Αποκαλύψεις 2

1.4K 114 4
                                    

Ευα

<Ποιός είσαι>τον ξανά ρώτησε και εκείνος άρχισε να βγάζει την μαύρη του κουκούλα. Πριν προλάβει να την βγάλει άκουσε βήματα να κατευθύνονται προς σε εκείνη. Ήταν δύο.
<Θεέ μου>είπε ψιθυριστά αλλά ακούστηκε και στους δύο άντρες.
<Τι έγινε Ευάκι δεν με περίμενες έτσι;>την ρώτησε ο Άρης σαρκαστικά χωρίς να περιμένει απάντηση.
<Μα πως γίνεται>τον ρώτησε η Εύα και ο άλλος άντρας σηκώθηκε από το κρεβάτι.
<Πως τι Εύα; Πώς βγήκα από την φυλακή;>εκείνη έμεινε να τον κοιτάζει και κούνησε καταφατικά το κεφάλι έχοντας μείνει έντρομη.
<Να είναι καλά ο αγαπημένος μου αδελφουλης>της έδειξε τον άλλο άντρα με την κουκούλα και εκείνος γύρισε χωρίς εκείνη.
<Μάνο>φώναξε και γρήγορα από τα μάτια της έτρεξαν δάκρυα.
<Δεν το πιστεύω>συμπληρώσε.
<Δεν το περίμενες. Σωστά;>την ρώτησε και την πλησίασε.
<Με θεωρούσες πραγματικά νεκρό ε; Λάθος Ευάκι. Δε θα σε άφηνα στον Γιάννη στο είχα πει. Αλλά εσύ πρόλαβες και ξανά γκαστρώθηκες από εκείνον. Σε λυπάμαι. Πραγματικά σε λυπάμαι>. Τα μάτια της στέγνωσαν και στο πρόσωπο της ο θυμός είχε εμφανιστεί. Σηκώθηκε και άρχισε να τον πλησιάζει.
<Αφήστε με να φύγω τώρα>τους είπε σταθερά και νευριασμένα ταυτόχρονα.
<Δεν υπάρχει περίπτωση Εύα. Δε φεύγεις από εδώ μέχρι να έρθει ο αγαπημένος σου>γέλασε ειρωνικά ο Μάνος και κοίταξε τον Άρη.
<Δεν πρόκειται να έρθει ως εδώ. Το μέρος του είναι τελείως άγνωστο. Δεν ξέρει καλά την Κέρκυρα>τους τόνισε η Εύα αλλά εκείνοι δεν έδειξαν κανένα ίχνος συμπόνιας.
<Όσο για αυτό μην ανησυχείς. Θα έχει καλή βοηθό>πρόσθεσε ο Άρης. <Τι εννοείς βοηθό;>
<Εννοεί την Μυριελα Εύα μου>της απάντησε ο Μάνος ειρωνικά.
<Και δεν ξέρω πως θα αντισταθεί ο καλός σου σε μια τέτοια γυναίκα>
<Σκάσε>ούρλιαξε στον Άρη.
<Σκάστε και οι δύο. Δεν σας αντέχω άλλο>τους φώναξε πιο ήρεμα και έκατσε στο κρεβάτι.
<Τι δεν αντέχεις Εύα; Την αλήθεια δεν αντέχεις;>την ρώτησε χωρίς να τον νοιάζει αν πονάει.
<Ε λοιπόν δε με νοιάζει. Εγώ παραλίγο να σκοτώθω με τον ίδιο μου τον αδελφό για χάρη σου αλλά εσύ δεν ενδιαφέρθηκες για κανένα μας συνέχεια έτρεχες πίσω από τον Γιάννη. Εκείνη την μέρα στο σχολείο, την θυμάσαι. Εγώ τον είχα στείλει για να τελειώνει μαζί του αλλά εσύ ή χαζή μπήκες μπροστά για να τον προστατέψεις. Και όταν σε είδα στο νοσοκομείο τρελάθηκα. Πόνεσα που εξαιτίας μου είχες  έρθει σε αυτή την κατάσταση. Θύμωσα με τον εαυτό μου και υποσχέθηκα πως δε θα σε ξανά άφηνα δίπλα του. Θα έκανα τα πάντα για να σας χωρίσω. Εκεί εμφανίστηκε και ο πατέρας μου>.
