"...αφού σε αγαπούσα..." 29

4.9K 499 26
                                    


"Γιατί έφυγες αφού σε αγαπούσα...;"

"Φωτεινή" η φωνή του βγήκε σαν ψίθυρος και πάλι, και με βήμα δειλό άρχισε να περπατά προς την άκρη της προβλήτας χωρίς να παίρνει το βλέμμα του από πάνω της. "Φωτεινή!" ο ψίθυρος έγινε φωνή δυνατή και τα μάτια της συνάντησαν τα δικά του. Μπορούσε να την δει ξεκάθαρα, ήταν η γυναίκα του, στεκόταν στην άκρη του καταστρώματος και τα μάτια της ήταν καρφωμένα στα δικά του. Ο Ερμής χαμογέλασε αχνά και συνέχισε να την φωνάζει, μα γρήγορα το χαμόγελο πάγωσε στο πρόσωπό του καθώς την έβλεπε να τον κοιτά ανέκφραστη. Του γύρισε απλά την πλάτη και εξαφανίστηκε ανάμεσα στον κόσμο. "Φωτεινή!" η κραυγή του έσκισε τον αέρα και τάχυνε το βήμα του. Έτρεχε με όλη του την δύναμη, οι φλέβες στον λαιμό του είχαν πεταχτεί έξω, ο κόσμος από το κατάστρωμα τον κοιτούσε περίεργα... μα εκείνος απλά δεν σταματούσε...

Έφτασε τρέχοντας μέχρι εκεί που τελείωνε η προβλήτα και άρχιζε η θάλασσα. Έσκυψε λαχανιασμένος προσπαθώντας να βρει και πάλι την ανάσα του. Σήκωσε το κεφάλι κοιτώντας ηττημένος το πλοίο που απομακρυνόταν. Η Φωτεινή δεν φαινόταν πουθενά... την έχανε... την ίδια στιγμή που την βρήκε, την έχανε... Άνοιξε το στόμα του για να ψελλίσει το όνομά της, μα ένας λυγμός ξέφυγε από τα χείλη του. Έφερε τα χέρια στο πρόσωπο και τα ένιωσε υγρά... ήταν η υγρασία από την θάλασσα; ήταν δάκρυα που δεν μπορούσε να συγκρατήσει; Μέσα του πονούσε... Ένιωθε το αίμα της καρδιάς του να στάζει στα σπλάχνα του... "Γιατί έφυγες αφού σε αγαπούσα;" κατάφερε να μουρμουρίσει κι έμεινε εκεί όρθιος.. για ώρες... μέχρι που το καράβι που έπαιρνε την γυναίκα του μακριά χάθηκε από τον ορίζοντα.

Η Φωτεινή έφτασε με την ψυχή στο στόμα στο λιμάνι του Πειραιά. Ήθελε να προλάβει το πλοίο για την Τήνο, και δεν είχε ιδέα για τις ώρες των δρομολογίων. Έβγαλε βιαστικά εισιτήριο, έβαλε το αμάξι της στο καράβι και ανέβηκε στο κατάστρωμα. Ανακατεύτηκε στον κόσμο και κατάφερε να βρει μια θέση στην άκρη χαζεύοντας το λιμάνι μπροστά της. Με την καρδιά της κομματιασμένη, και το μυαλό της μπερδεμένο έπαιρνε τον δρόμο για το νησί του παππού της. Εκεί που πέρασε μερικά καλοκαίρια, πριν η μητέρα της μεγαλοπιαστεί για τα καλά και της το απαγόρευσε εντελώς.

Η θάλασσα ήταν ήρεμη και προσπάθησε χαζεύοντάς την να αδειάσει τις σκέψεις της, να διώξει τους γονείς της, να διώξει τον Ερμή από το μυαλό της. Μια φιγούρα στην προβλήτα της τράβηξε αμέσως την προσοχή και εστίασε το βλέμμα της σε αυτήν. Ήταν ο Ερμής! Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει λάθος... και απλά βεβαιώθηκε όταν τα βλέμματά τους συναντήθηκαν και κλείδωσαν εκεί. Τόσο μακριά μα και τόσο κοντά. Τον είδε να ανοίγει το βήμα του, περπατώντας κατά μήκος της προβλήτας, μα τα μάτια του δεν την έχαναν ούτε λεπτό. Άκουσε το όνομά της... την φώναζε... τα μάτια της γέμισαν δάκρυα μα δεν έκανε καμία κίνηση να τα απομακρύνει. Τον είδε να της χαμογελά... μα δεν του το ανταπέδωσε. Ο προδότης... ο προδότης... Του γύρισε την πλάτη και χάθηκε στον κόσμο, μα πραγματικά έφτανε η φωνή του στα αυτιά της. Την φώναζε... οι κραυγές του έφταναν καθαρά μέχρι εκείνη, μα δεν έκανε ούτε βήμα για να τον κοιτάξει. "Κοίτα τον τρελό!" άκουσε κάποιον να λέει, "Μα τι φωνάζει;" σχολίασε ακόμα ένας, και η Φωτεινή κλείνοντας με τις παλάμες τα αυτιά της έτρεξε σχεδόν κλαίγοντας στο εσωτερικό του πλοίου. Αρκετό κακό της είχε κάνει... δεν ήθελε τίποτα άλλο από εκείνον, να την ξεχάσει και εκείνη να καταφέρει να τον ξεριζώσει από μέσα της, να τον αφαιρέσει από το πετσί της...

