Κεφάλαιο 14

5.4K 223 13
                                    

Ο Αχιλλέας αραχτός στην πολυθρόνα να καπνίζει και δίπλα του η Βαλέρια να τον χαϊδεύει με τα κόκκινα νύχια της στο μπράτσο του.

Η Βαλέρια είναι ψηλή με μακριά ξανθά μαλλιά, με καφέ μάτια,ζουμερά χείλη και έντονες καμπύλες δηλαδή καμία σχέση με εμένα. Το μπούστο της ξεχειλίζει από το βαθύ ντεκολτέ του υπερβολικά κοντού φορέματός της. Χριστέ μου βλέπω το εσώρουχο της πόσο φτηνή είναι η τύπισσα; αυτός είναι ο τύπος του; να την χαίρετε!

Γυρίζουν και με κοιτάνε,η Βαλέρια έχει ένα υπεροπτικό βλέμμα και ο Αχιλλέας είναι ανέκφραστος. Κατευθύνομαι πρός τις σκάλες και αρχίζω να ανεβαίνω πάνω.
"Που ήσουν;" η φωνή του αντηχεί και είναι απότομη.
"Γιατί σου έλειψα;" του λέω ειρωνικά.
"Όταν θα μου μιλάς θα με κοιτάς και άσε τις ειρωνείες."γυρίζω και τον κοιτάω. Η Βαλέρια με κοίτα ειρωνικά,άμα σου βγάλω το ψεύτικο μαλλί σου τρέσα τρέσα θα ψάχνεις για περούκα.
"Δεν νομίζω πως σε αφορά."
"Είμαι άντρας σου!" Χα χα χα ωραίο ανέκδοτο.
"Μόνο στα χαρτιά,και εκεί θα μείνει." Πάει να σηκωθεί αλλά η Βαλέρια κάθετε πάνω του και αρχίζει να τον φύλα στον λαιμό. Δάκρια απειλούν να βγούνε από τα μάτια μου αλλά τα συγκρατώ.
"Μην διανοηθείς να βγείς από το δωμάτιο σου,θα βγείς μόλις πάμε εμείς πάνω και τώρα εξαφανίσου."

Τρέχω στο δωμάτιο μου και κοπανάω την πόρτα. Κάθομαι στο κρεβάτι και προσπαθώ να συγκρατήσω τα δάκρυα μου. Σηκώνομαι,ανοίγω το παράθυρο και στέκομαι εκεί να βλέπω το ηλιοβασίλεμα μόνη,να προσπαθώ να μην κλάψω και δεν ξέρω καν γιατί θέλω να κλάψω και ο κύριος να κάνει τα ωραία του κάτω.

Ξεφυσάω και τραβάω τα μαύρα μου μαλλιά από την κοτσίδα,πέφτουν σαν χείμαρροι στην πλάτη μου και τα χτενίζω με τα δάχτυλα μου. Το βλέμμα μου πέφτει πάνω στην βέρα και στο μονόπετρο. Τα βγάζω και τα ρίχνω στο πάτωμα.Ακούω χτύπημα στην πόρτα.

"Παντός όχι ο Αχιλλέας." Η φωνή της Λάουρας ακούγεται.
"Περνά μέσα." Βάζει διστακτικά το κεφάλι της.
"Δεν δαγκώνω." Της λέω και χαμόγελα.
"Απλά νόμιζα πως θα έβρισκα πούπουλα  και σπασμένα αντικείμενα." Λέει και μπαίνει μέσα κλείνοντας την πόρτα και στα χέρια της κρατάει δύσκο με φαγητό.
"Γιατί αυτά είναι κάτω;" λέει και δείχνει την βέρα και το μονόπετρο.

Δεν λέω κάτι και κάθομαι στο κρεβάτι κάνει το ίδιο και η Λάουρα. Ακουμπάει το χέρι της στον ώμο μου.
"Σου έφερα φαγητό."
"Ευχαριστώ αλλά δεν πεινάω." Γυρίζω να την δω και της χαμογελάω με το ποιό ψεύτικο χαμόγελο μου.
"Μίλα μου κορίτσι μου,τι σε βασανίζει."
"Τίποτα Λάουρα πήγαινε κάτω θα σου φωνάζει ο τύραννος." Γελάει.
"Τύραννος;"
"Θες να πω και αλλά;" ξεφυσάει και μου γυρίζει το πρόσωπο μου προς την μεριά της ώστε να την κοιτάω.

"Τον ερωτεύτηκες;" παγώνω. Φυσικά και όχι πώς της ήρθε τώρα;
"Όχι."
"Γιατί σε πειράζει η συμπεριφορά του, γιατί σήμερα μόλις τον είδες αναστατώθικες και έμεινες να τον κοιτάς λες και έβλεπες τον άνθρωπο της ζωής σου;" σκατά.
"Δεν...δεν ξέρω." Ξανά ξεφυσάει.
"Ξέρω εγώ."
"Με μπερδεύει εντάξει;" σηκώνομαι και πηγαίνω στο παράθυρο.
"Μιλά μου." Άρχισα να της λέω τα πάντα ,από την πρώτη φορά που τον είδα.

"Δηλαδή ερωτεύτηκες με την πρώτη ματιά;"αυτό βρήκε να ρωτήσει και δεν είμαι ερωτευμένη μαζί του! Τα νεύρα μου.
"Λάουρα τον μισώ, από την πρώτη φορά που τον είδα,δεν είμαι ερωτευμένη μαζί του πόσες φορές να στο πω;"
"Ασχολίαστο,γιατί τον μησάς;"
"Ανάγκασε τον πατέρα μου να με παντρέψει μαζί του με το ζόρι!"
"Ο λόγος;"
"Δεν μου λέει Λάουρα."

"Λάουρα!" Η φωνή του τύραννου ακούγεται.
"Θα ξανά μιλήσουμε για αυτό το θέμα." Μου λέει και φεύγει. Ναι δεν θα ξεχάσω, κατευθύνομαι πρός την ντουλάπα και ψάχνω τα απαραίτητα, πηγαίνω στο μπάνιο και ανοίγω το νερό, βγάζω όλα μου τα ρούχα και μπαίνω κάτω από το νερό.

Όταν πλέον είμαι ντυμένη ξαπλώνω στο κρεβάτι και επεξεργάζομαι αυτά που συζήτησα με την Λάουρα. Αποκλείεται να τον ερωτεύτηκα,από την πρώτη φορά που έμαθα ότι θα τον παντρευτώ  τον μίσησα,δεν ξέρω γιατί αλλά όσο όμορφος και αν είναι εγώ τον μισώ.

Προσπαθώ να κοιμηθώ αλλά μάταια,η μορφή της Βαλέριας να κάθεται δίπλα του χαϊδεύοντας τον με εκνευρίζει θέλω να την πιάσω στα χέρια μου και να της κοπανάω το κεφάλι στον τοίχο.

Περνώ το βιβλίο που έχω στο κομοδίνο μου και αρχίζω να διαβάζω και κάπως έτσι με πέρνει ο ύπνος.

Καταλάθος σε ερωτεύτηκαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα