44. Το Ταξίδι της Ψυχής

63 12 61
                                    

Ο Λεωνίδας ταξίδευε, ταξίδευε, ταξίδευε... Ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, στο απέραντο κενό του διαστήματος, πέρασε μέσα από άλλους γαλαξίες, είδε αστέρια και άλλα πράγματα πέρα από τη Φυσική που γνώριζε. Πότε- πότε άκουγε διάφορες φωνές απ' το υπερπέραν. Γνωστές φωνές, του πατέρα του, του αδελφού του, της Έλσας, της κόρης του.

«Πώς είναι σήμερα ο ωραίος κοιμώμενος;»

«Μου λείπεις, αδελφέ...»

«Ξύπνα, γιε μου. Είσαι δυνατός, το ξέρω ότι μπορείς.»

«Μπαμπάκα μου, πότε θα ξυπνήσεις;»

«Γύρνα πίσω, αγάπη μου. Σε παρακαλώ. Σε έχω τόσο πολύ ανάγκη...» Όμως ο Λεωνίδας δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω. Δεν ήξερε και αν ήθελε να γυρίσει πια. Ένιωθε τόσο γαλήνιος και ανάλαφρος εδώ... Αλήθεια, πού βρισκόταν; Για την ακρίβεια, πότε βρισκόταν; Πόσος καιρός είχε περάσει άραγε;

Ταξίδευε πέρα απ' τον χωροχρόνο, είδε στιγμές απ' το παρελθόν του, όμορφες στιγμές, με τους γονείς του, με τον αδελφό του, με την Έλσα και την κόρη τους. Βρέθηκε σε μια μαύρη τρύπα, δεν μπορούσε να καταλάβει πότε και πώς. Αν ήταν πριν ή μετά από όλες αυτές τις αναμνήσεις, ή ακόμα και συγχρόνως με αυτές.

«Γιατρέ, τον χάνουμε!»

«Δεν τον χάνουμε! Θα τον σώσουμε! Ετοιμάστε τη συσκευή ανάνηψης!»

Ένιωσε να τον τραβάει μια αόρατη δύναμη και να βυθίζεται στο κενό όλο και πιο πολύ. Δεν ένιωθε φόβο, μόνο μια έξαψη και περιέργεια για το άγνωστο.

Έπειτα το σκοτάδι τον τύλιξε. Αιωρούνταν στο κενό, στο πουθενά. Στο βάθος άρχισε να αχνοφέγγει ένα φως, όμοιο με εκείνο που έχουν τα αστέρια όταν γεννιούνται. Άρχισε να πλησιάζει προς το φως, ή μήπως το φως ερχόταν προς εκείνον; Δεν είχε σημασία. Η λάμψη του άρχισε να δυναμώνει όλο και πιο πολύ, να κυριαρχεί μέσα στο σκοτάδι.

Τον πλησίασε και η ζεστασιά του τον τύλιξε κι ένιωσε τόσο ασφαλής... Κατάλαβε ότι ήταν μια ανώτερη δύναμη, ένα υπερφυσικό ον που είχε δημιουργήσει τα πάντα και που τόσα χρόνια εκείνος αμφισβητούσε.

Άρχισε να του δείχνει ένα- ένα τα λάθη και τις αμαρτίες του. Δεν ήταν αυστηρός μαζί του. Έδειχνε μόνο αγάπη και συμπόνια, και του εξηγούσε, όχι με λόγια αλλά μέσα στην ψυχή του, για ποιο λόγο δεν ήταν σωστά αυτά που είχε κάνει. Πόσους ανθρώπους είχε πληγώσει. Μα κυρίως του υπενθύμισε όλες τις φορές που Τον αμφισβήτησε, που είπε ότι Εκείνος δεν υπάρχει, όμως του απέδειξε πόσες φορές βρισκόταν εκεί παρόλα αυτά, όπως βρισκόταν και παντού. Ο Λεωνίδας τώρα δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία σχετικά με την ταυτότητα αυτού του Όντος.

Μυστικά του Μέλλοντος #scifi2020Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα