12° ΚΕΦΑΛΑΙΟ

120 9 0
                                    

Φθινόπωρο 1979

-Στέλιο, εγώ φεύγω,είπε ο Δημήτρης και σηκώθηκε όρθιος.

Αφού πήρε το σακάκι του απο την κρεμάστρα που ηταν κρεμασμένο, ετοιμάστηκε να φύγει.

-Πού πας ρε Δημήτρη;Νωρίς είναι ακόμα,είπε ο Παναγιώτης.
-Δηλαδή δεν ξέρεις πού πάει;ρώτησε ο Τάκης πονηρά.
-Πάλι ραντεβουδάκι έχεις,πονηρούλη;ρώτησε ο Γιώργος και γέλασε.
-Ναί, Γιώργο. Ραντεβουδάκι,απάντησε ο Δημήτρης και γέλασε.
-Με την Σταυρούλα να φανταστώ,είπε ο Άγγελος.
-Με ποιά άλλη ρε Άγγελε;Γιατί ρωτάς τα αυτονόητα;Αφού ξέρεις πως τόσα χρόνια,ο Δημήτρης την Σταυρούλα αγαπάει,είπε ο Στέλιος και χαμογέλασε.

Εκείνο το απόγευμα ήταν μοναδικό για τον Δημήτρη και τη Σταυρούλα. Ένιωθαν ότι υπήρχαν σε έναν δικό τους μαγεμένο κόσμο, που κυριαρχούσε το πάθος. Ζούσαν σε έναν άλλον κόσμο,όπου υπήρχαν μόνο ο ένας για τον άλλον.

Τώρα πια καθόταν ξαπλωμένοι και οι δύο γυμνοί ανάμεσα στα καλαμπόκια, στο χωράφι της Σταυρούλας.

-Σ'αγαπώ, Σταυρούλα μου,είπε ο Δημήτρης, ενώ χάϊδευε απαλά το χέρι της Σταυρούλας.
-Και εγώ σ'αγαπώ, αγάπη μου,είπε η Σταυρούλα και χαμογέλασε πονηρά.
-Είσαι τόσο όμορφη. Σου πάει πολύ να χαμογελάς. Θα μπορούσα να δώσω και την ζωή μου για εσένα. Για να σε κάνω να χαμογελάς για μία ολόκληρη ζωή. Σου υποσχόμαι ότι απο εδώ και πέρα,θα σου χαρίζω μόνο χαρές. Οι λύπες και οι στεναχώριες, δεν θα υπάρχουν στη ζωή μας.
-Δημήτρη, πες μου πως θα είμαστε μαζί για πάντα, πως δεν θα μας χωρίσει κανένας και τίποτα και ότι θα μ'αγαπάς πάντα όπως τώρα.
-Στο υπόσχομαι. Όσα εμπόδια και να μας βρουν θα τα ξεπεράσουμε ενωμένοι και θα βγαίνουμε απο αυτά πιο δυνατοί απο ποτέ. Η αγάπη μας θα κρατήσει για πάντα. Θα μείνει ανεξίτηλη στο χρόνο. Ακόμη, σου υπόσχομαι ότι δεν θα σε αφήσω ποτέ μόνη.Θα είμαστε μαζί ως το τέλος. Δεν θα αφήσω να σε αγγίξει κανένας άλλος άντρας. Εμείς οι δύο θα πεθάνουμε μαζί,αγκαλιασμένοι.
-Για πάντα μαζί,είπε η Σταυρούλα και έμεινε σκεπτική.

Έμειναν αγκαλιασμένοι εκεί,με το ζεστό ακόμη αεράκι να τους χτυπάει το πρόσωπο.

-Τί ώρα είναι;ρώτησε η Σταυρούλα.
-Εννιά παρά είκοσι,απάντησε ο Δημήτρης, αφού κοίταξε το ρολόι που φορούσε στο χέρι του.
-Πρέπει να ντυθώ. Άργησα. Ο πατέρας μου θα αρχίσει την ανάκριση πάλι.
-Έλα κάτσε λίγο ακόμα, σε παρακαλώ. Δεν σε χόρτασα.
-Δεν μπορώ. Δεν έμαθες τον πατέρα μου τόσα χρόνια; Είναι πολύ αυστηρός.Θα αρχίσει πάλι τα ίδια,όπως πάντα. Γιατί άργησες; Με ποιόν ήσουν; Λες και είμαι μικρό παιδί. Δεν έχει καταλάβει ότι πια είμαι ολόκληρη γυναίκα και μπορώ να προσέχω τον εαυτό μου.
-Καλά,ας φύγουμε. Θα σε πάω μέχρι το σπίτι του Στέλιου,είπε ο Δημήτρης απρόθυμα και σηκώθηκε για να βάλει τα ρούχα του.
-Θα βγείτε πάλι;Όλη την μέρα μαζί είστε,είπε η Σταυρούλα.
-Λέμε να πάμε καμιά βόλτα, να ξεσκάσουμε λίγο.
-Πρόσεξε καημένε μου, μην μάθω ότι κοιτούσες άλλες θα σε σκίσω,είπε δήθεν αγριέμενη η Σταυρούλα.
-Για μένα δεν υπάρχει καμία άλλη και δεν θα υπάρξει,εκτός απο εσένα και το ξέρεις. Δεν μπορώ να κοιτάξω καμία. Μόνο εσύ είσαι για εμένα.
-Μπράβο, το αγόρι μου,είπε η Σταυρούλα και του έδωσε ένα πεταχτό φιλί.
-Αν και τώρα που το σκέφτομαι, σε λίγα χρόνια θα υπάρχει κάποια άλλη,είπε ο Δημήτρης και χαμογέλασε πλατιά.
-Τί εννοείς;Έλεγες ψέματα,πριν λίγο πώς θα είμαστε μαζί για πάντα;
-Την κόρη μας εννοώ,ζωή μου. Τί νόμιζες εσύ;
-Θα με παντρευτείς δηλαδή;Και θα κάνουμε παιδιά;
-Και βέβαια. Τί νόμιζες; Πώς θα σε αφήσω χωρίς γάμο;

Το ΑπωθημενοWhere stories live. Discover now