*43*

30.3K 1.6K 591
                                    


"Πάλι γυρνάς στο μυαλό μου σε βλέπω μεσ' το ποτό μου και μεσ' του νου μου τη ζάλη σε παίρνω από άγνωστο πάλι."

x x x x x x x

Ο Στέφανος δεν είχε έρθει ακόμη και η Μάρτζι προσπαθούσε να με ζεστάνει, χωρίς επιτυχία όμως.

Έτρεμα σαν το ψάρι και κρύωνα υπερβολικά πολύ.

Είμαι σίγουρη πως αρρώστησα.

Τον είδα να περπατάει γρήγορα προς το μέρος μας αλλά μόλις παρατήρησα καλύτερα το σώμα και το πρόσωπο του, τα μάτια μου γούρλωσαν.

Γαμώτο.

Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα κοντά του και έπιασα ελαφρά το πρόσωπο του, ακουμπώντας τα δάχτυλα μου στα μάγουλα του.

Είχε μερικά σκισίματα στα χείλι και φαινόταν κουρασμένος.

Το σώμα του ήταν γεμάτο χώματα και γδαρσίματα, ενώ τα χέρια του κατακόκκινα, γδαρμένα και γεμάτο αίματα.

Ηλίθιε.

Γιατί πλακώθηκες για μένα και έγινες έτσι.

Πονάω που τον βλέπω σε αυτή την κατάσταση γαμώτο.

Έπεσα στην αγκαλιά του χωρίς να το σκεφτώ παραπάνω και φίλησα το γυμνό του στέρνο.

"Πάμε να φύγουμε μωρό μου" μουρμούρισε γλυκά και κατέβασε το φούτερ του, που είχε σηκωθεί και φανέρωνε ελάχιστα το κώλο μου.

"Μάρτζι μείνε εδώ ο Άλεξ είναι πίσω μου. Θα χρειαστεί και αυτός βοήθεια" την ενημέρωσε και ξαφνικά ξεπρόβαλε η φιγούρα του.

Η Μάρτζι έτρεξε κοντά του και τον πήρε αγκαλιά.

Είναι τόσο γλυκούλια μαζί.

"Πάμε μωρό μου" είπε και έπιασε το χέρι μου.

Ένωσε τις παλάμες μας και γέμισε τα κενά από τα δάχτυλα μας μεταξύ τους.

Σε ευχαριστώ ρε βλακάκο μου.

Περιμέναμε για λίγα λεπτά στο δρόμο δίπλα από το παρκαρισμένο λεωφορείο και τότε το αμάξι του Στέφανου μαζί με ένα μεγάλο τζιπ ήρθαν μπροστά μας.

Ένας τύπος βγήκε από το αμάξι του Στέφανου και πήγε στο τζιπ, το οποίο έφυγε αμέσως.

Βόλεψα το σώμα μου στο κάθισμα αλλά το κρύο τρυπούσε το γυμνό μου δέρμα.

Κουλουριάστηκα, όσο περισσότερο μπορούσα, σαν μωρό παιδί και τα δόντια μου άρχισαν να τρίζουν.

Ήσουν το μεγαλύτερο μου λάθοςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα