30° ΚΕΦΑΛΑΙΟ

67 6 1
                                    

Έναν μήνα μετά τον θάνατο του Δημήτρη, όλοι έχουν επιστρέψει πίσω στην πόλη τους. Όμως,τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Τα πάντα έχουν αλλάξει,ειδικά η σχέσεις των παιδιών. Όλοι έχουν απομακρυνθεί μεταξύ τους και δεν συναντιούνται σχεδόν καθόλου πια όλοι μαζί.

Η Σταυρούλα είναι κλεισμένη στο δωμάτιό της όλη την μέρα και δεν θέλει να δει κανέναν. Με το ζόρι, πήγαν η φίλες της να την δουν καθώς μπήκαν στο δωμάτιό της με την βία. Ο Άγγελος πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι της Σταυρούλας,αλλά εκείνη αρνούνταν να τον δει. Παράλληλα,ο Γιώργος και ο Στέλιος έχουν παει να εκπληρώσουν την στρατιωτική  θητεία τους,ενώ ο Τάκης έχει αρχίσει να δουλεύει στο μπακάλικο της γειτονιάς.

-Σταυρούλα,παιδί μου. Σου έφερα να φας κάτι, είπε η Γεωργία όταν μπήκε στο δωμάτιο της Σταυρούλας με ένα δίσκο στα χέρια.
-Δεν πεινάω, μαμά.
-Μα πρέπει να φας. Απο εχθές το μεσημέρι έχεις να βάλεις μπουκιά στο στόμα σου. Σκέψου το παιδί που έχεις μέσα σου. Θέλεις να αποβάλλεις;
-Ειλικρινά μητέρα,δεν μπορώ. Το στομάχι μου, έχει δεθεί κόμπος.
-Καλά. Εγώ πάντως αφήνω εδώ τον δίσκο,άμα θελήσεις να φας.

Η Γεωργία βγήκε πικραμένη απο το δωμάτιο της Σταυρούλας. Έκατσε στον καναπέ απέναντι απο τον Θανάση που καθόταν στην πολυθρόνα και άρχισε να σκέφτεται.

-Τί κάνει η κόρη σου, Γεωργία;ρώτησε ο Θανάσης.
-Τί να κάνει το κοριτσάκι μου;Λιώνει μέρα με την μέρα. Φοβάμαι, μήπως πάθει τίποτα στο τέλος και τρέχουμε.
-Τί θα κάνουμε με δαύτη, Γεωργία; Πρέπει να ξεχαστεί με κάτι και γρήγορα.
-Λες να την στείλουμε στην Αθήνα στον αδελφό σου,τον Νίκο;
-Αυτό σκεφτόμουν και εγώ. Εκεί είναι μεγάλη πόλη. Σύντομα θα γνωρίσει κάποιον καλό νέο και θα ξεχάσει τον άλλον.
-Σωστά. Θα σπουδάσει κιόλας. Έχει πολλές σχολές εκεί πέρα. Μπορεί να διαλέξει όποια θέλει.

Μία εβδομάδα αργότερα
-Τί θα γίνει, Σταυρούλα;Θα σε χάσουμε τώρα, που θα πας στην Αθήνα;ρώτησε η Μυρτώ.
-Τί να κάνω,φιλενάδα;Οι γονείς μου θέλουν να παω,για να σπουδάσω. Δεν θα χαθούμε, μην ανησυχείς. Θα έρχεστε να με βλέπετε, θα έρχομαι και εγώ συχνά.
-Έχει δίκιο η Σταυρούλα,Μυρτώ. Δεν θα χαθούμε. Εξάλλου υπάρχουν και τα τηλέφωνα. Όταν δεν βλεπόμαστε θα μιλάμε και θα λέμε τα νέα μας,είπε η Παναγιώτα.
-Άλλο το τηλέφωνο,άλλο το απο κοντά. Στο τηλέφωνο ακους μόνο μια φωνή. Στην Αθήνα, πού θα μείνεις, Σταυρούλα;
-Είναι εκεί ο θείος μου με την οικογένειά του. Μάλιστα έχω πολύ καιρό να τους δω.

Στο δωμάτιο επίκρατησε σιωπή για λίγα λεπτά.

