Κεφάλαιο 10

376 27 2
                                    

Η Δάφνη με το που έφτασε στο γραφείο της, γέμισε ένα ποτήρι ουίσκι και κάθισε στην καρέκλα, νιώθοντας ακόμη όλο το σώμα της ζεστό. Σταγόνες ιδρώτα έσταζαν από το μέτωπό της και η καρδιά της ακόμη χτυπούσε σαν τρελή. Ένιωθε ντροπή για αυτό που είδε, ή ακόμη χειρότερα, για αυτό που ένιωσε μόλις είδε την Άννα στο μπάνιο και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να βγάλει την εικόνα αυτή από το μυαλό της. Για μια στιγμή ,της πέρασε από το μυαλό ότι ίσως η Μία να είχε δίκιο. Στη σκέψη αυτή, τρομοκρατήθηκε ακόμη περισσότερο.

Σε καμία περίπτωση πλέον δεν θα μπορούσε να αντικρύσει την Άννα. Στα μάτια της Δάφνης, η Άννα φάνταζε ως το πιο αθώο πλάσμα επί γης, όμως το καλοσχηματισμένο κορμί της και η απαράμιλλη ομορφιά της, μαρτυρούσαν πως ίσως να ήταν πλασμένη από θεϊκές δυνάμεις. Και πιο συγκεκριμένα, η Άννα ήταν ο απαγορευμένος καρπός, τον οποίο έπρεπε η Δάφνη να αποφύγει πάση θυσία.

Αυτό ακριβώς συνέβη τις επόμενες μέρες. Η Δάφνη απέφευγε να μιλήσει στην Άννα και διαρκώς έβρισκε δικαιολογίες. Δεν ένιωθε ακόμη έτοιμη να την αντικρύσει. Η Άννα από την άλλη, προσπαθούσε απεγνωσμένα να μιλήσει έστω και λίγο με την Πριγκίπισσα, όμως σύντομα αντιλήφθηκε πως την κρατούσε σε απόσταση. Είχε καταλάβει ότι εκείνη την ημέρα η Πριγκίπισσα στεκόταν έξω από το μπάνιο της και ήθελε να της πει πως όλα είναι εντάξει, πως δεν χρειάζεται να νιώθει αμήχανα για αυτό, παρόλο που η ίδια η Άννα, μόλις συνειδητοποίησε τι συνέβη, κοκκίνισε ολόκληρη. 

Εξάλλου, είχε ακόμη στην κατοχή της το βραχιόλι της Πριγκίπισσας, το οποίο δεν κατάφερε ακόμη να της το δώσει. Ήξερε πως αν ζητούσε ακρόαση, η Πριγκίπισσα δεν θα την δεχόταν, οπότε αποφάσισε να την επισκεφθεί αργά στην Κάμαρά της, όταν όλοι θα είχαν σχολάσει από τα πόστα τους και φυσικά η Δάφνη δεν θα μπορούσε να της αρνηθεί την είσοδο.

Αφού ετοίμασε ένα τσάι, η Άννα κατάφερε να προσπεράσει τους φρουρούς της Κάμαρας και να χτυπήσει ελαφρά την ξύλινη πόρτα. Ακούστηκε η κουρασμένη φωνή της Πριγκίπισσας που προσκαλούσε τον άγνωστο επισκέπτη μέσα στην Κάμαρά της. Η Άννα κρατώντας στο ένα χέρι την κούπα με το τσάι, εισχώρησε στο δωμάτιο.

«Άννα; Τι γυρεύεις στο δωμάτιό μου τέτοια ώρα;»

«Πριγκίπισσά μου, με συγχωρείτε για το ακατάλληλο της ώρας, αλλά σκέφτηκα πως ένα τσάι θα σας ήταν απαραίτητο... Θα σας βοηθήσει να κοιμηθείτε...»

«Άφησε το στο τραπέζι.» αποκρίθηκε η Δάφνη, έχοντας γυρισμένη την πλάτη της στην Άννα.

Η σανίδα σωτηρίας μου (LGBTQ+, gxg)Where stories live. Discover now