Έρευνα

2.3K 206 7
                                    

Όταν επέστρεψε στο ξενοδοχείο της, οι πρώτες σταγόνες βροχής είχαν αρχίζει να πέφτουν ορμητικά στο ζεστό έδαφος.
Η Νόρα έπεσε στο κρεβάτι της και έκλαψε όσο δεν είχε κλάψει αυτές τις ημέρες.
Είχε περάσει μια ζωή καθημερινή όπως πολλοί άνθρωποι γύρω της με χαρούμενες στιγμές και μικρά ή μεγαλύτερα δράματα. Πότε δεν σκέφτηκε πως ήταν κάτι ξεχωριστό ή πως άξιζε κάποιας ειδικής μεταχείρισης. Περνούσε τη ζωή της ήσυχα ή ανήσυχα αλλά πάντα με την εντύπωση πως άλλοτε η μοίρα και άλλοτε οι επιλογές της, την οδηγούσαν στα μονοπάτια που διάβαινε.
Αυτό το σημερινό όμως ήταν κάτι διαφορετικό. Την έκανε να νιώσει πως ήταν στη μέση γεγονότων και μυστικών που δε γνώριζε και όμως είχαν προηγηθεί και την κύκλωναν
Σκέφτηκε τον καλό της πατέρα στο τέλος της ζωής του να σηκώνει το τηλέφωνο για να ζητήσει βοήθεια από μια γυναίκα που δεν είχε γνωρίσει ποτέ στη ζωή του. Και μάλιστα να της ζητάει βοήθεια γιατί φοβόταν τη γυναίκα του. Για ποιο λόγο; Ναι τον είχε εγκαταλείψει. Ήταν αυτός λόγος να πιστεύει πως θα την πλησίαζε μετά τον θάνατο του για να της πάρει λεφτά; Μήπως τον είχε πλησιάσει νωρίτερα και πίστευε πως θα κάνει το ίδιο και στην ίδια; Το κεφάλι της γύριζε και δεν ήθελε να σηκώσει το κεφάλι της από το μαξιλάρι.
Θα ήθελε να ρωτήσει την Ελένη να ακούσει τι έχει να της πει αλλά η αλήθεια είναι πως αυτή η συζήτηση θα ήταν άκαρπη, το γνώριζε εξ αρχής αυτό η Νόρα.
Αν εκείνη είχε κάτι να κρύψει, τότε σίγουρα δε θα της έλεγε την αλήθεια.
Σκούπισε τα μάτια της και ανακάθισε στο κρεβάτι, ανάμεσα στα ανακατεμένα λευκά σεντόνια της.
Ξαφνικά αναδύθηκε από μέσα της μια δύναμη που δε πίστευε πως είχε. Σκέφτηκε πως αυτή η ιστορία έπρεπε να λυθεί και σίγουρα όχι με ερωτήσεις στη "μανούλα". Είχε παλέψει πολύ στη ζωή της και αν ήταν να βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα, θα φρόντιζε τουλάχιστον να χορέψει αγέρωχα πριν την παρασύρει.
   Η αρχική της ιδέα ήταν ακόμη ακατέργαστη. Σίγουρα έπρεπε να μαζέψει πληροφορίες αλλά όχι μιλώντας με την Ελένη. Θα έβρισκε έναν τρόπο και μια ευκαιρία για να ανακαλύψει αν οι υποψίες του πατέρα της είχαν  αντίκρισμα.
Σηκώθηκε από το κρεβάτι της και κοίταξε το κινητό της. Ήταν ακόμη νωρίς, μόλις έντεκα. Προλάβαινε να πάει να πιει ένα καφεδάκι στη πλατεία και να διαβάσει την αγαπημένη της Austen που την είχε παραμελήσει.
Η προοπτική ενός χαλαρού πρωινού χωρίς τη συντροφιά κανενός, της έδωσε κουράγιο να πλύνει το πρόσωπο της, να φρεσκάρει το ελαφρύ μακιγιαζ της και να βγει από το δωμάτιο πολύ διαφορετική από τη γυναίκα που είχε μπει κλαίγοντας πριν μισή ώρα.

Αγάπης πόλεμοςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα