"...η αγάπη είναι παντού...;" 10

5.8K 562 13
                                    


"...γι'΄αυτό σ' αγαπώ...γιατί μαζί σου μπορώ να αφεθώ...γιατί είσαι η αλήθεια που χρόνια έψαχνα να βρώ..."


Η Φωτεινή βολεύτηκε στον άνετο καναπέ και κοίταξε με θαυμασμό το μωρό να πίνει λαίμαργα το γάλα του από το στήθος της μαμάς του. "Δεν σας ξέρω... μα φαίνεστε ευτυχισμένοι με τον Χάρη.." της είπε χαμηλόφωνα και έκανε την Βασιλική να γελάσει αχνά. "Είμαι... είμαστε..." απάντησε ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά στον μικρό "...και... ετοιμάζομαι να τον κάνω ακόμα πιο ευτυχισμένο..." της είπε σιγανά με μάτια που έλαμπαν. Η Φωτεινή έσμιξε τα μάτια και κάρφωσε το βλέμμα πάνω της "...μην μου πεις...!" ενώ η Βασιλική έγνεφε καταφατικά. "Δεν του το έχω πει ακόμα... το έμαθα προχθές... έκανα τεστ... απλά περιμένω την κατάλληλη στιγμή για να του το ανακοινώσω". Το πρόσωπο της Φωτεινής έλαμψε από χαρά, το χαμόγελό της την φώτισε "υπέροχα νέα!" είπε δυνατά και βολεύτηκε καλύτερα στον καναπέ. "Σ' ακούω..." πήρε τον λόγο η Βασιλική, μετά την μικρή σιωπή σ' εκείνο το μικρό δωμάτιο. "Απλά... έχω πολλές απορίες... και δεν ξέρω ποιόν να ρωτήσω... δεν ξέρω πως..." "Ο Ερμής;" την διέκοψε η Βασιλική "δεν θέλεις να ρωτήσεις τον Ερμή;". Η Φωτεινή ανακάθισε στην θέση της και κοίταξε ανήσυχη την πόρτα. "Σε ακούω... πες μου" της χαμογέλασε γλυκά η Βασιλική καθώς την είδε να διστάζει. Έπλεξε αμήχανα τα δάχτυλά της, και έριξε μια γρήγορη ματιά στο μωρό που άλλαζε στήθος "απλά... ήθελα να μου πεις... εσύ με ήξερες.." σχολίασε και η Βασιλική της έγνεψε κουνώντας το κεφάλι. "Ήμουν ευτυχισμένη; Με τον Ερμή; Ήμασταν καλά μαζί; Μ' αγαπούσε;" βγήκαν οι ερωτήσεις από το στόμα της σαν νερό και την ίδια στιγμή το μετάνιωσε όταν είδε το ύφος της κοπέλας απέναντί της.

Αναστέναξε βαθιά και βόλεψε καλύτερα το μωρό στο στήθος της όταν κοίταξε έντονα στα μάτια την Φωτεινή "δεν ξέρω τι σε κάνει να αμφιβάλεις.. αλλά θα σου πω μόνο ότι ο Ερμής κόντεψε να τρελαθεί όταν είχες το ατύχημα..." "δεν μου απαντάς..." παραπονέθηκε η Φωτεινή με βλέμμα υγρό. "Σ' αγαπάει πολύ... πάρα πολύ...Ήσασταν ήδη παντρεμένοι όταν ήρθα εγώ σε αυτό το σπίτι.... και την αγάπη σας την έβλεπα καθημερινά Φωτεινή...Ήσασταν ευτυχισμένοι... Μάθε τον πάλι από την αρχή... θα τον αγαπήσεις ξανά... Άνοιξε την καρδιά σου γλυκιά μου στον άντρα σου, και άσε τον να μπει... δεν θα το μετανιώσεις..." την συμβούλεψε ήρεμα με την ειλικρίνεια να καθρεφτίζεται στο βλέμμα της. Ένας απαλός θόρυβος ακούστηκε στην πόρτα και το κεφάλι του Χάρη πρόβαλε μέσα χαμογελώντας γλυκά στην γυναίκα του. "Φωτεινή... ο Ερμής σε ψάχνει..." την πληροφόρησε και χάθηκε αθόρυβα. Σηκώθηκε αργά από την θέση της και πλησίασε την Βασιλική, την ευχαρίστησε με ένα νεύμα, χάιδεψε απαλά το κεφάλι του μωρού και βγήκε από το δωμάτιο.

Την είδε να έρχεται με αργό βήμα από την βιβλιοθήκη. Στην αρχή τρόμαξε που δεν την είδε γύρω του, μα γρήγορα κατάλαβε ότι βρισκόταν με την Βασιλική. Τον κοιτούσε καθώς τον πλησίαζε και στα μάτια της διέκρινε μια φλόγα... μια φλόγα να σιγοκαίει... "Είσαι κουρασμένη; θέλεις να φύγουμε;" την ρώτησε απαλά, ακουμπώντας τρυφερά το μάγουλό της. Του έγνεψε αρνητικά και έκρυψε το χέρι της μέσα στο δικό του. Η κίνησή της ξάφνιασε ευχάριστα τον Ερμή που καλοδέχτηκε το άγγιγμά της σαν την έρημο που δέχεται το νερό της βροχής. 'Ένα βήμα τη φορά' σκέφτηκε σιωπηλά και έσφιξε λίγο παραπάνω το χέρι της γυναίκα του.

"Καληνύχτα!" φώναξε από πίσω τους ώρες αργότερα, η κυρία Νανά και έκλεισε την πόρτα του σπιτιού της. Περπάτησαν για λίγο στον κήπο, σφίγγοντας τα πανωφόρια τους με δύναμη, καθώς η παγωνιά του Οκτώβρη είχε κάνει δυναμική εμφάνιση στην περιοχή. "Πάμε μια βόλτα;" τον ρώτησε ξαφνικά και τον τράβηξε προς την έξοδο του κήπου. "Κάνει κρύο..." διαμαρτυρήθηκε εκείνος μα την ακολούθησε χωρίς άλλες κουβέντες. Έψαξε για το χέρι της, και το κράτησε σφιχτά, η ζεστασιά της απλώθηκε μέσα του, και το χαμόγελο στα χείλη της τον σκλάβωσε. Τα βήματά τους άλλοτε αργά, άλλοτε πιο βιαστικά τους οδήγησαν στην παραλία απέναντι από το σπίτι τους. Έρημη εκείνη την ώρα, μόνο ο ήχος των κυμάτων από την φουρτουνιασμένη θάλασσα τους συντρόφευε εκείνο το βράδυ. Κάθισαν σε έναν απόμερο βράχο και πέρασε το χέρι του από την μέση της. Την έσφιξε πάνω του και την φίλησε απαλά στα μαλλιά. "Αυτή η μυρωδιά σου με καταδιώκει..." της είπε σιγανά και η ανάσα του την έκανε να ανατριχιάσει.

Έμειναν αρκετή ώρα εκεί... Σε εκείνη την μοναχική παραλία, με την παγωνιά να και τον αέρα να σφυρίζουν δίπλα τους, μα η καρδιά τους ζεστή σαν το ξύλο που καίγεται... Σιωπηλοί, αφέθηκαν στον ήχο των κυμάτων, στις ερωτευμένες αγκαλιές, και στα κλεφτά φιλιά. Τι πιο όμορφο από εκείνο το βράδυ... σαν να βρήκε ο ένας τον άλλο... σαν να άναψε στον ουρανό ένα μικρό αστεράκι με το όνομα ελπίδα...


Όταν ο έρωτας ξυπνά...Where stories live. Discover now