-Θα μας λείψεις πάρα πολύ,φιλενάδα,είπε η Μυρτώ και αγκάλιασε την Σταυρούλα.
-Και εμένα θα μου λείψετε, Μυρτούλα. Πρέπει να φύγω όμως. Θυμάμαι συνέχεια τον Δημήτρη και όλα αυτά που ζήσαμε εδώ. Πρέπει να φύγω για να ξεχάσω. Σε λίγο καιρό θα είμαι και πάλι πίσω.
-Σε καταλαβαίνω Σταυρούλα μου. Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να κλείσουν οι πληγές σου.
-Κανείς δεν με καταλαβαίνει Παναγιώτα μου,κανείς. Αύριο φεύγω για να ξεχάσω. Θα τα καταφέρω όμως;

Τότε χτύπησε η πόρτα και μπήκε μέσα η Γεωργία.

-Σταυρούλα παιδί μου, ήρθε ο Άγγελος να σε δει.
-Καλά μητέρα. Έρχομαι. Να τον αποχαιρετήσω κιόλας.
-Πάλι ήρθε αυτός εδώ;Απο τότε που "έφυγε" ο Δημήτρης έρχεται καθημερινά,έτσι Σταυρούλα;είπε η Μυρτώ.
-Ναί,Μυρτώ, αλλά τί εννοείς;Δεν καταλαβαίνω.Ο Άγγελος αγαπούσε τον Δημήτρη. Ήταν ο κολλητός του. Τον αποκαλούσε αδελφό. Θέλει να με προσέχει, όπως θα έκανε και ο Δημήτρης, αν ήταν εδώ.
-Δεν ξέρω Σταυρούλα,αλλά μου φαίνεται πολύ ύποπτο ότι άρχισε να σε πλησιάζει τόσο πολύ μετά τον θάνατο του Δημήτρη. Θέλω να τον προσέχεις,εντάξει;
-Εντάξει,Μυρτώ. Θα τον προσέχω.

Τότε ξαναχτύπησε η πόρτα και η Σταυρούλα την άνοιξε.

-Σταυρούλα. Να περάσω;ρώτησε ο Άγγελος και κοίταξε την Σταυρούλα με τα καστανά του μάτια.
-Ναί,πέρνα. Καθόμαστε εδώ με τα κορίτσια, είπε η Σταυρούλα και τον άφησε να περάσει.
-Μήπως ενόχλω;Συζητούσατε κάτι;Να φύγω;
-Όχι,καλέ. Τί είναι αυτά που λες;Άλλωστε εγώ και η Μυρτώ φεύγαμε. Έτσι δεν είναι;είπε η Παναγιώτα και κοίταξε την Μυρτώ.
-Ναί,φεύγαμε. Πάμε Παναγιώτα. Θα τα πούμε,Σταυρούλα μου. Να μην χαθούμε τώρα που θα φύγεις.
-Εντάξει, φιλεναδίτσες μου. Είστε οι καλύτερες,είπε η Σταυρούλα και αγκάλιασε τα δύο κορίτσια. 

Η Παναγιώτα και η Μυρτώ, έφυγαν και η Σταυρούλα έμεινε μόνη με τον Άγγελο.

-Έλα Άγγελε. Κάτσε. Μην ντρέπεσαι,είπε η Σταυρούλα και έκατσε στο κρεβάτι.
-Τα κορίτσια είπαν πως θα φύγεις. Πού θα πας;
-Θα πάω στην Αθήνα, Άγγελε να σπουδάσω. Δεν μπορώ να κάθομαι άλλο εδώ,σε αυτό το μέρος. Όλα μου θυμίζουν τον Δημήτρη.
-Καλά,αφού το χρειάζεσαι να πας εκεί,να πας.
-Μην στενοχωριέσαι,Άγγελε. Θα μιλάμε. Θα έρχεσαι να με βλέπεις, όποτε μπορείς.
-Στην Αθήνα είναι πολύ επικίνδυνα τα πράγματα. Εδώ είναι άλλο. Οι περισσότεροι γνωρίζονται μεταξύ τους. Εκεί όλοι είναι άγνωστοι με τον διπλανό τους. Θέλω να προσέχεις τον εαυτό σου.
-Θα προσέχω. Στο υπόσχομαι.

Το ΑπωθημενοWhere stories live. Discover now