Ο Μάνος σταμάτησε για λίγο και είδε το προβληματισμένο βλέμμα της Εύας.
<Ο πατέρας σου;>τον ρώτησε έκπληκτη.
<Χάρης Παπαδόπουλος. Σου λέει κάτι το όνομα;>
<Δεν είναι δυνατόν. Όχι>
<Και όμως είναι Ευάκι μου. Εσύ μόλις τον αντίκρισες σου θύμισε κάτι. Αλλά έκανες λάθος,δεν σου θύμιζε τον αγαπημένο σου αλλά εμένα. Πέθαινα για σένα Εύα. Ήμουν τρελός για σένα ώσπου έμαθα για την εγκυμοσύνη σου και κατάλαβα πως αυτή ήταν η μοναδική μου ευκαιρία. Σε βοήθησα να μεγαλώσεις την Ιωάννα, βοήθησα εσένα να μεγαλώσεις και όσο μεγάλωνες και ομόρφαινες όλο και πιο πολύ σε ήθελα, όλο και πιο πολύ σαγαπούσα. Ήθελα να σε κλείσω στην αγκαλιά μου και να μην ξανά βγεις  ποτέ από κει. Ήθελα να έρθει η στιγμή που θα σου κάνω έρωτα και θα έλεγες το όνομα μου μέσα από τους αναστεναγμούς σου. Αλλά εσύ αντί για το δικό μου φώναξε εκείνου>. Της υπενθύμισε εκείνη την νύχτα.
<Και τότε εσύ αποφάσισες να με βιάσεις. Σωστά;>τον ρώτησε με ειρωνεία γεμάτη δάκρυα.
<Ήταν μια ατυχή στιγμή. Μια στιγμή που ήθελα να σβήσω. Ξέρεις πως ένιωσα εγώ όταν είπες το όνομα του; .Σε σιχάθηκα Εύα. Σε σιχάθηκα με όλο μου το είναι. Δεν το μετάνιωσα αυτό που σου έκανα και για αυτό δε σου ζήτησα Συγγνώμη ποτέ>.
Η Εύα πλέον στεκόταν μπροστά από τις γυάλινες τζαμαρίες και έκλαιγε. Μάνος την πλησίασε και πήγε να την ακουμπήσει αλλά εκείνη αποτραβήχτηκε.
<Και μετά έφυγα με την Χριστίνα για Αθήνα. Από ένα τηλεφώνημα μου με τον Άρη κατάλαβε τι γινόταν και με απείλησε πως θα σου το έλεγε. Δεν είχα επιλογή έπρεπε να την βγάλω από την μέση και για αυτό το λόγο στον γυρισμό τράκαρα με δύναμη πάνω σε μια κολώνα. Χτύπησα και εγώ αλλά μετά από ένα μήνα ξύπνησα από το κόμμα. Η Χριστίνα είχε πεθάνει αλλά πλέον δε με ένοιαζε>. Σταμάτησε και η Εύα γύρισε το κεφάλι της και τον κοίταξε ύστερα άπλωσε το χέρι της και τον χτύπησε με όλη της την δύναμη.
<Σκοτώνεις ανθρώπους, καταστρέφεις ανθρώπους και μου λες πως μ αγαπάς. Δεν την θέλω την αγάπη σου. Την σιχαίνομαι, σε σιχαίνομαι. Με όλο μου το είναι>. Ο Μάνος την χτύπησε και εκείνος με τέτοια δύναμη που την έκανε να χάσει τις αισθήσεις της.

