Κεφάλαιο 2°

1K 143 67
                                    

Τα ματοκλαδα της πεταρισαν και τεντώνοντας ψηλά τα χέρια, χασμουρηθηκε

Deze afbeelding leeft onze inhoudsrichtlijnen niet na. Verwijder de afbeelding of upload een andere om verder te gaan met publiceren.

Τα ματοκλαδα της πεταρισαν και τεντώνοντας ψηλά τα χέρια, χασμουρηθηκε. Πρώτη φορά στη ζωή της ξυπνούσε από μυρωδιά. Πολλές για την ακρίβεια. Μύριζε ψωμί, φρέσκο και τραγανό... Μύριζε πορτοκάλι, κέικ... Καφές... Ελληνικός καφές. Αυτόν, θα τον αναγνώριζε παντού. Ήταν ο αγαπημένος της θείας της αλλά και γενικά πολλοί παππούδες από τη κοινότητα έπιναν εκείνο το σκεύασμα.

Κοίταξε γύρω και γέλασε.
Αν δε περάσει μια νύχτα τελικά, δυσκολεύεσαι να αντιληφθείς πως έχεις φτάσει επιτέλους στο προορισμό. Μόνο όταν ανοίγεις τα μάτια το επόμενο πρωί, το καταλαβαινεις.
Τέντωσε ακόμα μια φορά το κορμί της και δίχως να κοιτάξει την ώρα, σηκώθηκε. Δεν την ενδιέφερε καν τι ώρα είναι. Εκείνη η ευωδία του χωριού ήταν ακόμα πιο έντονη και από τα καλουδια που έφτιαχνε η μητέρα της στη κουζίνα.

Το αρχοντικό τους ήταν κοντά στο λόφο, λίγο πιο πέρα από την εκκλησιά.
Η μητέρα της κάποτε σαν της έστειλε φωτογραφίες της είπε ότι δεν ανήκε σε καμία οικογένεια. Ήταν κάτι το οποίο έχτισαν μαζί με τον Ορέστη από το πουθενά.  Έναν Ορέστη που κάποια στιγμή θα ήθελε πολύ να μάθει πως κατάφερε και έκανε τη μητέρα της να ερωτευθεί ξανά. Η θεία της έλεγε πάντα πως ο θάνατος του πατέρα της, τη στοίχειωσε. Κλείστηκε για μήνες ολόκληρους στα σκοτάδια πριν πάρει τελικά την απόφαση να στείλει την Αρετή μακριά. Έφτασε ένα βήμα πριν τη παράνοια μα λίγο ο παπάς, λίγο κάποιες φίλες της, άρχισε σιγά σιγά να κάνει βήματα.. κάπου εκεί, η ιστορία της θείας κόβεται αφού έπειτα έμπλεξε με τον Ορέστη και εκτός από το γεγονός πως ήταν ευτυχισμένη ξανά, δεν έλεγε τίποτα άλλο. Η Αρετή από την άλλη, ούτε που θυμόταν το Μάρκο. Ήταν τόσο μικρή που οι αναμνήσεις της,  φάνταζαν ελάχιστες και αμυδρες. Είχε την εικόνα του στο μυαλό της φυσικά αλλά και κάποιες δυνατές στιγμές σαν παιδάκι μα μέχρι εκεί. Για εκείνη η ζωή ήταν με τη θεία της και εκείνη γνώρισε μεγαλώνοντας. Είχε φυσικά επαφή με την Λενιώ και εκείνη θέλησε πολλές φορές να τη πάρει πίσω μα η Αρετή από μόνη της, δεν ήθελε. Είχε στρώσει τη ζωή της και επέλεγε κάθε χρόνο να παραμείνει εκεί. Μέχρι τώρα...
Τώρα που η ανάγκη να ξεφύγει από την Αμερική και παράλληλα να πατήσει ξανά στη γη που γεννήθηκε , γιγαντώθηκε ύστερα από το παρολίγον θάνατο της. Βέβαια η μητέρα της, δε το έμαθε ποτέ αλλά κάποια πράγματα καλύτερα να παραμένουν στις σκιές.

ΨιχαλίδεςWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu