4° ΚΕΦΑΛΑΙΟ

215 12 0
                                    

Ήταν αργά το απόγευμα, όταν άρχισε να πέφτει ο ήλιος απο τον ουρανό και όλοι άρχισαν να βγαίνουν έξω απο το χωράφι.

-Δημήτρη, Κώστα ελάτε εδώ, τελειώσαμε για σήμερα το μάζεμα,θα συνεχίσουμε αύριο που θα έρθουμε ξανά, φώναξε η Γεωργία τα δυά αδέλφια τα οποία είχαν σταθεί στη μέση του χωραφιού και κοίταζαν τον πορτοκαλί ήλιο,ο οποίος έδινε το ίδιο χρώμα στον ουρανό με τα μικρά άσπρα σύννεφα που υπήρχαν σε αυτόν.

-Ερχόμαστε, είπαν και οι δύο μαζί και ξεκίνησαν να βαδίζουν προς τα έξω.
-Θα μας πάτε σπίτι τώρα;ρώτησε ο Δημήτρης την Γεωργία αφού ανέβηκε στην πλατφόρμα που ήταν ζεμένη πίσω απο το τρακτέρ,που το οδηγούσε ο Θανάσης.
Τώρα όλοι τους ήταν πολύ στριμωγμένοι σε σχέση με το πρωί. Τα τελάρα με τα φασόλια κάλυπταν το μισό και παραπάνω μέρος της πλατφόρμας και έτσι αναγκάστηκαν να στριμωχτούν πάνω σε αυτήν.

-Θα σας πάμε,παιδί μου. Αφού αντίκρι μας μένετε. Δεν γίνεται να σας αφήσουμε έτσι. Όμως,πρώτα θα πάμε τους υπόλοιπους εργάτες σπίτια τους και ύστερα θα φτάσουμε και στην γειτονιά μας,απάντησε η Γεωργία.
-Δεν μας πειράζει καθόλου. Όπως θέλετε εσείς,είπε  Δημήτρης και τότε ανέβηκε και ο Κώστας στην πλατφόρμα που ήταν ζεμενη πίσω απο το τρακτέρ.

Αφού έφυγαν απο το χωράφι και τους άφησαν όλους στα σπίτια τους, πήγαν σπίτι να ξεκουραστούν. Τα δύο αγόρια πήγαν στο δωμάτιο τους,να ξαπλώσουν. Όμως ο Δημήτρης δεν μπορούσε να κοιμηθεί, καθώς σκεφτόταν συνέχεια την Σταυρούλα.

- Δημήτρη, αγόρι μου μπορείς να με βοηθήσεις σε κάτι;ρώτησε χαμηλόφωνα η Ευθαλεία αφού άνοιξε την πόρτα του δωματίου.
-Δημήτρη, δεν ακούς που σου μιλάω;φώναξε μετά απο λίγο.
- Τί έγινε ρε μαμά; Γιατί φωνάζεις;
- Δεν ακούς; Τόσην ώρα σε φωνάζω. Έλα γρήγορα που σε θέλω κάτι.
-Γιατί δεν λες τον Κώστα να έρθει;
-Δεν θα το παιδεύουμε για πολύ το πράγμα. Εγώ εσένα θέλω να έρθεις.

Ο Δημήτρης πήγε στην κουζίνα να βοηθήσει την μητέρα του και αφού γύρισε στο δωμάτιο του  ξάπλωσε ξανά στο κρεβάτι και κοίταξε τον Κώστα,ο οποίος είχε ανοιχτά τα μάτια και κοιτούσε το ταβάνι.

