Κεφαλαιο 23

23 3 1
                                    

Περπατούσαν στο δρομάκι προς το σπίτι μέσα απο το δάσος. Προηγουμένως, πήγαν εναν περίπατο στην πόλη για να εξοικειωθεί η Μαρία με τα καινούρια μέρη.
«Πολύ ωραία πόλη,αλλά...πολύ αγχωτική » εκατσαν στο σαλόνι με ενα ποτήρι ουίσκι για να τους "ζεστάνει "λίγο.
«Είναι υπέροχα »της αποκρίθηκε με ενα χαμόγελο.«Θα συνηθίσεις με τον καιρό και την αγχωτική πλευρά »γέλασαν μέχρι να εμφανιστεί απο το πουθενά ο Ρόι και τους κόψει το γέλιο.
«Τι γίνετε φίλοι μου;»πήρε ένα ποτήρι και έβαλε από το αγαπημένο του ποτό.
«Ρόι »χαιρέτισε η Μαρία σηκώνοντας το ποτήρι στον αέρα.
«Καιρο έχουμε να σε δούμε εσένα »έκατσε δίπλα της και άπλωσε τα πόδια του στο τραπεζάκι μπροστά του.
«Ναι,για την ακρίβεια...»έδωσε ενα ψεύτικο χαμόγελο και τελείωσε το ποτό της.
«Τι σε έκανε να μας τιμήσει σήμερα;»ο Στίβεν παράτησε το ποτήρι στο τραπέζι δημιουργώντας έναν δυνατό ήχο.
Ξαφνικά η όψη του Ρόι σοβάρεψε και σηκώθηκε όρθιος.Έκανε νόημα με το κεφάλι του να πάνε μέσα να τα πούνε.
«Λοιπόν; »
«Μίλησα με τον Καιλ»τώρα και ο Στίβεν σοβαρεψε.
«Πως σε βρήκε;»
«Δεν είναι αυτό το θέμα τώρα!»ετριψε το μέτωπό του νευρικά.
«Όχι!»δεν μπόρεσε να κρατήσει τον τόνο του χαμηλό. Αναστατωμένος ακόμα πιο πολύ απο τον αδερφό του έτρεξε πάνω στο δωμάτιο.
«Στίβεν, δεν μπορείς να κρυφτείς.Κανείς μας τώρα,ούτε εγώ ούτε εσύ »ο Στίβεν έβαλε το χέρι του μέσα στο τζάκι ψηλαφιζοντας τις πέτρες.
«Δεν μπορώ να κάτσω να περιμένω να έρθει και να με σκοτώσει για να μπορεσει αυτό το κάθαρμα να ζήσει! »φώναξε προστάζοντας ένα κόκκινο παλούκι.
«Στίβεν...»χαμήλωσε το κεφάλι του. «Ότι και αν σκέφτεσαι,είμαι μαζί σου»έβαλε το χέρι του πάνω στου αδερφού του.

Στο Φάριγκτον ο καιρός ήταν πάνω κάτω όπως στην Οξφόρδη,μουντός και χαλασμένος.Γιαγιά και εγγόνια καθώντουσαν στο σαλόνι κοιτάζοντας παλιές φωτογραφίες.
«Αυτός ποιος είναι;»πήρε μια φωτογραφία η Τσάρλι και την έδωσε στη γιαγιά της.Τα χαρακτηριστικά της ελαφρώς άλλαξαν.
«Ένας συνεργάτης του πατέρα σου ήταν.»την άφησε στην άκρη. «Δεν πεινάσατε;»ειπε για να αποφύγρι την αβολη θέση της και προχώρησε στην κουζίνα αφήνωντας τα παιδιά μόνα τους.Ο Ανταμ γύρισε και κοίταξε την Τσάρλι με σηκωμένα φρύδια και με περίεργο βλέμμα.
«Τι είναι;»
«Δεν παρατήρησες μια αλλαγή στην ατμόσφαιρα;»σηκώθηκε και ακολούθησε τη γιαγιά του.Ή Τσάρλι τον άρπαξε από το χέρι και τον πήγε στη βιβλιοθήκη.
«Τι παίζεται εδώ;»τον ρώτησε.Ο Ανταμ αναστεναξε και προχώρησε το γραφείο.Άνοιξε το πρώτο συρτάρι και έβγαλε το γράμμα.
«Δεν σου έχω πει ποτέ ψέματα και δεν σου έχω κρύψει τίποτα και,φυσικά,ούτε αυτο θα μπορουσα να στο κρυψω...»της έτεινε το γράμμα.
«Τι είναι αυτό;»το άνοιξε και διάβασε ενα κομματι.Σήκωσε το κεφάλι της και αντίκρισε το ανήσυχο βλέμμα του αδερφού της.
«Ανταμ,τι στο καλό είναι αυτό;»
«Τσάρλι...»
«Δεν το πιστεύω!»προσπάθησε να κρατήσει τη φωνή της χαμηλή.
«Κοιτά,οτι και να γίνει πρέπει να είμαστε μαζί.»την έβαλε στην αγκαλιά του και την έσφιξε πάνω του.
«Μαζί»

Καταραμένη  ζωήWhere stories live. Discover now