Κεφάλαιο 10°

898 137 126
                                    

°•Μυστικα , υποσχέσεις και λαθη... Κανεις δε ξέρει τι πραγματικά κρύβει το παρελθόν. Η μήπως ξέρουν όλοι και σιωπούν;•°

"Λίγο πιο δεξιά!" πήρε φόρα και σφίγγοντας το χοντρό σχοινί στα χέρια, το έφερε μια σβούρα ολόγυρα από το μηχάνημα και το έβγαλε."Έτοιμο αυτό!" Η φασαρία δεν είχε τελειωμό από το πρωί μα οι δουλειές έπρεπε να γίνουν για να είναι έτοιμη η εμφιάλωση πριν το τέλος του μήνα. Τόσο οι ίδιοι όσο και οι εργάτες δούλευαν πυρετωδώς. Ίσως ήταν και κάτι όλο αυτό αφού τους τράβηξε λίγο το μυαλό από όσα συνέβαιναν. Όχι πως ο Διονύσης τους άφηνε περιθώρια. Από την επίσκεψη του Ορέστη και έπειτα , τους μάζεψε σαν έφυγε και τους ξεκαθάρισε πως όποιος μπλεχτεί στα πόδια τους, θα έχει να κάνει μαζί του. Οι εντολές ήταν σαφέστατες . Αν η Αρετή ήθελε ποτέ από μόνη της να τους γνωρίσει καλώς. Αν όχι, άντρας δε θα τολμούσε να απλώσει ξανά χέρι πάνω της. Στη δεύτερη περίπτωση, ο Διονύσης δε θα παρείχε προστασία σε κανενα. Τόνισε δε, πως τόσα χρόνια προσπαθούσε να διατηρήσει την ειρήνη ανάμεσα τους και πως δε τον ενδιαφέρει καθόλου ποιος πουλάει περισσότερα. Το θέμα είναι να βγάζουν τα προς το ζην.
Ο Διονύσης τους εξήγησε πως δεν ήταν πια νέος. Πως η αρρώστια τον είχε ισοπεδώσει και πως η έσχατη λύση ανάμεσα σε μια νέα διαμάχη, θα ήταν να βγει ο ίδιος στα όπλα για να τη σταματήσει. Τόνισε μάλιστα στο γιο του πως αν ήθελε το καλό της οικογένειας θα έπρεπε να κατευνάσει τα πνεύματα και ιδίως του Κυριάκου.

Δεν ήταν δειλός. Ίσα ίσα στα νιάτα του αποδείχθηκε αρκετά μάχιμος μα τώρα ήξερε καλά πως η δύναμη του εν μέρη είχε αχρηστευθεί. Για εκείνον η νίκη, θα έπρεπε να ήταν αναίμακτη τούτη τη φορά. Όχι πως φοβόταν. Δεν ζούσε με το φόβο μη χάσει τη ζωή του, ο Διονύσης. Ο φόβος του ήταν μη πειράξουν τα παιδιά του και σαν κληθεί να τα προστατέψει βγει ανίκανος...

"Περίμενε πιάστηκε στο γρανάζι!" Ο Ζήσης έβρισε και αρπάζοντας το σχοινί άρχισε να το τραβάει με μανία ενώ δεν άργησε να πλησιάσει και ο Κυριάκος. "Όχι έτσι ρε!"

"Μα πρέπει να κάνει το κύκλο!"

"Πρώτα πρέπει να το ξεσφηνωσουμε! Τράβα στη μεριά σου!"

"Σαν πολλά νεύρα δεν έχεις πρωί πρωί; Από χθες δε μιλιεσαι!"

"Μια χαρά είμαι. Στη τελική έχει δίκιο ο πατέρας μου. Αντί να τη πλησιάσουμε ομαλά πηγές σαν το μαλάκα και την γραπωσες!"

"Ρίξε τώρα την ευθύνη πάνω μου!"

"Κυριάκο;" Ο Ζήσης του έριξε μια σοβαρή ματιά εκνευρισμένος "Ίσως είμαι πολλά μα δεν είμαι μαλάκας... Όταν φταιω το παραδέχομαι. Όπως παραδέχθηκα πως ύψωσα το όπλο στον Ορέστη εκείνη τη βραδια μπροστά της. έχασα το δίκιο μου εξαιτίας μιας στιγμής για την οποία ήσουν υπεύθυνος!"

ΨιχαλίδεςWhere stories live. Discover now