του φίλου της πλησίαζε.

Και αν με αυτόν τον τρόπο δεν κατάφερνε τίποτα; Αν ο Στέφανος είχε μιλήσει για εκείνον; Θα γινόταν ήρωας στα μάτια της. Ένας ήρωας που πάρα τα όσα περνά στέκεται όρθιος και προστατεύει τους ανθρώπους του με κάθε τρόπο. Εκείνος; Ένας δειλός ψεύτης που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το προσωπικό του συμφέρον. Αλλά αν δεν της είχε πει τιποτα; Αν ούτε εκείνος τον θυμόταν και το σχέδιο προχωρούσε κανονικα;

Τι κανονικά; Ο Νικολαΐδης δεν έλεγε που κρύβονταν οι κρατούμενοι. Και οι προδότες ελεύθεροι έμεναν. Και τότε το σκεύτηκε. Θα τον απειλούσε με κάποιον που αγαπά, κάποιο στενό του πρόσωπο, κάποιον φίλο του. Κάποιον που δεν θα ήθελε να πάθει τίποτα. Αποκλείεται να μην μιλούσε. Μετά θα τον άφηνε ελεύθερο. Η Δανάη θα το μάθαινε και θα αποστρεφοταν από εκείνον. Και αν δεν το μάθαινε, ο Στέφανος δεν θα μπορούσε να την κοιτάξει στα μάτια και θα απομακρυνόταν από κοντά της. Όμως ποιον;..

Με όση δύναμη του έμεινε σύρθηκε στον χωμάτινο δρόμο. Τα τραύματα του δεν του επέτρεπαν να σταθεί στα πόδια του. Η σκόνη που σηκωνόταν από το χώμα δυσχέραινε την αναπνοή του. Γύρισε προς τον ουρανό και έκλεισε τα μάτια του. Το φως του ήλιου τον ζαλισε ακόμα περισσότερο. Ό κόσμος θόλωνε στα μάτια του και η εικόνα του χανόταν μαζί με τις αισθήσεις του.

Όταν ξύπνησε βρισκόταν σε ένα δωμάτιο. Η όραση του ήταν ακόμα θαμπή. Περιεργαζόταν τον χώρο γύρω του. Όσο ξεκαθάριζε τόσο ποιο γνώριμο του φαινόταν.

Δυσκολεύτηκε να σηκωθεί. Κρατήθηκε από τα έπιπλα και στάθηκε κοντά στο παράθυρο. Άνοιξε την κουρτίνα και έμεινε να παρατηρεί τους περαστικούς που παραμέριζαν οι χωροφύλακες για να περάσουν. Τι δουλειά είχαν μέσα στο καταμεσήμερο; Κάτι πρέπει να είχε συμβεί.

Και τότε κατάλαβε. Έκλεισε με δύναμη την κουρτίνα και απομακρύνθηκε από το παράθυρο. Δειλά την απομάκρυνε και από την χαραμάδα παρακολουθούσε το "θέαμα", τους ανθρώπους που τόσο καιρό τον εμπιστεύονταν να κατευθύνονται δεμένοι, όπως και εκείνος, προς το κτήριο της χωροφυλακής.

  Από την ταραχή του έπεσε. Ο θόρυβος τάραξε την Αρετή. Έτρεξε κοντά στο παιδί της. Τον βοήθησε να σηκωθεί και τον ξάπλωσε στο κρεβάτι.
-Ο γιατρός είπε να μην κουράζεσαι, είπε και τον σκέπασε καλυτερα.
-Εγώ φταίω, ψιθιρισε αδύναμα.
-Μην ταράζεται, απάντησε χωρίς να δώσει σημασία και του κράτησε το χερι. Είσαι μαζί μας τώρα δεν θα σε ξαναπειράξουν.
-Εγώ φταίω εγώ, εξ αιτίας μου...
-Μας είπαν τι έγινε αγόρι μου, είδαν πως δεν είσαι αυτός που ψάχνουν και σε άφησαν.
-Τ...τι;
-Άσε τα αυτά και ξεκουράσου, ότι έγινε έγινε και τελείωσε.
-Κ...Και η Δαναη; Την πειραξαν; Είναι καλα;
-Άσε την να καθησει και λίγο σπίτι της, όλο η Δανάη και η Δανάη! Τώρα είναι η μαμά εδώ, πρόσθεσε και χαμογέλασε, θες να σου φέρω κάτι να φας; τον ρώτησε και εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφαλι του. Στέφανε δεν είσαι πλέον μωρό να τρως σαν σπουργίτι! Θα πάθεις τίποτα.
-Αφού δεν πεινάω!
- Δεν ακούω κουβέντα! Απάντησε και τον φίλησε στο μάγουλο, εγώ θα χρειαστεί να πάω στην αγορά, εσυ ξεκουράσου, θέλεις να σου φέρω τιποτα;
- Θέλω να μάθεις αν κατάφεραν κάποιοι να ξεφύγουν.
-Άντε πάλι...θα το κάνω αν μου υποσχεθείς πως θα καθίσεις εδώ και θα ξεκουραστείς.
Με προσοχή τον αγκάλιασε και έφυγε από το δωμάτιο.





ΝΕΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟΟ! ξέρω το άργησα πάρα πολύ και για τον χρόνο που έκανα είναι πολύ λίγο. Με την νέα την χρόνια έρχονται περισσοτερα!

-Ναι αλλά το κόβεις πολύ απότομα!
- Δεν κάνω σπόιλ...

Θέλω και εγώ με την σειρά μου να ευχηθώ Χρόνια πολλά και ευτυχισμένο το νέο έτος🎄.

Αν σας αρεσε μπορείτε να πατήσετε το αστεράκι κάτω αριστερά και να αφήσετε μια γνώμη στα σχόλια. Μπορείτε επίσης να προτείνετε την ιστορία σε κάποιον φίλο σας ή και να με ακολουθήσετε γιατί με βοηθάει.μεχρι την επόμενη φορά τα λεμεε💕

Από αγκάθι βγαίνει ρόδοWhere stories live. Discover now