Κεφάλαιο 15

191 21 0
                                    

Μάρκος

"Μάλλον το μινιόν δεν θα έρθει και σε κοροϊδεψε."

Η αδελφή μου έχει σηκωθεί όρθια και περπατούσε πέρα δώθε.

"Μην λες σαχλαμάρες Κεν, εδώ κοντά θα βρίσκεται. Μπορεί να έχασε το αστικό ή να μπέρδεψε την πολυκατοικία. Θα έρθει από στιγμή σε στιγμή."

Δεν ξέρω αν το καταλάβατε αλλά <Κεν> λέει εμένα. Από μικρή με φωνάζει έτσι. Της έχει κολλήσει ότι μοιάζω με τον γκόμενο της κούκλας αυτής, μπάρμπυ την λένε νομίζω. Επαιζε μαζί της όταν ήταν μωρό και τώρα δεν λέει να το κόψει. Άλλωστε εγώ είμαι πιο όμορφος από αυτον τον ανόητο ζιγκολό.

"Σταμάτα επιτέλους αυτό το ηλιθιο αστείο. Μάρκο με λένε."

"Και την Χαρά, Χαρά την λένε αλλά εσύ συνεχίζεις να την αποκαλείς <μινιόν>."

Τρομάζω με αυτήν την υπεράσπιση που δείχνει για την ξαδέλφη του κολλητού μου. Είπαμε να κάνουν παρέα αλλά αυτές κοντεύουν να κάνουν και κόμμα εναντίων μου. Ικανές τις έχω και τις δύο. Μόνο που το σκέφτομαι, τρέμω.

" Να κοιτάς την δουλειά σου εσύ μικρή. Αντε γιατί από τότε που κάνεις παρέα μαζί της πολύ αέρα έχεις πάρει και δεν θα τα πάμε καλά."

"Δεν το σηκώνει, τι να κάνω;"

Λέει ενώ έκανε άλλη μια προσπάθεια να την πάρει τηλέφωνο.

"Τι ώρα είπε θα έρθει;"

"Σε 10 λεπτά είπε θα είναι εδώ. Από τότε έχει περάσει μισή και παραπάνω ώρα. "

Εχουμε και λέμε:

1) έχει αργήσει μισή ώρα
2)δεν σηκώνει το κινητό της
3)έξω έχει σκοτείνιασε για τα καλά
4) εκείνος ο μυαλάκας από την Ιταλία έχει μέρες να ακουστεί

Τώρα έχω αρχίσει να ανησυχώ και εγώ. Στην τσέπη μου δονείται το κινητό μου και κάνω κίνηση να το πιάσω. Στην οθόνη αναγράφεται το όνομα του Γιάννη. Άσχημα τα πράματα.

"Γιάννη, τώρα θα σε έπαιρνα και εγώ. Ξέρεις που είναι η Χαρά γιατί την παίρνει τηλέφωνο η αδελφή μου και δεν το σηκώνει."

Τον πήρα μονότερμα τον άνθρωπο και δεν πρόλαβε να μιλήσει. Δεν χρειάστηκε να πει πολλά για να καταλάβω τι έχει γίνει.

"Αυτός. Αυτός την πήρε. "

Χαρά

Κοιμόμουν βαριά. Ναι δεν εξηγείται αλλιώς που δεν μπορώ να ανοίξω τα βλέφαρά μου.
Μία μυρωδιά υγρασίας με κάνει και βήχω. Πάλι άφησε το παράθυρο ανοιχτό ρε μάνα; Ανοίγω τα μάτια μου και δεν βλέπω τίποτα. Περνάνε λίγα δευτερόλεπτα και τα μάτια μου συνηθίζουν το σκοτάδι. Από μία χαραμάδρα μπαίνει λιγοστό φως και μπορώ να διακρίνω το μέρος. Δεν είμαι στο σπίτι μου. Που είμαι;

Υπόθεση καρδιάςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα