"...έλα κοντά μου..." 16

5.8K 550 19
                                    


"Έλα κοντά μου , δεν είμαι η φωτιά.

Τις φωτιές τις σβήνουν τα ποτάμια.

Τις πνίγουν οι νεροποντές.

Τις κυνηγούν οι βοριάδες.

Δεν είμαι , δεν είμαι η φωτιά..." Μ. Λ.

Το πρόσωπο του Ερμή πάγωσε μόλις άκουσε τα λόγια της. Έριξε βιαστικά το βλέμμα του προς την θάλασσα κι έμεινε σιωπηλός για λίγο να την κοιτά. "Εγώ δεν παραιτούμαι Φωτεινή" είπε σιγανά και τα μάτια του έγιναν ένα με το βαθύ μπλε της θάλασσας. Εκείνη δεν μίλησε... αναστέναξε βαθιά, κι έμεινε κοντά του σιωπηλή, σκεφτική. Αρκετή ώρα αργότερα σηκώθηκαν για να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Μπήκαν στο αμάξι κι άναψαν το καλοριφέρ για να ζεσταθούν. Στην επιστροφή ήταν κι δυο αμίλητοι, μα η σιωπή αυτή φαινόταν να τους χαρίζει ανακούφιση. Χαμένοι στις σκέψεις τους, βρισκόταν μίλια μακριά.

Έφτασαν έξω από το σπίτι της και ο Ερμής έσβησε την μηχανή. Η ησυχία της νύχτας τους έκανε να κοιταχτούν επίμονα. Έβαλε το χέρι πάνω στο πόδι της και το βλέμμα του δεν έφυγε από το δικό της. "Σου ξαναλέω Φωτεινή οτι εγώ δεν θα παραιτηθώ..." της είπε απαλά, κι εκείνη χάθηκε ξαφνικά στο βλέμμα του. "Δεν θέλω να παραιτηθείς..." του απάντησε και σκέπασε το χέρι του με το δικό της. "Δως μου μόνο λίγο χρόνο να βρω τον εαυτό μου... λίγο χρόνο να δω τι γίνεται γύρω μου... λίγο χρόνο να σταθώ και πάλι στα πόδια μου Ερμή..." του είπε είδε τα μάτια της να γυαλίζουν στο σκοτάδι. Δεν την άφησε να συνεχίσει, πήρε βαθιά ανάσα και τα χείλη του έψαξαν για τα δικά της. Το φιλί τους τρυφερό στην αρχή, άγριο στην συνέχεια, έκρυβε την ανάγκη του για εκείνη. Λίγα λεπτά αργότερα, την κοίταξε στα μάτια και η Φωτεινή βγήκε έξω. Πήγε σχεδόν τρέχοντας μέχρι την είσοδο του σπιτιού της και μπήκε μέσα λαχανιασμένη. Στάθηκε με την πλάτη στην πόρτα, μέσα στην ησυχία του σπιτιού περιμένοντας να ακούσει την μηχανή του αυτοκινήτου του Ερμή να ξεκινάει.

"Φωτεινή!" άκουσε την απαλή φωνή του παππού της και μπαίνοντας στο σαλόνι τον είδε να κάθεται δίπλα στο αναμμένο τζάκι. "Τι κάνεις τέτοια ώρα ξύπνιος;" τον μάλωσε και κάθισε δίπλα του αγκαλιάζοντάς τον. "Σε περίμενα" της είπε σιγανά, σχεδόν ψιθυρίζοντας, ρίχνοντας μια νευρική ματιά προς την σκάλα που οδηγούσε στα πάνω πατώματα. "Ήσουν με τον Ερμή;" την ρώτησε ξαφνικά και τα μάτια του γυάλισαν κάτω από το φως της φωτιάς στο τζάκι. Η Φωτεινή έγνεψε καταφατικά "πήγαμε μια βόλτα" είπε απλά και ανακάθισε στην θέση της. "Ο Ερμής σ' αγαπάει κόρη μου..." είπε σχεδόν συγκινημένος ο παππούς της. "Σ' αγαπάει και σε θέλει μαζί του... κοντά του... σπίτι σας Φωτεινή" συνέχισε και εκείνη έριξε το βλέμμα στα χέρια της. "Δεν είμαι έτοιμη" είπε σιγανά και η καρδιά του κυρ Ανέστη βούλιαξε στο στήθος του. "Δεν τον θυμάμαι παππού... μου είναι άγνωστος... βλέπω ότι με αγαπάει... υπάρχει μια.... έλξη.... μα ως εκεί..." πρόσθεσε κοιτάζοντάς τον έντονα. Ο παππούς της κούνησε το κεφάλι του λέγοντάς της "μην αφήνεις αυτούς εδώ να σε επηρεάζουν... ακούς; Κι έκανες πολύ άσχημα που ήρθες εδώ να μείνεις Φωτεινή! Η θέση σου είναι με τον άντρα σου! Όχι εδώ!" είπε έντονα και τα μάτια του έτρεξαν και πάλι στην σκάλα νευρικά. Εκείνη χαμήλωσε το βλέμμα... φουρτούνα και πάλι είχε ξεσπάσει μέσα της. "Πες μου τι έχει γίνει παππού... πες μου τι έχει συμβεί μεταξύ τους... Θα ήταν όλα πιο εύκολα εάν τον ήθελαν τον Ερμή... εάν συμφωνούσαν με την επιλογή μου... Τώρα απλά νιώθω ότι κάποιος μου κρύβει κάτι και δεν ξέρω ποιος... Δεν ξέρω ποιον να εμπιστευτώ... Ποιος μου λέει την αλήθεια..." είπε με μια ανάσα. "Και αυτό με κρατάει πίσω παππού... με κρατάει πίσω!" είπε και πάλι πιο έντονα πιάνοντάς του τα χέρια. Την χάιδεψε τρυφερά στο μάγουλο, και έσβησε το δάκρυ που είχε αρχίσει να κυλάει στο μάγουλό της. "Έχεις δίκιο παιδί μου... έχεις δίκιο... πρέπει να μάθεις για να ανοίξουν τα μάτια σου... Έχεις δικαίωμα να ξέρεις τι έχει συμβεί..." κατέληξε ο κυρ Ανέστης μα πριν προλάβει να πει άλλη κουβέντα βήματα ακούστηκαν στον πάνω όροφο, και αμέσως φωτίστηκε η σκάλα.

"Επιτέλους Φωτεινή!" ακούστηκε η τσιριχτή φωνή της μητέρας της και ο παππούς σήκωσε τα μάτια στον ουρανό. "Πάντα πετάγεσαι την ώρα που δεν πρέπει Ερμιόνη!" της φώναξε σχεδόν αγανακτισμένος και πετάχτηκε απότομα από τον καναπέ. "Τι κάνεις ακόμα ξύπνιος πατέρα; Στην ηλικία σου τα ξενύχτια δεν σου κάνουν καλό!" συνέχισε εκείνη την αντεπίθεση μα η Φωτεινή δεν έκατσε λεπτό παραπάνω. Ανέβηκε τρέχοντας τα σκαλιά και κλείστηκε στο δωμάτιό της αγνοώντας τις φωνές της μητέρας της.

Ξάπλωσε στο κρεβάτι με τα ρούχα και έκλεισε τα μάτια. Μπροστά της εμφανίστηκε ο Ερμής, με εκείνο το γλυκό του χαμόγελο που τόσο της άρεσε. "Ο άντρας μου" μονολόγησε και για άλλη μια φορά αναρωτήθηκε πως ήταν η ζωή της μαζί του.


Όταν ο έρωτας ξυπνά...Where stories live. Discover now