Κεφάλαιο 5: Μοίρα χειρότερη απ' τον θάνατο (μέρος 3)

436 81 136
                                    


  

Α, δεν θα βγάλω άκρη σήμερα. «Δε... δεν καταλαβαίνω», μουρμουρίζω ζαλισμένη. «Είσαι ένας άγγλο-αμερικανό-πορτογαλό-κινέζος ηθοποιός από την Χαβάη;»

Πφφ, δεν είναι η πρώτη φορά που σκέφτομαι ότι ο Keanu Reeves έχει μυστήρια καταγωγή.

«Τι;», ξαφνιάζεται ο Μαρς. «Όχι, όχι. Εννοώ ότι είμαι σαν τον χαρακτήρα που, πώς το είπες, πολεμάει δαίμονες και τρομακτικά πράγματα. Υπερφυσικός ντετέκτιβ. Κυνηγός τεράτων. Εξορκιστής».

«Στάσου», τον διακόπτω, ενώ νιώθω τον εγκέφαλό μου έτοιμο να εκραγεί από την συνεχή εισροή πληροφοριών. «Υ... υ... υπάρχουν εξορκιστές;»

«Γιατί να μην υπάρχουν;», αμύνεται εκείνος. «Και βέβαια υπάρχουν, και μερικές φορές, αν είσαι τυχερή, είναι ψηλοί, γεροδεμένοι και κοκκινομάλληδες. Μην στριφογυρνάς ειρωνικά τα μάτια σου. Εάν πιστεύεις στα πνεύματα, τα φαντάσματα και τους δαίμονες, τότε θα πρέπει να πιστεύεις και σε αυτούς».

«Θέλω να διαφωνήσω», ομολογώ. «Αλλά ακούγεσαι αφοπλιστικά λογικός μέσα στην όλη παράνοια. Συνέχισε».

Ο Μπιλ γέρνει προς τα πίσω και μαζί γέρνει και η καρέκλα του, η οποία σηκώνεται τρίζοντας στα δύο πισινά της πόδια. Ο Μπιλ απομένει να τραμπαλίζεται εκεί για κάμποσο. Είτε για να με εκνευρίσει, είτε για να παρατείνει την αγωνία. Δεν ξέρω τι απ' τα δύο ισχύει. «Το Τάγμα του Πολεμιστή του Φωτός είναι μια μυστική επιχείρηση που λειτουργεί κρυφά εδώ και αιώνες και τα μέλη της βρίσκονται διασκορπισμένα σε ολόκληρη την Υφήλιο», μου εξηγεί τελικά. «Η Γκουέν κι εγώ είμαστε μέλη της Αδελφότητας τα τελευταία πέντε χρόνια. Πολεμιστές. Θυμάσαι τι σου είχα πει όταν σε γνώρισα και με γνώρισες στο κεντρικό κτίριο του Ντέιβις; Ότι το όνομα των Μαρς είναι άμεσα συνδεδεμένο με μια αιματοχυσία που συνέβη στο Κάσλμπαρ της Ιρλανδίας; Ότι η Γκουέν και εγώ μπήκαμε μέσα στην εκκλησία του Αγίου Σεραφείμ και ξεπαστρέψαμε όλους όσοι βρίσκονταν εκεί;»

Μα καλά, θέλει κι ερώτημα;

«Και βέβαια το θυμάμαι», του απαντώ στρυφνά. «Γελάγατε και κορδωνόσασταν. Ήσασταν η επιτομή αυτού που λέμε ανατριχιαστική χαρά του δολοφόνου. Με φρικάρατε περισσότερο κι από την Μπένετ, εντάξει, αυτό είναι υπερβολή, αλλά με φρικάρατε αρκετά».

Αφήνει την καρέκλα του να πέσει μπροστά κι όταν τα μπροστινά της πόδια χτυπάνε το πάτωμα, ο Μπιλ σηκώνεται και με πλησιάζει με φούρια. «Βάλενταϊν», με πιάνει απ' το μπράτσο και τα μακριά, τραχιά του δάχτυλα με σφίγγουν, θαρρείς για να με συνετίσει, να μου επιστήσει την προσοχή σε κάτι. «Υπήρχε λόγος που η αδερφή μου και εγώ πήγαμε στην εκκλησία, υπήρχε λόγος που επιτεθήκαμε».

Το ΚτήνοςWhere stories live. Discover now