18 Κεφάλαιο

43 4 2
                                    

Ο Στίβεν περπατούσε σε ενα σκοτεινό δρόμο προς το σπίτι του,συλλογιζόμενος τη βόλτα του με την Τσάρλι.
Ολα τα χαμόγελα και τα γέλια που προκάλεσε αυτός.Τις μακριές συζητήσεις και διαφωνίες.Σκεφτόταν πόσο όμορφη έδειχνε,με το φως του φεγγαριού να τη λούζει τα μακριά της μαλλιά.
Και θυμήθηκε και την παράξενη στιγμή στο πάρκο.Ήταν σίγουρος ότι κάποιος ήταν εκεί,πίσω από τους θάμνους.Και μάλλον,ήξερε τι ήταν.
Μπήκε στο μονοπάτι που οδηγούσε στο μικρό δασάκι.Κοιτούσε το χώρο γύρω του για τυχόν περίεργες κινήσεις.
Όλα ήταν ήσυχα.Τίποτα παράξενο.Περπάτησε λίγο ακόμη μέχρι που είδε τι σπίτι του.
Το τζάκι σχεδόν έσβησε και το μεγάλο σπίτι ήταν λίγο ψυχρό.Έβαλε δύο μεγάλα ξύλα μέσα και πήγε στον πάνω όροφο.Μπήκε στην ντουζιέρα και άφησε το καυτό νερό να πέσει στο ταλαιπωρημένο κορμί του.
Τύλιξε μία πετσέτα γύρω από τη μέση του και περπάτησε προς την ντουλάπα.Έβγαλε μία μπλε φόρμα και φόρεσε και μιά άσπρη φανέλα.
Αισθανόταν πως κάποιος ήταν στο σπίτι.Σίγουρα κάποιος ήταν στο σπίτι.
Κατέβηκε τις σκάλες μία-μία,αργά πηγαίνοντας στο σαλόνι.
Μεγιστοποίησε όλες τις αισθήσεις του και περίμενε.
Κάτι πέρασε αστραπιαία από πίσω του.Δεν είδε κανέναν.Προχώρησε λίγο και στάθηκε εκεί.Ξανά κάτι πέρασε από πίσω του,αλλά αυτήν τη φορά τον έριξε κάτω.Εκείνος έκανε γρήγορα να σηκωθεί.Είδε να έρχεται κατά πάνω του και πρόλαβε να ανοίξει τα χέρια του και έπιασε τη φιγούρα και την έπραξε στον τοίχο.Πήγε προς το μέρος του ατόμου και είδε δύο γνώριμα πράσινα μάτια.

«Τελικά,όλοι οι βρικόλακες το έχουν το δραματικό» είπε ο Στίβεν και έτεινε το χέρι του να σηκώσει τη νεαρή κοπέλα.

«Είμαστε δραματικοί,τι να κάνουμε!»του είπε και τον έσφιξε στην αγκαλιά της.«Μου έλειψες!»

«Κι εμένα,πολυ!»απομακρύνθηκε από την αγκαλιά της και την κοίταξε στα μάτια που τόσο καιρό δεν είχε δει.

«Είκοσι χρόνια!»ειπε εκείνη σα να διάβασε τις σκέψεις του.«Είκοσι χρόνια έχω να σε δω.Καθίκι!»γέλασε.Της χαμογέλασε δείχνοντας της την τέλεια οδοντοστοιχεία του.

«Εσύ με παρακολουθούσες;»ρώτησε αυτό που τον έκαιγε τόση ώρα.

«Εγώ,ποιός άλλος...»του απάντησε κι αυτή.«Πάντα σε είχα από κοντά όταν ήσουν άνθρωπος,και τωρα που σε βρήκα,πάλι θα.έχουμε στενές επαφές.Δε θέλω να σε χάσω και να σε δω μετά από είκοσι χρόνια ή και καθόλου.»τον κοιτούσε στενοχωρημένη και ένα.δάκρυ πήγε να κάνει τη βόλτα του στο μάγουλο της.Ο Στίβεν το σκούπισε με τον αντίχειρα του.

«Απο εδώ και πέρα δε θα ξανά χωρίσουμε,ποτε»της υοοσχεΤην αγκάλιασε και την έτριβε καθησυχαστικά την πλάτη.«Αύριο θα σου δείξω την πόλη όπως αρμόζει με έναν βρικόλακα.»

Καταραμένη  ζωήWhere stories live. Discover now