-Μικρέ, τί έγινε τη γειτόνισσα σκεφτόσουν και δεν άκουγες τη μαμά που σε φώναζε τόση ώρα;ρωτησε ο Κώστας και γέλασε.
-Ναί. Δεν με φώναζε πολύ ώρα για να πω την αλήθεια. Αχ!Αδελφέ μου, τη σκέφτομαι συνέχεια απο την ώρα που φύγαμε απο το χωράφι. Τί θα κάνω;Δεν ξέρω πώς να της το πω.
- Μην ανησυχείς αύριο θα την ξαναδείς και θα της πεις πιο πολλά αυτή τη φορά. Πρόσεξα ότι είχετε μια χημεία μεταξύ σας. Χαμογελούσατε συνέχεια ο ένας στον άλλον. Αυτό είναι καλό για ό,τι θα ακουλουθήσει στο μέλλον και για το πώς θα εξελιχθεί η μεταξύ σας σχέση.
- Τί μου λές;Έγινες και ειδικός σε αυτά τα θέματα και μου δίνεις και συμβουλές;ειρωνεύτηκε ο Δημητρης.
-Αφου είμαι πιο μεγάλος απο εσένα το ξέχασες; Γι'αυτό ξέρω και πιο πολλά απο εσένα. Μου επιτρέπεται να γνώριζω περισσότερα και να σε κατευθύνω σε κάποια θέματα.
-Μόνο δύο χρόνια με περνάς. Δεν είναι και τόσα πολλά.Τί μπορεί να ξέρεις παραπάνω απο εμένα;

Εκείνη την στιγμή, άνοιξε η πόρτα και μπήκε  στο δωμάτιο ο Γιώργος.

- Ακόμα να κοιμηθήτε εσείς; Γρήγορα για ύπνο. Αύριο θα σηκωθούμε πάλι νωρίς για να πάμε στο χωράφι, είπε ο Γιώργος.
-Ακόμα νωρίς είναι,πατέρα,είπε ο Κώστας.
-Τί νωρίς,βρέ;Δέκα η ώρα κοντεύει και θα ξυπνήσουμε στις πέντε. Δεν κουραστήκατε καθόλου εσείς όλη την μέρα;
-Όχι. Δεν είναι και τόσο κουραστική δουλειά αυτή,είπε ο Δημήτρης.
-Και ειδικά για σένα δεν ήταν τόσο κουραστικά,είπε ο Κώστας γελώντας.
-Σταμάτα!φώναξε ο Δημήτρης.
-Άντε κόψτε τις βλακείες και κοιμηθήτε,είπε ο Γιώργος και έφυγε απο το δωμάτιο.
-Τί είναι αυτά που λες μπροστά στον πατέρα μας;φώναξε ο Δημήτρης.
-Γιατί τί είπα δηλαδή;
-Για την Σταυρούλα.
-Μα δεν είπα κάτι για εκείνη. Ότι θες ακούς.
-Υπονόησες όμως. Αυτό δεν είναι καθόλου ωραίο άμα θέλεις να ξέρεις,φώναξε ο Δημήτρης.

-Καλέ, τί φωνάζετε;ρώτησε η Ευθαλεία,αφού μπήκε στο δωμάτιο δύο λεπτά αργότερα.
-Ο Κώστας λέει  βλακείες πάλι,είπε ο Δημήτρης.
-Μην τον τσιγκλάς και εσύ Κώστα. Αφού ξέρεις ότι ο αδελφός σου ενοχλείται. Αδέλφια είστε  δεν κάνει να μαλώνετε. Καθίστε ήρεμα.
-Μα μαμά,ο Δημήτρης δεν το καταβαίνει αυτό,είπε ο Κώστας με παράπονο.
-Εγώ μιά χαρά έξυπνος είμαι και καταλαβαίνω πολλά περισσότερα απ'ότι εσύ. Εσύ είσαι ο χαζός.
-Τί λόγια είναι αυτά που λες στον αδελφό σου,Δημήτρη;Ζήτα του συγνώμη,είπε η Ευθαλεία.
-Όχι,αν δεν μου ζητήσει αυτός πρώτα.
-Εγώ δεν σου ζητάω συγνώμη γιατί δεν έκανα κάτι,είπε ο Κώστας.
-Μην είστε τόσο εγωίστες και οι δυό σας. Ζητήστε συγνώμη ο ένας στον άλλον. Άντε λοιπόν. Τί κάθεστε και κοιτιέστε;Έλα Κώστα.
-Καλά,αλλά είναι η τελευταία φορά που ζητάω εγώ πρώτος συγνώμη,είπε ο Κώστας.

Το ΑπωθημενοWhere stories live. Discover now