Κεφάλαιο 48

4.8K 199 12
                                    

Τα χείλη του αρχίζουν να κινούνται ήρεμα πάνω στα δικά μου και τα χέρια μου τυλίγονται γύρω από τον λαιμό του. Μου τραβάει το κάτω χείλος μου και απομακρύνεται από εμένα. Με κοιτάει για λίγο και φεύγει από την κουζίνα. Τι σκατά;

Γυρνάω και κοιτάω την Λάουρα η άποια χαμογελάει. Την αγνοώ και πέρνω ένα μήλο από την φρουτιέρα. Ακούω το κουδούνι να κτυπά και έπειτα τις φωνές του Ίαν και της Στεφανίας. Σηκώνομαι πάνω και πηγαίνω στο σαλόνι.

Μόλις με βλέπει η Στεφανία με πλησιάζει και με αγκαλιάζει.
"Τι κάνεις μωρή;" με ρωτάει και χαμογελάω.
"Είμαι καλά." Της λέω και βγαίνει από την αγκαλιά μου. Τα χέρια της πηγαίνουν στη κοιλιά μου και την χαϊδεύει,νιώθω μια ελαφριά κλωτσιά και βλέπω την Στεφανία να γουρλώνει τα μάτια της.
"Το ένιωσες;" λέει ενθουσιασμένα και της γνέφω.
"Η νονά σου έφερε δώρα." Λέει και ρολάρω τα μάτια μου.
"Περιμένεις να σου απαντήσει;" την ρωτάω και με κοιτάει απειλητικά.
"Είσαι ηλίθια,εμένα το βαφτιστήρι μου με ακούει!" Λέει και αφήνει ένα φιλί.
"Ότι πεις" της λέω και βλέπω τον Ίαν να γελά. Δαγκώνω από το μήλο μου και το βλέμμα μου πέφτει πάνω στην άγνωστη κοπέλα,με κοιτάει και έχει ένα χαμόγελο στο πρόσωπό της. Στρέφω ξανά το βλέμμα μου στην Στεφανία.
"Και εσύ μην γελάς!" Του λέει θυμωμένα η Στεφανία και τον βλέπω να μας πλησιάζει.
"Αυτά για το μωρό." Μου λέει και μου δίνει μια τσάντα από ένα κατάστημα.
"Ευχαριστώ." Του λέω και μου χαμογελάει.

Κοιτάω τους άλλους που ήδη με κοιτάνε.
"Λοιπόν αποφασίσαμε με την Στεφανία να παντρευτούμε μετά από την γέννα." Μου λέει ο Ίαν.
"Θα είμαι εντάξε,δεν είναι ανάγκη να περιμένετε και άλλο."
"Άκου να σου πω,δεν σε ρωτήσαμε εγώ θέλω το βαφτιστήρι μου εκεί." Μου λέει δήθεν θυμωμένα η Στεφανία και γυρνάω και βλέπω τον Ίαν.
"Μην με κοιτάς έτσι και εγώ το θέλω." Μου λέει και ξεφυσάω.
"Τώρα κάτσε." Μου λέει η Στεφανία και με τραβάει στην πολυθρόνα. Κάθομαι δίπλα από την άγνωστη γυναίκα και από την άλλη μεριά κάθετε δίπλα μου η Στεφανία.
"Βρήκες όνομα;"
"Στεφανία με έχεις πρήξει." Της λέω και μουτρώνει.
"Σκέφτομαι να του δώσουμε το όνομα του πατέρα σου." Λέει ο Αχιλλέας και γυρνάω και τον κοιτάω. Δεν με κοιτάει.
"Θα χαρεί πολύ." Μου λέει η Στεφανία.
"Εντάξει." Λέω και τότε γυρνάει και με κοιτάει. Μένουμε έτσι για λίγο και το μόνο που θέλω είναι να μπώ στην αγκαλιά του.

"Έχεις μωρό εκεί;" Ακούω να με ρωτάει μια παιδική φωνή και γυρνάω και κοιτάω το κοριτσάκι, είναι πάρα πολύ γλυκιά.
"Ναι." Της λέω και με πλησιάζει πιο πολύ.
"Μπορώ να αγγίξω;" με ρωτάει και τις γνέφω,πάω να την βάλω στα πόδια μου αλλά με σταματάει η γυναίκα που κάθεται δίπλα μου.
"Μην πιάνεις βάρη." Μου λέει και βάζει το κοριτσάκι πάνω στα πόδια μου. Βάζει τα χεράκια της πάνω στην κοιλιά μου και αρχίζει να με χαϊδεύει. Νιώθω το μωρό να κουνιέται και βλέπω την μικρή να χαμογελά.
"Παρεμπιπτόντως είμαι η Αντιγόνη η ξαδέρφη του Αχιλλέα και αυτός είναι ο Ορέστης ο άντρας μου." Μου λέει με χαμόγελο. Είμαι ηλίθια που νομίζα άλλα.
"Χάρηκα." Λέω και μου γνέφουν.
"Σοφία φτάνει,έλα εδώ." Λέει η Αντιγόνη στο κοριτσάκι και την πέρνει.
"Το φαγητό είναι έτοιμο." Μας λέει η Λάουρα και πηγαίνουμε στην τραπεζαρία.

Καταλάθος σε ερωτεύτηκαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα