5. H Σωσίας?

81 18 47
                                    

Ξύπνησε μετά από πολλές ώρες, ή μήπως μέρες; Δεν ήξερε πόσο και πότε είχε κοιμηθεί, πάντως ένιωθε σαν να είχε βγει από ένα πολύ άσχημο όνειρο, από έναν εφιάλτη. Στο δωμάτιο του δεν υπήρχε πια καμία φωτογραφία της Βάσιας, πουθενά. Σε λίγα λεπτά μπήκε στο δωμάτιο ο πατέρας του με μια κούπα καφέ.

"Καλημέρα." του είπε και την άφησε στο κομοδίνο δίπλα του.

Ο Λεωνίδας ήπιε μια γουλιά καφέ και ο Κώστας κάθισε στο κρεβάτι μαζί του.

"Από πότε κοιμόμουν;" τον ρώτησε.

"Από χθες το μεσημέρι και είναι Σάββατο πρωί."

"Τι μου συνέβη; Ένιωθα λες και ζούσα σ' έναν εφιάλτη για πολλές μέρες και ότι τώρα ξύπνησα." είπε ακόμα τρομαγμένος ο Λεωνίδας.

"Είχες πάθει κάποιο είδος ψύχωσης ή μανίας κι έβλεπες τη Βάσια παντού." του εξήγησε ο πατέρας του. "Και λογικό ήταν, αφού είχες τρεις μέρες να κοιμηθείς και ασχολιόσουν μόνο με εκείνη. Νιώθεις καλύτερα τώρα;"

"Πολύ καλύτερα."

"Φοβήθηκα πολύ, Λεωνίδα. Μη μου το ξανακάνεις αυτό,γιε μου. Μην το ξανακάνεις αυτό στον εαυτό σου. Υποσχέσου μου ότι θα αρχίσεις να τρως σωστά, να κοιμάσαι όσο χρειάζεται και να ασχολείσαι με άλλα πράγματα εκτός από τη Γεωργίου."

"Στο υπόσχομαι, μπαμπά.  Μην ανησυχείς."

Όντως, ο Λεωνίδας άρχισε να συνέρχεται τις επόμενες μέρες. Δεν είδε ξανά τη μορφή της Βάσιας σαν φάντασμα. Δεν κατάλαβε τι ήταν αυτό που είχε πάθει, πάντως ό,τι κι αν ήταν πέρασε. Άρχισε να ασχολείται και με την κόρη του, που την είχε παραμελήσει εξαιτίας της ψύχωσης κι ένιωθε άσχημα για αυτό. Την έπαιρνε στο σπίτι του πατέρα του ή την πήγαινε βόλτες στις κούνιες και στο λούνα παρκ.

Με την Έλσα μιλούσε μόνο για να συνεννοηθούν για την Άννα, ποιος θα πάει να την πάρει απ' το σχολείο, τι ώρα θα τη φέρει σπίτι ο Λεωνίδας και τα σχετικά.

Πέρασε ένας μήνας. Είχε μόλις σχολάσει μια μέρα και συζητούσε με τη Νικόλ, όταν τον πήρε τηλέφωνο ο Αλέξανδρος. Απομακρύνθηκε από τη Νικόλ για να το σηκώσει κι εκείνη απόρησε με την τόση μυστικότητα του. Ο Αλέξανδρος φαινόταν πολύ ενθουσιασμένος και ανυπόμονος μέσα στη μικρή τρισδιάστατη οθόνη.

"Λεωνίδα, δεν θα το πιστέψεις τι βρήκα!" αναφώνησε.

"Τι; Και γιατί χάθηκες τόσο καιρό;"

"Δεν έχει σημασία. Έλα από το σπίτι μου επειγόντως. Πρέπει να το δεις αυτό."

"Εντάξει. Έρχομαι τώρα." Το έκλεισαν και επέστρεψε στη Νικόλ για να τη χαιρετήσει.

Μυστικά του Μέλλοντος #scifi2020Where stories live. Discover now