Κεφάλαιο 38

2 1 0
                                    

   Το φως του ήλιου περνά μέσα στη σκηνή μου.Ανοίγω τα μάτια μου και ενοχλημένη σηκώνομαι από το ράντζο μου.Ψάχνω κάτω από το μαξιλάρι μου και μόλις βρίσκω το κινητό μου κοιτάζω την ώρα.Είναι εφτά το πρωί...

   Ξαφνικά ακούω φωνές.Βγαίνω από τη σκηνή μου και κοιτάζω γύρω μου.Όλοι είναι μαζεμένοι στο κέντρο της αποικίας.Τρέχω προς εκεί και προσπαθώ να δω τί συμβαίνει.Περνάω ανάμεσα από τους άλλους και τελικά βρίσκομαι μπροστά απ' όλο το πλήθος.Βλέπω τον Ράιαν.Στέκεται δίπλα από ένα χτυπημένο αγόρι μαζί με τους δύο ακόλουθούς του.

<<Τί συμβαίνει;>> Φωνάζω και όλοι οι άλλοι σταματούν να μιλούν.

<<Δάμαρις...>> Ξεκινάει να λέει χαρούμενος ο Ράιαν. <<Αυτό το αγόρι κατηγορείται για προδοσία της φυλής και τώρα θα τιμωρηθεί όπως του αξίζει.>>

    Τα μέλη της φυλής έχουν δημιουργήσει έναν κύκλο.Στη μέση του κύκλου αυτού βρίσκεται ένα ψηλό δέντρο.

    Ένας από τους ακόλουθους του Ράιαν με πλησιάζει μαζί με ένα χαρτί.Μου δίνει το χαρτί κι εγώ το διαβάζω.Περιέχει πληροφορίες για το αγόρι που κατηγορείται για προδοσία.Το όνομά του είναι Άλεξ και το επώνυμό του λείπει.Είναι δεκαεφτά χρονών και ο αριθμός του είναι 330.

<<Δεν το έκανα εγώ!>> Φωνάζει ο Άλεξ. <<Δε θα πρόδιδα ποτέ τη φυλή.>>

    Ο Ράιαν τον αγνοεί.

<<Είναι γνωστή η διαδικασία.Ας ξεκινήσουμε.>> Λέει στο πλήθος ο αρχηγός του και γνέφει προς τους ακολούθους του να αρχίσουν.

     Οι δύο ψηλοί γεροδεμένοι άντρες αρπάζουν τον Άλεξ και τον γονατίζουν στο έδαφος.Παίρνουν το σχοινί με το οποίο ήταν δεμένα τα χέρια του και του βγάζουν την μπλούζα.Μετά ο ένας άντρας τον σηκώνει όρθια και τον κρατάει ακίνητο, ενώ ο άλλος του βγάζει τα παππούτσια, το παντελόνι και οτιδήποτε άλλο φορούσε.Στο τέλος, το νεαρό αγόρι έμεινε ολόγυμνο μπροστά σε όλους μας.

    Η τιμωρία όμως δεν τελειώνει εδώ.Οι δύο άντρες δένουν τον Άλεξ στο δέντρο με πλάτη προς εμάς και πέρνουν από ένα μαστίγιο ο καθένας.Τη στιγμή που ετοιμάζονται να τον χτυπήσουν για πρώτη φορά, κάνω λίγα βήματα μπροστά και τους φωνάζω για να σταματήσουν.Έτσι, ο Ράιαν και οι ακόλουθοί του με κοιτάζουν παραξενεμένοι.

<<Πρέπει να τιμωρηθεί.>> Μου λέει ο Ράιαν.

<<Όχι.Δεν χρειάζεται να υποφέρει.>> Του απαντάω. <<Δεν το έκανε αυτός.>>

   Οι δύο άντρες λύνουν τον Άλεξ και τον φέρνουν μπροστά μου.Εγώ αποφεύγω να τον κοιτάζω αφού είναι ολόγυμνος και δίνω το χαρτί με τις πληροφορίες για το αγόρι στον Ραίαν.

<<Οι Μίν σκότωσαν την οικογένειά του πριν λίγες μέρες.Αν δεις το σώμα του θα καταλάβεις ότι περιπλανιόταν για όλο αυτό τον καιρό.>>Λέω στον Ράιαν. <<Δεν πρόδωσε τη φυλή σου.Δεν αποκάλυψε τίποτα γι' αυτήν, αφού δεν ήξερε τίποτα.Είναι καινούριος εδώ.Σαν εμένα.>>

    Κοιτάζω τον Άλεξ στα μάτια.Φαίνεται έκπληκτος.Μάλλον δεν περίμενε να βγάλω το συμπέρασμα τόσο εύκολα, όμως είναι υπέρ του ίδιου και της φυλής του και γι΄αυτό είναι καλύτερα να μην μιλήσει καθόλου.

    Ο Ράιαν κοιτάζει το σώμα του Άλεξ.Είναι γεμάτο σημάδια και τα πόδια ματωμένα.

<<Ήσουν στους Μίν;>> Τον ρωτάει.

<<Όχι, κύριε.>>Απαντάει ο Άλεξ. <<Εγώ και η οικογένειά μου περνούσαμε από τη γέφυρα όταν μας επιτέθηκαν οι νεκροί και αναγκαστήκαμε να φύγουμε μέσα από το δάσος.>>

    Ο Ράιαν τον κοιτάζει επίμονα.Μάλλον προσπαθεί να διαβάσει τις σκέψεις του.

<<Κρύφτηκες όταν εμφανίστηκε ο στρατός των Μίν, έτσι δεν είναι;>> Τον ρωτάει ο Ράιαν.

    Το ξανθό αγόρι γνέφει καταφατικά. Είναι τρομαγμένο και ντρέπεται επειδή του έχουν αφαιρέσει τα ρούχα.Κοιτάζει συνεχώς το έδαφος και τρέμει ολόκληρος.

<<Είναι αθώος.>> Λέει ο Ράιαν και κάνει νόημα στους δύο άντρες να τον αφήσουν ελεύθερο.

    Μετά, τον οδηγούν στη σκηνή του Ράιαν για να ακολουθήσει η διαδικασία ένταξής του στη φυλή.Δεν μπορούν να τον αφήσουν να φύγει.Δεν ξέρουν τί θα κάνει.Εκτός αυτού, ούτε ο ίδιος δεν ξέρει πού να πάει, τώρα που η οικογένειά του έχει χαθεί.Γι' αυτό θα μείνει εδώ.Αναγκαστικά.

   Εγώ κάθομαι και πάλι στη σκηνή μου.Κοιτάζω το χαρτί με το σχέδιο της λίμνης.Γιατί ο Ράιαν θέλει τώρα να καταλάβει όλο το μέρος της λίμνης; Τί το ιδιαίτερο έχει αυτό το μέρος;Πρέπει να τα βρω όλα.Αύριο θα πάω στη λίμνη είτε αυτό αρέσει στον Ράιαν είτε όχι.

    Ξαφνικά μέσα στη σκηνή μου μπαίνουν οι δύο ακόλουθοι του Ράιαν.Πίσω τους στέκεται ο Άλεξ.

<<Το αγόρι θα μείνει εδώ.>> Μου λένε και βγαίνουν αμέσως από τη σκηνή.

    Ο Άλεξ παραμένει ακίνητος μπροστά μου.Είναι ντροπαλός και αυτή τη στιγμή αισθάνεται πολύ άβολα.Ενδεχομένως έτσι να είναι ο χαρακτήρας του, όμως μπορεί να έχει επιδεινώσει την κατάστασή του και το γεγονός που έλαβε μέρος πριν λίγη ώρα.Εκτός από αυτά, ο Άλεξ έχασε πρόσφατα τους γονείς του οπότε είναι λογικό να νιώθει άσχημα ψυχολογικά.

<<Θες να κάτσεις;>> Τον ρωτάω και ακουμπάω το μέρος του ράντζου δίπλα μου.

   Το ξανθό αγόρι γνέφει καταφατικά και κάθεται δίπλα μου.Το βλέμμα του αμέσως πέφτει στα χαρτιά που κρατάω.

