"Ο ευγενικός κύριος"

14 2 0
                                    

"Έχουμε πολλά να πούμε δεν νομίζεις;" με ρώτησε με πονηρό βλέμμα η Addison. Οι σκέψεις της ήταν ήρεμες. Δεν ήθελε να με σκοτώσει αλλά εγώ φοβόμουν για κάποιο λόγο! Ξεροκατάπια. "Τι θες να πούμε;" ρώτησα. "Α τίποτα ιδιαίτερο! Το γεγονός ότι με έριξες σε κόμμα με το αμάξι σου κ-". "Σσσ! Εντάξει κατάλαβα τα θυμάσαι." την διέκοψα. Αγχώθηκα ακόμη πιο πολύ. Για κάποιο λόγο το βλέμμα της είχε ένα ίχνος κακίας και μίσους. "Έκανες και εσύ άσχημα πράγματα αν θυμάσαι." της είπα. "Με έχεις παρεξηγήσει Edward. Δεν είχα κανένα λόγο να σκοτώσω-" είπε ήρεμη. "Αλήθεια; Δεν είχες; Τότε γιατί τα δακτυλικά σου αποτυπώματα ήταν πάνω στο σώμα της;" ειρωνεύτικα. Όμως έβλεπα πως δεν είχε πρόθεση να παραδεχτεί την αλήθεια. Ούτε που το σκεφτόταν! Ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο μου. Ήταν η Alison. Η Addison με κοίταξε πονηρά.




"Έλα σήκωσε το! Πες την 'αλήθεια' που έμαθες και κέρδισε την ξανά!" ειρωνεύτικε. "Της αξίζει να ξέρει." μουρμούρισα κοιτάζοντας το τηλέφωνο μου σκεπτικός. Κοίταξα την Addison αλλά δεν ήταν πουθενά. "Αν πιστεύεις πως αξίζει να της καταστρέψεις κι άλλο την ψυχολογία για έναν φόνο που δεν ξέρεις αν έχω κάνει, πες το! Κανείς δεν σε σταματάει." ψυθήρισε τσαντισμένη και εξαφανίστηκε.


Κοιτούσα γύρω μου σχεδόν τρομαγμένος. Ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπα σε μια τόσο τρομακτική και σκοτεινή κατάσταση. Έπρεπε να πω στην Alison την αλήθεια ή όχι; Έπρεπε να το μάθει; Χρειαζόταν να το μάθει! Αλλά...




Αλλά ίσως να μην της το έλεγα ακόμη. Όταν μου ζήτησε εκείνη την αγκαλιά κατάλαβα πόσο χάλια ήταν ψυχολογικά και πόση υποστήριξη χρειαζόταν...το τηλέφωνο χτύπησε ξανά. Εκείνη ήταν. Το σήκωσα. "Γειά." είπα εύθυμα.



"Γειά! Είδα τις πενήντα κλίσεις σου. Όλα καλά;" ρώτησε. Ακουγόταν ήρεμη μετά από καιρό. Έπρεπε να της πω ή όχι; Αν δεν το έκανα ίσως να το μάθαινε από την Addison ίσως και όχι. "Εεε όχι! Απλά σε έψαχνα!" απάντησα βιαστικά. "Α! Θες να έρθεις στο παρκο κοντά στην λίμνη; Να πάμε μια βόλτα;" πρότεινε. Φυσικά και ήθελα! "Ναι. Σε λίγη ώρα θα είμαι εκεί." απάντησα και έκλεισα το τηλέφωνο. Ήμουν πολύ αγχωμένος στο τι θα έπρεπε να πω. Ίσως όμως να ήθελε εκείνη να μου πει κάτι από το παρελθόν της. Όπως και να ήταν η κατάσταση χρειαζόταν να ήμουν προετοιμασμένος για κάθε ενδεχόμενο.





Εκείνη την στιγμή η Amelia γυρνούσε προς το σπίτι της. Προχωρούσε ήρεμα στον δρόμο μέχρι που πρόσεξε κάποιον να την παρακολουθεί. Συνέχισε να προχωρά με έντονο βηματισμό και σταμάτησε μπροστά από ένα αμάξι. Κοίταξε στα παράθυρα τον Phillip να καθρεφτίζεται. "Motus!" μουρμούρισε και το έσπρωξε μακριά. Τον πλησίασε. "Τι θέλεις πάλι;" απαίτησε.



𝑳𝗶եե𝐥ℯ ʂⱳℯℯեWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu