Συναισθήματα

39 16 0
                                    

Μια λάμψη έκανε τα μάτια μου να ανοίξουν. Ο ήλιος μόλις είχε ανατείλει. Ήμασταν σκεπασμένοι με το σεντόνι. Το χέρι του αγκαλιαζε απαλά την μέση και την κοιλιά μου. Έφερα στο μυαλό μου την χθεσινή νύχτα. Ήταν σαν όνειρο αλλά ακόμη καλύτερο! Χαμογέλασα. Ένιωθα την ανάσα του, τον χτύπο της καρδιάς του! Ήταν ένα μοναδικό άκουσμα. Χαΐδεψε απαλά το κεφάλι μου. Γύρισα πλευρό και τον κοίταξα. Μου χαμογέλασε γλυκά και τον φίλησα. Τα μάτια μου δεν μπορούσαν να σταματήσουν να τον κοιτάζουν. Ήταν σαν να μην υπήρχε τίποτα άλλο στο δωμάτιο. Μόνο εγώ κι αυτός. "Καλημέρα." είπε με μια γλυκιά και χαρούμενη φωνή. "Καλημέρα." απάντησα και συνέχιζα να του χαμογελάω. "Είσαι πανέμορφη." είπε. Μετά από λίγα λεπτά που μου φάνηκαν δευτερόλεπτα ντυθήκαμε και σηκωθήκαμε.

