(24)

1.1K 128 0
                                    

Η κοπέλα κλαίει ασταμάτητα. Δεν μπορεί να το πιστέψει... έστειλε έναν άνθρωπο στον άλλο κόσμο. Έχει πέσει κάτω και κλαίει, ο λυγμός της γίνεται παράπονο και το παράπονο πόνος και τύψεις. Σηκώνεται όρθια και αρχίζει να περπατάει προς τα έξω. Μόλις φύγει από το νοσοκομείο τρέχει μέχρι το σπίτι της. Μπαίνει μέσα και κοπανάει την πόρτα. Ακουμπάει την πλάτη της πάνω της και καθώς πέφτει σιγά-σιγά προς το πάτωμα, κλαίει. Νιώθει τόσες τύψεις, νιώθει τόσο χάλια. Δεν έπρεπε να πεθάνει. Δεν έπρεπε... και γιατί κανείς δεν της είπε τίποτα; Γιατί την άφησαν στην άγνοια; Πότε θα της το έλεγαν; Έπρεπε να το μάθει τυχαία από μια άκυρη νοσοκόμα; Έτσι κάνουν οι φίλοι;

Τρέχει πάνω στο δωμάτιό της. Βγάζει τα ρούχα της, τα πετάει στο κρεβάτι της και πηγαίνει να κάνει ένα μπάνιο. Όπως σαπουνίζει να μαλλιά της, το βλέμμα της πέφτει πάνω στο ξιραφάκι της. Το κοιτάζει για αρκετή ώρα, ώσπου το παίρνει στα χέρια της. Τον αφήνει πίσω και πάει να βγει, όμως νιώθει πως κάτι την τραβάει. Το ξανά παίρνει στα χέρια της.

Αρχίζει να το ξεβιδώνει ώσπου μένουν μόνο οι λεπίδες. Πιάνει την μία και την επεξεργάζεται. Μετά από λίγο την πλησιάζει στον καρπό της. Όμως φοβάται και την απομακρύνει. Τελικά, την ανεβάζει πιο πάνω και αρχίζει να την πιέζει στο δέρμα της. Το κάνει και στα δυο τις χέρια αρκετές φορές. Πονάει, ο πόνος είναι τόσος πολύς. Υπάρχει και το τσούξιμο που δεν την αφήνει. Το αίμα τρέχει και η μπανιέρα γεμίζει. Γιατί το κάνει αυτό; Γιατί αντί να πονάει ψυχικά για όλο το κακό που έκανε στον Τζακ, επιλέγει να πονάει σωματικά. Δεν είναι παράξενο... όλοι έτσι σκέφτονται όταν χαρακώνονται. Όλοι... το αποτέλεσμα γνωστό και μια μπανιέρα γεμάτη αίματα.

Την καθαρίζει και την ξανά γεμίζει με νερό και σαπουνάδα. Βουτάει μέσα... τα χέρια της πονάμε με την σαπουνάδα που αρχίζει να καθαρίζει τις πληγές της. Δεν δίνει σημασία στον πόνο που έχει μουδιάσει όλο της το σώμα. Απλώς βυθίζεται μέσα στην μπανιέρα. Όλο και πιο μέσα, όλο και πιο μέσα μέχρι που βυθίζει και το κεφάλι της. Μερικά λεπτά αργότερα βγαίνει. Τυλίγει μια πετσέτα γύρω της, ντύνεται, δένει με δύο γάζες τα χέρια της και πηγαίνει να κάτσει στο σαλόνι. Νιώθει κάπως πιο ήρεμη, ελάχιστα πιο χαλαρή. Μόλις κάθεται στον καναπέ ανοίγει η πόρτα. Νεύρα και οργή αρχίζουν να φουντώνουν μέσα της.

«Πότε ήρθες;» η πρώτη ερώτηση της Μπεατρίξ.

«Πριν λίγο.» τα μάτια της Μπεατρίξ είναι κόκκινα. Έκλαιγε...

«Αα!» ξεκινάει να ανέβει στο δωμάτιό της.

«ΟΎΤΕ ΤΏΡΑ ΔΕΝ ΘΑ ΜΟΥ ΤΟ ΠΕΙΣ; ΤΙ ΠΕΡΙΜΈΝΕΙΣ;» φωνάζει η Φαμπ και πετάγεται από τον καναπέ κατευθυνόμενη προς τις σκάλες που βρίσκεται η φίλη της.

«Συγγνώμη;» ρωτάει η Μπεατρίξ και ρουφάει την μύτη της.

«ΤΑ ΞΈΡΩ ΌΛΑ. ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΖΑΚ!» συνεχίζει τις φωνές.

«Μα πώς...»

«ΠΉΓΑ ΣΤΟ ΔΩΜΆΤΙΌ ΤΟΥ ΝΑ ΤΟΝ ΔΩ ΚΑΙ ΜΙΑ ΝΟΣΟΚΌΜΑ ΜΟΥ ΕΊΠΕ ΠΩΣ ΠΈΘΑΝΕ. ΠΌΤΕ ΘΑ ΜΟΥ ΤΟ ΛΈΓΑΤΕ; ΕΕΕ; ΠΌΤΕ;» φωνάζει για να κρύψει τον πόνο της και ξανφικά, μέσα στα λόγια της, αρχίζει κλαίει.

«Θα στο λέγαμε απλά...»

«Απλά είπατε να γίνει πρώτα η κηδεία και μετά.» την διακόπτει νευριασμένη.

«Όχι απλά...»

«Άστο γάματο Μπεατρίξ! Εσύ ειδικά έπρεπε να ξέρεις πως δεν μου αρέσει να μου κρύβουν πράγματα που με ενδιαφέρουν!» η φωνή της είναι σκληρή, ψυχρή.

«Μα...»

«Πότε είναι η κηδεία;» την ξανά διακόπτει.

«Αύριο!» ψιθυρίζει.

«Μάλιστα...»

«Θα πάμε όλοι μαζί, θα μας πάει ο Χάρρυ.»

«Εντάξει.» η φωνή της απαλή, ήρεμη.

Η Μπεατρίξ θέλει να της μιλήσει, όμως κάτι την κρατάει και αυτό είναι ο φόβος για ακόμα ενα ξέσπασμα θυμού και δεν το αντέχει. Ξέρει πως έχει δίκιο, οπότε δεν υπάρχει λόγος να το συνεχίσει. Η Φαμπιάνα έχει ήδη χαθεί στο δωμάτιό της. Από απέναντι ο Χάρρυ της γράφει σε ένα χαρτί.

«Συγγνώμη, έπρεπε να στο είχα πει

Εκείνη κουνάει καταφατικά το κεφάλι της και κλείνει την κουρτίνα γρήγορα. Δεν την νοιάζει τι έπρεπε να είχε γινει. Την ενδιαφέρει τι έγινε και αυτό την πληγώνει τελικά. Πέφτει να ξαπλώσει... θέλει να κοιμηθεί λίγο. Νιώθει πτώμα και ας μην έχει κάνει τίποτα.

«Πτώμα...» ψιθυρίζει ύστερα.

Αστείο της φαίνεται εκείνη να νιώθει πτώμα ενώ ο Τζακ είναι ένα... αστείο και ταυτοχρόνως λυπηρό. Πάλι τύψεις και πόνος την κατακλύζουν έντονα σαν μια δυνατή γροθιά, όμως δεν προλαβαίνει να κάνει κάτι, γιατί έχει ήδη αποκοιμηθεί!

VOTE & COMMENT. THANK YOU:*!

Ο Γείτονας!Where stories live. Discover now