"...νιώσε την αγάπη..." 17

6.2K 546 19
                                    


"...σε κάθε σημείο του κορμιού το ένιωθα

είσαι αυτός που θέλω κάθε βράδυ στ' όνειρα μου

Σ' αγαπώ σου λέω για ακόμα μια φορά

Άκου το με την καρδιά σου ..."



Σαν θεριό κυκλοφορούσε μια εβδομάδα στο σπίτι και το γραφείο του. Δεν τον χωρούσε ο τόπος... ένιωθε εγκλωβισμένος σε μια κατάσταση που δεν άντεχε.. που δεν ήταν μαθημένος.

Πάντα το πάνω χέρι είχε στις σχέσεις του... Ποτέ δεν παρακάλεσε... ποτέ δεν κυνήγησε, ποτέ δεν στερήθηκε τον έρωτα. Μα με την Φωτεινή ήταν διαφορετικά. Από την πρώτη στιγμή που την είδε ήταν διαφορετικά και το ήξερε. Ειδικά τώρα που ένιωθε μια να την χάνει και μια να την βρίσκει είχε χάσει τον εαυτό του... Της υποσχέθηκε... την προειδοποίησε ότι δεν θα παραιτηθεί, ότι την αγαπάει και την ήθελε μαζί του. Μα είχε περάσει μια εβδομάδα και δεν είχε νέα της. Πάλευε με τον εαυτό του κάθε φορά που σήκωνε την συσκευή του τηλεφώνου για να μην την καλέσει, να της δώσει τον χρόνο που ήθελε, τον χώρο και ό,τι άλλο είχε ανάγκη.

"Πάλι τα ίδια ρε Ερμή;" άκουσε τον Χάρη να τον μαλώνει μπαίνοντας στο γραφείο του. Τον βρήκε να στέκεται μπροστά στην τζαμαρία χαζεύοντας τον χώρο παραγωγής από κάτω. Του έριξε μια στραβή ματιά και αφού ανασήκωσε τους ώμους του κάθισε βαριά πίσω στην θέση του. Ο Χάρης κάθισε στην πολυθρόνα απέναντί του, έβαλε έναν φάκελο πάνω στο γραφείο του λέγοντας κοφτά "Τα αναλυτικά ποσοστά τριμήνου που ζήτησες". Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά και τα βλέμματά τους συναντήθηκαν. "Καμία πρόοδος;" τον ρώτησε μα ήξερε την απάντηση. Ο Ερμής ανακάθισε και αναστέναξε βαθιά. "Της δίνω τον χρόνο που χρειάζεται, τον χώρο που έχει ανάγκη... μα νιώθω το δικό μου να στενεύει όσο δεν πάει" έλυσε την σιωπή του και γέμισε το γραφείο με την παραπονιάρικη φωνή του. "Μια εβδομάδα... μια ολόκληρη εβδομάδα έχουμε να μιλήσουμε... δεν νοιάζεται αρκετά ρε φίλε να μάθει τι κάνω;" ρώτησε και τα μάτια του φανέρωναν τον πόνο που κρυβόταν μέσα τους. Ο Χάρης ξεφύσηξε δυνατά... στενοχωριόταν πολύ για τον αδερφό του. Ο ίδιος περνούσε μια από τις πιο ευτυχισμένες περιόδους της ζωής του με την Βασιλική να περιμένει και πάλι το παιδί τους, μα δεν μπορούσε να το χαρεί βλέποντας τον αδερφό του να υποφέρει έτσι.