Σχεδόν τρέχοντας, με τον θυμό και την ένταση να παραμορφώνουν τα χαρακτηριστικά του, κατευθύνθηκε μέχρι τα εκδοτήρια. Προσπέρασε όσους βρισκόταν μπροστά στην ουρά κι έφτασε μέχρι τις υπαλλήλους αγνοώντας τα σχόλια και τις διαμαρτυρίες που ακουγόταν. "Τι προορισμό έχει το πλοίο που μόλις έφυγε;" η φωνή του κοφτή και απότομη, παραμερίζοντας τις ευγένειες, με μάτια που γυάλιζαν, απευθύνθηκε στις νεαρές κοπέλες πίσω από τον πάγκο. "Σας παρακαλώ! Περιμένετε στην ουρά σας!" πετάχτηκε η πιο μεγάλη δείχνοντάς του το τέλος της σειράς. Ο Ερμής έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να μετρήσει μέχρι το δέκα συγκρατώντας τον θυμό του. "Τι προορισμό έχει το πλοίο που μόλις έφυγε;" επανέλαβε την ερώτηση πιο ήρεμα, μα ο ίδιος έμοιαζε με καζάνι που έβραζε, έτοιμο να εκραγεί παρασέρνοντας τα πάντα γύρω του. "Όταν έρθει η σειρά σας θα σας απαντήσω!" η εκνευριστική φωνή της υπαλλήλου έφτασε στριγγιά στα αυτιά του, και ήταν η στιγμή που η υπομονή του τελείωσε. "Που στο διάβολο πάει το πλοίο γαμώτο!" ούρλιαξε με τα μάτια του θολωμένα από πόνο και θυμό, καθώς τα χέρια του χτυπούσαν με μανία τον ξύλινο πάγκο μπροστά του. Ο κόσμος απομακρύνθηκε από γύρω του και οι τρεις υπάλληλοι μαζεύτηκαν κάνοντας μερικά βήματα προς τα πίσω.

"Θα φωνάξω την αστυνομία!" φώναξε κάποιος από πίσω του "αν δεν φύγεις θα φωνάξω την αστυνομία αλήτη!" συνέχισε η ίδια φωνή, κι αισθανόταν το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι του. Θα έκανε φόνο... θα άρπαζε όποιον έβρισκε μπροστά του εκείνη την ώρα, και ήταν ικανός να τον σκοτώσει εάν η φωνή της νεαρότερης υπαλλήλου δεν τον σταματούσε: "πάει Τήνο, Άνδρο και Σύρο!". Εστίασε το βλέμμα του πάνω της και εκείνη επανέλαβε με σταθερή φωνή "το πλοίο που μόλις έφυγε σταματάει στην Τήνο, στην Άνδρο και στην Σύρο". Άφησε μια βαθιά ανάσα που μόνο απογοήτευση έκρυβε. "Μπορώ να δω την λίστα με τους επιβάτες;" ρώτησε μα ήξερε την απάντηση. Η υπάλληλος κούνησε αρνητικά το κεφάλι "λυπάμαι... μόνο με εισαγγελική παρέμβαση" τον ενημέρωσε απαλά και ο Ερμής έγνεψε κουνώντας το κεφάλι του. Γύρισε την πλάτη του σε όλους, με βήμα αργό και με ώμους σκυφτούς απομακρύνθηκε από το σημείο.

Κατευθύνθηκε προς το αμάξι του, και κάθισε κουρασμένα στην θέση του οδηγού. Άφησε το κεφάλι του να ακουμπήσει πάνω στο τιμόνι και άφησε μια βαθιά ανάσα. Μια βαθιά ανάσα που έκρυβε όλο τον πόνο και την απελπισία που έκρυβε μέσα του...

Όταν ο έρωτας ξυπνά...Where stories live. Discover now