Αγνώστου πατρός.

1.7K 126 0
                                    

Ο ήχος από το ξυπνητήρι έκανε και τις δύο να πεταχτούν από το κρεβάτι.
<Άργησα;>ρώτησε κάπως αναστατωμένα η μικρή Ιωάννα και κοίταξε την μαμά της.
<Όχι ψυχούλα μου κοιμήσου λίγο ακόμα. Θα πάω στην κουζίνα να μας φτιάξω πρωινό και μετά θα σε φωνάξω>. Της απάντησε η μαμά της με φωνή αγουροξυπνημένη.
Η Εύα κατευθύνθηκε προς το μπάνιο. Έπλυνε γρήγορα το πρόσωπο της με κρύο νερό. Βούρτσισε τα μαλλιά της για να τα φρεσκάρει και ύστερα πήγε στην κουζίνα. Μετά από πέντε λεπτά εμφανίστηκε και η μικρή Ιωάννα.
<Καλά βρε δε σου είπα πως θα σε ξυπνήσω εγώ>της είπε κάπως θυμωμένα η Εύα και της χαμογέλασε.
<Ναι έχεις δίκιο. Αλλά σήμερα δε θέλω να αργήσω γιατί θα μας εξετάσουν>της είπε η Ιωάννα και η Εύα έδειξε πως προβληματίστηκε.
<Τι εννοείς μωρό μου. Ποιός θα έρθει να σας εξετασει;>ρώτησε τότε με μεγάλη περιέργεια.
<Ο Νικολάκης της κυρίας Στέλλας είπε πως θα έρθει ένας γιατρός από την Αθήνα στη θέση του Μάνου>. Το πρόσωπο της Εύας στράβωσε με το άκουσμα του ονόματος του Μάνου αλλά το παρέβλεψε.
<Λοιπόν πάμε>φώναξε η Ιωάννα και πήρε στο μικρό χεράκι της το τοστάκι. Η Εύα έτρεξε γρήγορα και ντύθηκε με ένα γκρι πουλόβερ και ένα μαύρο κολλητό παντελόνι. Πήρε την τσάντα της και τα γυαλιά της και κρατώντας από το χέρι την κορούλα της έφυγαν για το σχολείο.

Είχαν φτάσει πια στις τελευταίες σχολικές ώρες και ο Γιάννης είχε εξετάσει όλα τα παιδιά, όλες τις τάξεις εκτός από μία.
<Ο επόμενος>φώναξε ο Γιάννης και αμέσως εμφανίστηκε ένα κοριτσάκι με κατάμαυρα μαλλάκια και άσπρο δερματάκι. Τα μάτια της θύμιζαν πολύ τα δικά του. Αυτό το κορίτσι του θύμιζε πολύ τον εαυτό του. Τον καιρό που ήταν εκείνος παιδάκι και έτρεχε στις αλάνες με μια μπάλα και παρέα τους φίλους του.
<Λοιπόν είσαι η>έκανε ο Γιάννης στο κοριτσάκι με ένα γλυκό και παιχνιδιάρικο βλέμμα. Της έκανε νόημα να καθίσει.
<Λοιπόν μικρή μου. Δε θα μου πεις το όνομα σου;>την ρώτησε ξανά και της σήκωσε την μπλούζα.
<Ιωάννα>είδε το βλέμμα του πάνω της.
<Με λένε Ιωάννα>του είπε πάλι και του χάρισε ένα από τα μεγαλύτερα χαμόγελα της.
<Λοιπόν Ιωάννα εμένα με λένε Γιάννη και έχεις πολύ ωραίο χαμόγελο>της είπε ευγενικά και την είδε να χαμογελάει στραβά. Το χαμόγελο της μικρής του θύμιζε πολύ εκείνης. Της Εύας του. Που όταν την αγκάλιαζε έλαμπαν και τα μάτια της. Αχ αυτά τα μάτια της....
<Το χαμόγελο είναι το μοναδικό που έχω από την μαμά μου όλα τα άλλα τα έχω κληρονομήσει από τον μπαμπά μου>. Ο Γιάννης τελείωσε την εξέταση και έμεινε για λίγο να την κοιτάζει.
<Ιωάννα ξέρεις τι λέω. Επειδή σε συμπάθησα πολύ να γίνουμε φίλοι. Εκτός και αν έχεις διαφορετική αντίληψη;>εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.
<Δεν έχω καθόλου διαφορετική άποψη. Θα είσαι και φίλος μου και μπαμπάς μου>. Ο Γιάννης κοκάλωσε στην καρέκλα του, χλώμιασε ολόκληρος.
<Μπαμπάς σου; Μα κοριτσάκι μου έχεις μπαμπά>της είπε με σιγουριά αλλά κατάλαβε πως έκανε λάθος.
<Μα δεν έχω μπαμπά. Ζω μόνο με την μαμά μου από την στιγμή που γεννήθηκα. Ο μπαμπάς μου έχει πεθάνει. Αλλά και αυτόν τον έλεγαν Γιάννη σαν και εσένα και έτσι η μαμά μου η Εύα μου έδωσε το όνομα του>. Ο Γιάννης έβλεπε τα ματάκια της Ιωάννας να συννεφιάζουν,να σκοτεινιάζουν και αμέσως ένιωσε ένα κενό να τον πλημμυρίζει.
<Δεν το ήξερα μικρή μου. Συγγνώμη. Με συγχωρείς;>την ρώτησε και την πήρε στην αγκαλιά του.
<Δε πειράζει Γιάννη μου>. Γιάννη μου. Μα Γιάννη μου τον φώναζε μονάχα η Εύα η Εύα του. Και την μητέρα της Ιωάννας Εύα την έλεγαν τη τύχη και αυτή μπροστά του το όνομα της συνέχεια.
Όπα. Για μισό λεπτό. Την μητέρα της Ιωάννας την λένε Εύα και τον πατέρα Γιάννη; Τι; Έλα μωρέ Γιάννη βλακείες σκέφτεται πάλι. Μάλωσε τον εαυτό του και ξανά συγκεντρώθηκε στο παιδί. Την πήρε από το χέρι και άρχισαν να κατευθύνονται προς την έξοδο.

Σχεδόν Μαζί ~Ολοκληρωμένη~Where stories live. Discover now