Έχω καθυστέρηση.

1.9K 120 0
                                    

Είχε περάσει σχεδόν ένας ολόκληρος μήνας από τότε που η Εύα είχε αποκαλύψει τα πάντα στον Γιάννη της. Δεν ξανά μίλησαν για τότε, ούτε για το παρελθόν, ούτε για τίποτα άλλο.
Ο Γιάννης συνέχιζε να δουλεύει στο σχολείο ως γιατρός ενώ παράλληλα είχε και λίγη πελατεία στο γιατρείο του. Πολλές φορές είχε σκεφτεί να πουλήσει το γιατρείο και το σπίτι του Μάνου αλλά τόσες φορές και περισσότερες η Εύα του άλλαζε γνώμη. Ασκούσε τρομερή επιρροή πάνω του όπως και σε εκείνη.
Τα αγόρια ξανά μπήκαν σε ομάδα ποδοσφαίρου. Της Ιωάννας της άρεσε να πηγαίνει με την μητέρα της να τους βλέπουν όταν προπονούνταν αλλά μονάχα την ημέρα γιατί τα βράδια επέστρεφαν αργά και η μικρή δεν άντεχε το ξενύχτι.

Η Εύα είχε ξαπλώσει ήδη στο κρεβάτι τους και περίμενε τον Γιάννη και τα αγόρια να γυρίσουν από την βραδινή τους προπόνηση. Η Ιωάννα είχε κιόλας κοιμηθεί καθώς είχε μια πολύ δύσκολη και κουραστική μέρα στο σχολείο. Ξαφνικά η πόρτα έκλεισε και άκουσε τις φωνές τους αλλά στην συνέχεια μπήκαν στα δωμάτια τους. Εκείνη έκανε πως κοιμόταν ακόμα και αν ο Γιάννης ήρθε και ξάπλωσε δίπλα της. Φορούσε μόνο ένα φανελάκι μαύρο και μια γκρι φόρμα. Είχε μουσκέψει ολόκληρη. Εκείνος την σκέπασε αλλά εκείνη ξανά πέταξε τα σεντόνια.
<Εύα μου είσαι ξύπνια;>την ρώτησε και εκείνη γύρισε το πρόσωπο της. Τα μάτια της ήταν κατά κόκκινα από το κλάμα και βουρκωμένα.
<Μωρό μου τι έπαθες και κλαίς;>την ξανά ρώτησε. Εκείνη μέσα από τα αναφιλητά της προσπαθούσε να μιλήσει.
<Γιάννη δεν είμαι καλά. Δεν μπορώ νιώθω πως πνίγομαι. Έχω να κοιμηθώ μια ολόκληρη βδομάδα. Συνέχεια βλέπω εφιάλτες>. Ο Γιάννης την έβλεπε τρομαγμένος την έκλεισε στην αγκαλιά του γλυκά και την χαϊδέψε. Ένιωθε τα δάκρυα της στο γυμνό του στήθος.
<Καρδούλα μου μην κλαις. Λατρεία μου σε παρακαλώ. Με πονάει που σε βλέπω έτσι γαμώτο μου>. Σήκωσε το κεφάλι της δειλά και τον κοίταξε, εκείνος σκούπισε τα δάκρυα της από τις άκρες των μεγάλων της ματιών.
<Λοιπόν σήκω, ντύσου, φύγαμε>τον κοίταξε απορημένη.
<Που πάμε;>τον ρώτησε αλλά εκείνος σηκώθηκε γρήγορα και έβαλε την φούτερ του και την μαύρη του φόρμα. Της πέταξε την ροζ της φούτερ και εκείνη την έβαλε.
<Δεν καταλαβαίνω ρε εσύ Γιάννη μου>του δήλωσε αλλά εκείνος δεν πτοήθηκε.
<Δεν χρειάζεται μωρό μου να καταλάβεις. Πάμε και σου υπόσχομαι πως αυτό το βράδυ θα το θυμάσαι σε όλη σου την ζωή>της είπε και της έκλεισε το μάτι. Την τράβηξε για άλλη μια φορά στην αγκαλιά του και της έδωσε ένα δυνατό φιλί. Οι γλώσσες τους ταξίδευαν μαζί με το πάθος που τους κυβερνούσε. Την τράβηξε για λίγο, την κοίταξε, πήρε τα κλειδιά του σπιτιού και βγήκαν έξω.

Σχεδόν Μαζί ~Ολοκληρωμένη~Where stories live. Discover now