   Κατεβήκαμε τις σκάλες και πήγαμε προς την κουζίνα. Όλοι ήταν εκεί εκτός από τον Damon και τον Edward. "Θες καφέ;" ρώτησε η Jacqueline. "Ναι ευχαριστώ." απάντησα και της χαμογέλασα. Ο Klaus καθόταν σε ένα σκαμπό κοντά στον πάγκο της κουζίνας και μας κοιτούσε με ένα πονηρό βλέμμα που υποδήλωνε ότι ίσως είχε καταλάβει τι είχε συμβεί. "Εσείς οι δύο.......;" είπε κοιτάζοντας τον Elijah. "Niklaus! Σοβαρέψου!" είπε με έναν επιτακτικό τόνο. Ο Klaus σήκωσε για λίγο τα φρύδια του και χαμογέλασε με αυτό το κλασικό πονηρό του χαμόγελο. "Πως σας φαίνεται το Ravenswood;" ρώτησα θέλοντας να αλλάξω την συζήτηση. "Όμορφο με πολλούς ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα την ύπαρξη των βαμπίρ." είπε η Jacqueline και μου έδωσε μια κούπα με καφέ. Ήπια μια γουλιά. "Γνώρισα μια γνωστή σου." είπε ο Klaus. "Αλήθεια; Ποιά;" ρώτησα περίεργη. "Την έλεγαν Mona." Ξεροκατάπια. Με κοίταξε περίεργος. "Είπα κάτι που δεν έπρεπε;" ρώτησε. "Οχι απλώς......η Mona ήταν η πρώτη 'Α'. Δεν της είπες ότι είμαι εδώ σωστά;" ρώτησα κρύβοντας το άγχος μου. "Όχι. Έτσι κι αλλιώς την ψυχανάγκασα να ξεχάσει ότι με συνάντησε όποτε όλα είναι καλά." απάντησε ήρεμος. Ένα μειδίαμα ανακούφισης ήρθε στα χείλη μου. "Ωραία......Η ομάδα της 'Α' δεν υπάρχει πια. Καταστράφηκε όταν......σκότωσα την αδελφή μου." είπα. Ένιωθα ακόμη περισσότερες ενοχιές για αυτό που έκανα την Marlissa. "Τότε ποιός ήθελε να έρθεις εδώ και μόνη σου;" ρώτησε ο Klaus. "Δεν ξέρω. Αλλά θα μάθουμε σύντομα." είπα όσο πιο αληθινά μπορούσα. Δεν ήθελα να τους πω ότι ξέρω για τους κυνηγούς. Χρειαζόμουν περισσότερες πληροφορίες γι αυτούς. Το βλέμμα του Klaus έδειχνε ότι δεν με πίστευε. Σταμάτησα να τον κοιτάζω για να μην δει στο βλέμμα μου ότι έλεγα ψέματα. "Θα τις βρούμε και θα φύγουμε από εδώ το συντομότερο. Πρέπει να φύγω τώρα. Έχω να αποκαλύψω σε κάποιους ότι είμαι ζωντανή." είπα και πήρα μια βαθιά ανάσα. "Θες να σε πάω εγώ στο σχολείο;" ρώτησε ευγενικά ο Elijah. "Όχι ευχαριστώ. Θα πάω μόνη μου." απάντησα χαμογελαστή και έφυγα.
Όπως έβγαινα από το σπίτι άκουσα την φωνή της Jacqueline. "Δεν την πιστέψατε σωστά;" ρώτησε. Ένα από τα καλά του να είσαι βρικόλακας ήταν οι μεγιστοποιημένες αισθήσεις. Μπορούσα να ακούσω πάρα πολύ καθαρά τι έλεγε. "Κάνε ησυχία! Μπορεί να μας ακούσει τώρα." απάντησε ο Klaus δυναμόνοντας λίγο τον τόνο της φωνής του. Προχώρησα λίγο. Θυμήθηκα ότι είχα βάλει κάποιες κάμερες στο σπίτι όταν είχα ξανάρθει όποτε θα μάθαινα αργότερα τι είπαν. Στον δρόμο όλοι με κοιτούσαν άναυδοι. Αλήθεια πίστευαν πως ήμουν νεκρή. Ένα μεγάλο μέρος μου διασκέδαζε αυτήν την προσοχή αλλά ένα μικρό όχι. Πήγα στο αστυνομικό τμήμα και στάθηκα απέξω. Είχα δύο επιλογές. Να μπω μέσα και να μάθουν όλοι ότι είμαι ζωντανή ή να φύγω και να ψυχαναγκάσω τους πάντες να με ξεχάσουν. Η πρώτη επιλογή ήταν ένα μεγάλο ρίσκο που σίγουρα δεν μπορούσα να πάρω εκείνη την στιγμή. Τρομοκρατίθηκα! Τα πόδια μου καρφώθηκαν στην γη και τα χέρια που πάγωσαν. Κοιτούσα το κτίριο κοκαλωμένη. Όχι! Δεν ήμουν έτοιμη να το κάνω αυτό! Γύρισα βιαστικά προς την αντίθετη κατεύθυνση αλλά με σταμάτησαν τα κορίτσια που βρισκόντουσαν ακριβώς μπροστά μου. "Τι κάνεις;" ρώτησε η Spencer. "Κοιτάξτε. Σας είπα ότι θέλω να το αποκαλύψω αλλά δεν μπορώ!" είπα τρομοκρατημένη. "Ali είμαστε κοντά σου. Δεν είσαι μόνη σου σε αυτό." είπε η Aria με ένα καθυσηχαστικό βλέμμα. "Ναι απλά κάντο! Δεν μπορείς να κρύβεσαι όλη σου την ζωή σαν ποντίκι." είπε η Hanna. Χαμογέλασα λίγο. Τα λόγια τους ήταν ενθαρρυντικά κάτι που με βοήθησε πολύ. "Εντάξει θα το κάνω. Ευχαριστώ που είστε κοντά μου." είπα αποφασιστηκά. Μπήκαμε μέσα στο κτίριο. Δεν ανήκε σε κανέναν όποτε μπορούσα να μπω χωρίς να προσκληθώ. Μας πλησίασε ένας ψηλός, γυμνασμένος καστανόξανθος κύριος με μπλε μάτια. Φορούσε άσπρο πουκάμισο και καφέ παντελόνι. Με κοίταξε και το βλέμμα του ξαφνιάστηκε. "Γειά σας. Ψάχνετε κάποιον;" ρώτησε ξαφνιασμένος. "Με λένε Alison dilaurentis. Νομίζω ότι με αναζητούσατε." είπα με ένα σοβαρό βλέμμα. "Ναι φυσικά. Σε ψάχνουμε από τότε που εξαφανήστηκες." είπε ο αστυνόμος με το ίδιο ξαφνιασμένο βλέμμα. "Δεν εξαφανήστηκα. Με απήγαγαν." είπα ταραγμένη. Τα κορίτσια με κοίταξαν παραξενευμένες. Ήξερα τι σκεφτόντουσαν αλλά ήταν καλύτερο για όλους να μην έλεγα την αλήθεια. "Μάλιστα. Μπορείς να περάσεις μέσα στο δωμάτιο ανάκρισης και να μας πεις ότι συνέβη." είπε ευγενικά και μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο.

𝑳𝗶եե𝐥ℯ ʂⱳℯℯեWhere stories live. Discover now