"Γιατί δεν πας να την βρεις και πάλι; Να την διεκδικήσεις! Μην της δίνεις χρόνο! Μην την δίνεις ούτε χώρο, δημιουργείς απόσταση ανάμεσά σας που αυτή την στιγμή δεν τον χρειάζεστε, δεν σας κάνει καλό!" του είπε έντονα και κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον του Ερμή. Ο Χάρης τον κοίταξε προσεκτικά και του έδωσε λίγο χρόνο να σκεφτεί. "Η Φωτεινή σε χρειάζεται... όσο και να μην σε θέλει αυτή τη στιγμή, το ξέρεις καλά ότι φταίει το ατύχημα... όχι εκείνη. Σε αγαπάει Ερμή... διεκδίκησε την αγάπη της... απαίτησέ την εάν χρειαστεί!" συμπλήρωσε και σηκώθηκε απότομα από την πολυθρόνα που καθόταν. Δεν περίμενε απάντηση από τον αδερφό του μα λίγο πριν φύγει από το γραφείο του τον συμβούλεψε κάτι ακόμα "μην την αφήνεις μόνη με αυτούς... ξέρεις καλά οτι μόνο κακό της κάνουν... μόνο εσένα έχει... φρόντισέ την, είναι γυναίκα σου Ερμή, την ξέρεις καλύτερα από όλους... και στην παρούσα φάση, καλύτερα ακόμα και από τον ίδιο της τον εαυτό".

Άκουσε την πόρτα να κλείνει απαλά και έφερε τα χέρια στο πρόσωπό του. Υπήρχαν στιγμές που ένιωθε δυνατός και έτοιμος για όλα... μα υπήρχαν και ώρες που ήταν αδύναμος, ανίκανος να κάνει το παραμικρό για να κερδίσει την Φωτεινή και πάλι. Αυτή η εναλλαγή των συναισθημάτων του τον τρέλαινε, τον κούραζε ψυχολογικά και τον εξόντωνε συναισθηματικά.

Έτριψε με δύναμη το πρόσωπό του και σηκώθηκε απότομα από την θέση σου. Άρπαξε ένα ποτήρι και έβαλε μέχρι την μέση σκέτο ουίσκι, πίνοντάς το με μια γουλιά. 'Κακές συνήθειες...' σκέφτηκε χαμογελώντας πικρά... Το γέμισε άλλη μια φορά προσπαθώντας να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του. Έβγαλε το κινητό από την τσέπη του και κοίταξε μήπως είχε καμία κλήση από εκείνη μα το γύρισε στην τσέπη του θορυβημένος. Κατέβασε το χρυσοκίτρινο ποτό με μια ανάσα, άρπαξε το σακάκι του κι έφυγε βιαστικά από το γραφείο του.

Κατέβηκε μέχρι το αυτοκίνητό του και κάθισε στην θέση του οδηγού κοιτώντας το κενό μπροστά του. Μέσα του είχε ξεσπάσει μάχη για ακόμα μια φορά, και φοβόταν μην τυχόν και κάνει πίσω. Πήρε βαθιά ανάσα και άναψε την μηχανή με μια κίνηση. Οδηγούσε και μυαλό του είχε γεμίσει με την εικόνα της, το άρωμά της τον στοίχειωνε, νόμιζε ότι εάν άπλωνε το χέρι του θα την ακουμπούσε... Πως μπορούσε να ξεχάσει, να γυρίσει την πλάτη του σε τέτοιο έρωτα; Πως μπορούσε να την αφήσει να συνεχίσει την ζωή της χωρίς την δική του παρουσία; Δεν υπήρχε καμία περίπτωση να το κατάφερνε ποτέ... Θα έλιωνε μακριά της, μέσα στην αυτολύπηση, και μόνη του συντροφιά θα ήταν το ποτό...

Δεν άργησε να φτάσει μπροστά από το πατρικό της. Πάρκαρε απέξω και κάθισε για λίγο μέσα στο αμάξι για να ηρεμήσει τους χτύπους της καρδιάς του. Ένιωθε τέτοια ένταση μέσα του κάθε φορά που ετοιμαζόταν να την δει και φοβόταν μην την τρομάξει. Πήρε βαθιές ανάσες μα την στιγμή που άπλωσε το χέρι για να ανοίξει την πόρτα το τηλέφωνό του κουδούνισε στην εσωτερική τσέπη του σακακιού του. Μουρμούρισε μια βρισιά και το έβγαλε σχεδόν ενοχλημένος μα το πρόσωπό του άλλαξε έκφραση αναγνωρίζοντας αμέσως τον αριθμό στην οθόνη του...


Όταν ο έρωτας ξυπνά...Where stories live. Discover now