ΕΝΩΣΗ

1.8K 28 8
                                    

Η Ελένη κατέβαινε στην αυλή, κρατώντας από το χέρι τη Βαλεντίνη που χοροπηδούσε σε κάθε σκαλί χαρούμενα. <<Έτσι και πέσεις, ουέ κι αλίμονο!>> είπε η μητέρα της, μα το κοριτσάκι την αγνόησε και συνέχισε να πηδάει κεφάτα. <<Δεν πέφτω>> είπε καθώς έφτασε στο τελευταίο σκαλί. <<Πού θα πάμε;>> ρώτησε με απορία η μικρή κι η Ελένη την κοίταξε νευρικά. <<Είπαμε παιδί μου, να ψωνίσουμε. Γιορτάζω αύριο, έχουμε τραπέζι>>, <<Εγώ πότε γιοτάζω;>>, <<Το Φεβρουάριο. Πέρασε η γιορτή σου εσένα, τώρα έχεις γενέθλια, σε δυο μήνες>> απάντησε αδιάφορα η Ελένη και ξεκρέμασε ένα φουστάνι της Ευγενίας που κρεμόταν στο σχοινί της αυλής. Καθώς το δίπλωνε, η κούρσα του Κωνσταντή μπήκε στην αυλή και η Βαλεντίνη τσίρξε ενθουσιασμένα. <<Ο ΘΕΙΟΣ!>>, <<Απαπα, τι θέλει τώρα κι αυτός; Έλα Θεέ...>> μουρμούρησε μέσα από τα δόντια της και πλησίασε τον Κωνσταντή που πετούσε τη Βαλεντίνη στον αέρα. <<Καλώς τον>>, <<Γεια σου κουνιάδα. Τι χαμπάρια;>> ρώτησε εύθυμα ο άντρας και η Ελένη τον κοίταξε στραβά. <<Τα ίδια. Πώς κι από δω; Για καφέ ήρθες;>>, <<Ναι, και γλυκό νερατζάκι. Ήρθα να συνεννοηθούμε για αύριο>>, <<Τι να συνεννοηθούμε δηλαδή;>>, <<Δε γιορτάζω;>>, <<Μπράβο, να σε χαιρόμαστε. Κι εγώ επίσης>>. Εκείνος έβαλε τα γέλια. <<Πλάκα έχεις Σταμίρη. Ήρθα να σου πω, ότι αν έχεις σκοπούς να κάνεις τραπεζώματα ή ακύρωσε τα ή κάντα μεθαύριο. Αύριο θα έρθετε στη Λάρισα, να το γλεντήσουμε για του λόγου μου>>. Η Ελένη του έριξε μια αυστηρή ματιά. <<Στη Λάρισα;>>, <<Ε εκεί δε μένουμε με τη Δροσούλα;>>, <<Ναι... Να έρθουμε Κωνσταντή. Να σαι καλά που μας σκέφτηκες. Μη τα κάνετε όλα εσείς όμως. Πες στην αδελφή μου να μου μηνύσει, να κάνω κι εγώ κανά φαί>> είπε ευγενικά η Ελένη, μα ο άντρας έγνεψε αρνητικά. <<Δεν θα κάνεις τίποτα. Πάρε το ξάδελφο, πάρε και τις τσούπρες και ελάτε. Θα τα φροντίσω εγώ όλα>>. Η Βαλεντίνη αναπήδησε στην αγκαλιά του. <<Θείε θα μας πάεις και γλυκά;>>, <<Θα πάρω γλυκά, να τρώτε μια βδομάδα. Τι γλυκό θες ρε μαυρομαλλούσα; Για πες>>, <<Γλυκό!>>, <<Μας φώτισες. Λοιπόν.. Να πηγαίνω κι εγώ....>> είπε και έκανε να αφήσει την Βαλεντίνη στο έδαφος. <<Πού πας τώρα; Στη Λάρισα;>>, <<Όχι ρε. Πάω στο φίλο μου, το Μάκη για να κανονίσω τα κρέατα για αύριο>>. Η Ελένη χαμογέλασε πλατιά και σήκωσε τη Βαλεντίνη στην αγκαλιά της. <<Ωραία, πάρε και το παιδί μαζί, να πεταχτώ στα γρήγορα για ψώνια και μου τη φέρνεις μετά. Μην την τραβολογάω>> πέταξε κεφάτα και του την έδωσε ξανά στην αγκαλιά του. <<Σταμίρη έχω δουλειές>>, <<Έλα καλέ. Εσύ; Εσύ έχεις όλη τη Θεσσαλία στη δούλεψη σου. Κοτζάμ τσιφλικάς, τρέχεις; Μισή ώρα θα κάνω. Άστην να κυνηγά τα πρόβατα του Μάκη>> είπε η Ελένη βιαστικά και φίλησε τη Βαλεντίνη στο μάγουλο. <<Ήσυχα, ε; Και να ακούς το θείο!>>. Ο Κωνσταντής ξεφύσηξε. <<Τι θελα και ήρθα;>>, <<Έλα μωρέ, γκρινιάρη. Λες και θα σου κόψει  το αφεντικό, το μεροκάματο!>>.

ΕυγενίαDonde viven las historias. Descúbrelo ahora