Το σκοτάδι είχε πυκνώσει αρκετά πολύ όταν η Εύα ξύπνησε. Βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Το κορμί της είχε παγώσει από την υγρασία και το κρύο που υπήρχε. Δεν κουνήθηκε πολύ από το κρεβάτι μονάχα ανασηκώθηκε. Οι δυνάμεις της την είχαν εγκαταλείψει. Είδε τον Μάνο να την πλησιάζει και να της πετάει ένα μαύρο μπουφάν. Ίσως το δικό του.
<Φόρα το> της είπε μόνο και στάθηκε μπροστά από το παράθυρο. Ο Άρης ξαφνικά εμφανίστηκε βγαίνοντας από μια πόρτα.
<Όλα έτοιμα>είπε και κοίταξε τον αδελφό του. Εκείνος το μόνο που έκανε ήταν να κουνήσει θετικά το κεφάλι του. Όλη η κατάσταση την είχε τρελάνει. Ήταν και οι δύο τους άρρωστοι και στα αλήθεια φοβόταν για το τι θα μπορούσαν να κάνουν στον Γιάννη της.
<Τι έχετε κάνει; Πείτε μου σας παρακαλώ. Πολύ>τους κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο απόγνωση και εκείνοι γέλασαν κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο.
<Τίποτα το σημαντικό. Απλά απειλήσαμε τον καλό σου πως αν δεν σε βρει σε μια ώρα θα σκοτώσουμε και εσένα και το μωράκι σου>. Ειχε μείνει να τους κοιτάζει χωρίς συναίσθημα, χωρίς έκφραση στο πρόσωπο της. Αν πάθαινε κάτι ο Γιάννης της θα πέθαινε. Ούτε σαν μικρή ιδέα δε μπορούσε το μυαλό της να το χωρέσει.
<Δε θα με βρει. Δεν πρόκειται να έρθει μέχρι εδώ πάνω. Σας λέω πως δεν ξέρει το μέρος. Γιατί δεν καταλαβαίνετε;>τους ρώτησε απογοητευμένη και άφησε τα δάκρυα της να κυλήσουν.
<Και εσύ δεν καταλαβαίνεις πως δε θα είναι μόνος του. Θα τον φέρει η Μυριελα μέχρι εδώ και μετά....>σταμάτησε ο Μάνος.
<Και μετα;>τους ρώτησε και σηκώθηκε από το κρεβάτι.
<Και μετά τι; Τι θα του κάνετε γαμώτο τι;>συνέχισε η Εύα με δυνατή αλλά ταυτόχρονα θυμωμένη φωνή...
<Αυτό που του αξίζει Ευάκι. Θα μάθει να χάνει και εκείνος όπως έχασα και εγώ>.
Κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι της χωρίς να καταλαβαίνει τι γινόταν. Δεν πίστευε πως θα παντρευόταν έναν τέτοιο άνθρωπο. Πήγε και ξανά έκατσε στο κρεβάτι και χαϊδέψε την μικρή κοιλίτσα της.
<Θα πάνε όλα καλά μικρό μου. Μην ανησυχείς>ψιθύρισε στο μωράκι της και ένιωσε κάτι να κινείται εκεί μέσα.

Πετάχτηκε από έναν δυνατό θόρυβο. Είδε τον Άρη να σπρώχνει μέσα στην αποθήκη τον Γιάννη της αλλά πριν προλάβει να σηκωθεί και να τον βοηθήσει.... ο Μάνος είχε προλάβει να τον καρφώσει με το μαχαίρι του. Και τότε η καρδιά της πάγωσε από τον πόνο, τα μάτια της θόλωσαν και η ζωή της γκρεμίστηκε.....

Εύχομαι να σας άρεσε. Τι λέτε να γίνει στα επόμενα κεφάλαια??

Σχεδόν Μαζί ~Ολοκληρωμένη~Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα