Κεφάλαιο 5: Μοίρα χειρότερη απ' τον θάνατο (μέρος 2)

429 81 103
                                    


  

Το δωμάτιο του Μπιλ Μαρς δεν θυμίζει σε τίποτα δωμάτιο κανονικού εφήβου. Όπως όλα τα δωμάτια του Ντέιβις Πλέις, είναι μικρό, κλειστοφοβικό και περιβάλλεται από γυμνούς, λευκούς τοίχους στους οποίους δεν έχει κρεμάσει τίποτα από αυτά που κρεμάνε συνήθως οι συνομήλικοι του, καρτ ποστάλ, αφίσες της Μέγκαν Φοξ ή της Τζέσικα Άλμπα και φωτογραφίες με φίλους. Το μοναδικό πράγμα που στολίζει τους τοίχους σε αυτήν εδώ την κενή τρύπα είναι μια κατακόκκινη πεντάλφα σε κύκλο πρόχειρα ζωγραφισμένη με κιμωλία, η οποία κρέμεται ακριβώς επάνω απ' το κρεβάτι του.

Γιατί μουτζουρώνει τους τοίχους με αυτές τις βλακείες, λες να 'ναι σατανιστής;

Το αντιπαρέρχομαι συγχυσμένη. Κάτι άλλο που προσέχω παραξενεμένη είναι πως ο Μπιλ δεν έχει αραδιάσει πουθενά τα προσωπικά του αντικείμενα, παπούτσια, ρούχα και βιβλία δεν βλέπεις πουθενά. Το μοναδικό πράγμα που έχει κουβαλήσει εδώ μέσα είναι μια μυστηριώδης βαλίτσα-χαρτοφύλακας σε μαύρο χρώμα, κι αυτό είναι όλο. Τίποτα περισσότερο. Την κοιτάζω καχύποπτα, τι περιέχει, άραγε; Ω, ποιος νοιάζεται; Έχουμε πολύ πιο σημαντικά πράγματα να μας απασχολούν.

Στέκομαι διστακτική κι αβέβαιη στο κατώφλι του δωματίου 66, ενώ ο Κάι Γκρίνγουντ πηγαινοέρχεται νευρικά πέρα-δώθε, ξανά και ξανά, λες και του 'χεις βάλει νέφτι. Πραγματικά δεν μπορεί να σταθεί ούτε λεπτό, καθώς εξηγεί στον Μπιλ Μαρς ποιο είναι το πρόβλημά μας.

«Δε... δεν καταλαβαίνω τι παί... τι παίχτηκε, δικέ μου. Θέλω να πω... έφτιαξα κύκλο με αλάτι και... και μετά κάναμε όλοι έναν άλλο κύκλο, εντάξει; Έναν καθώς πρέπει κύκλο πέντε ατόμων. Είχαμε τον Ouija της Ρότζερς, την φωτογραφία της Μία για να μπορούμε να συγκεντρωθούμε στην σκέψη της και πασάλειψα και το σφηνοπότηρο με εκείνα τα σορόπια. Μετά απάγγ... απάγογγ... απαγχόνισα όλα αυτά τα μαγικά λόγια που μου 'μαθες...». Ο Κάι κουνάει μπερδεμένος το κεφάλι του, ανασηκώνει απολογητικά τους ώμους του, και στο τέλος παύει να κινείται και ρίχνει το πρόσωπό του στις παλάμες του.

Είναι τόσο μπερδεμένος, φοβισμένος κι αδιαφώτιστος όσο κι εγώ.

Ο Μπιλ Μαρς τον παρακολουθεί προσεκτικά με τα χάλκινα φρύδια του σουφρωμένα.

«Εννοείς ότι απήγγειλες τα λόγια;» απορεί.

 «Και τα απήγγειλε και τα απαγχόνισε», παρεμβαίνω άκεφα. «Με τόσα σαρδάμ...»

Το ΚτήνοςWhere stories live. Discover now