<<Η λίμνη... >> Λέει. <<Τί το ιδιαίτερο έχει;>>

<<Ο Ράιαν και ο αρχηγός των Μίν είναι αδέρφια.Δεν ξέρω γιατί, αλλά όταν επέλεξαν αυτό το μέρος για να εγκατασταθούν οι φυλές τους και το μοίρασαν, άφησαν τη λίμνη κοινή.Τώρα επιδιώκουν και οι δύο να την πάρουν.>>

   Ο Άλεξ κουνάει το κεφάλι του αρνητικά.

<<Κι άλλο αίμα θα χυθεί.>> Λέει και κοιτάζει απογοητευμένος το πάτωμα.

    Φαίνεται τόσο καλός.Γιατί άραγε να έπεσε θύμα αυτών των βιαιοτήτων; Υπάρχει λόγος ή όλα γίνονται απλώς για την ευχαρίστηση των Μίν ή των Έσκ; Δεν θέλω να τον ρωτήσω τώρα.Έχει περάσει αρκετά...

<<Γιατί έχεις αυτά τα σχέδια;>> Με ρωτάει.

<<Πρέπει να βρω ένα σχέδιο.>> Του απαντάω.

    Το αγόρι με κοιτάζει για λίγο στα μάτια.

<<Δουλεύεις γι' αυτούς!>> Φωνάζει και απομακρύνεται από κοντά μου.

<<Όχι! Άλεξ, δεν δουλεύω για τους Έσκ.>> Του απαντάω.

<<Για τους Μίν;>>

<<Ούτε για τους Μίν.>>

<<Τότε γιατί έχεις το τατουάζ;>>

<<Για τον ίδιο λόγο που το έχεις κι εσύ.>>

     Ο Άλεξ κάνει μια παύση.Ύστερα κάθεται πάλι δίπλα μου και ψιθυρίζει τη λέξη "αναγκαστικά".Εγώ κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου και ελπίζω να με πιστεύει.Δεν μπορώ να είμαι άλλο μόνη μου εδώ μέσα.Είμαι κουρασμένη πια.Θέλω να βρω τον Ήθαν και να φύγουμε από αυτό το μέρος.Και αν είναι μαζί μας μέχρι τότε και ο Άλεξ, τότε μπορεί να έρθει μαζί μας κι αυτός.

















3 ΩΡΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ


    Ρίχνω μια ματιά στο κινητό μου κρυφά.Ο Άλεξ έχει πάει στη σκηνή του Ράιαν για να του ζητήσει να με βοήθησει με το σχέδιο για τη λίμνη.Η ώρα είναι δέκα το πρωί και δεν υπάρχει κανένα μήνυμα του Ήθαν.

<<Πάμε!>> Λέει ο Άλεξ αμέσως μόλις μπαίνει μέσα στη σκηνή.

<<Στη λίμνη;>> Τον ρωτάω.

<<Ναι.>> Μου απαντάει. <<Θα έρθει μαζί μας και ο Ράιαν με ένα μέρος της φρουράς, αλλά δεν πειράζει.>>

   Ο Άλεξ ξέρει το σχέδιο.Έπρεπε να έρθει μαζί μας ο Ράιαν, απλώς τώρα έπρεπε να φανούμε απογοητευμένοι και ενοχλημένοι εξαιτίας των ακολούθων του που βρίσκονται εδώ.Αν ο Ράιαν είναι στη λίμνη, τότε θα έρθει και ο αδερφός του κι έτσι θα ξεκινήσουν οι διαφωνίες γι' αυτήν.Θα προσπαθήσουμε να προκαλέσουμε τους Μίν και να ξεσπάσει διαμάχη έτσι ώστε μέσα στη φασαρία και τα αίματα εγώ και ο Άλεξ να βρούμε τον Ήθαν και να φύγουμε.

   Αυτό ήταν το σχέδιο.Πιστεύαμε πως όλα θα εξελίσσονταν σύμφωνα με αυτό, όμως κάναμε λάθος!

   Όταν φτάσαμε στη λίμνη οι Μίν ήταν ήδη εκεί και ξεφορτώνονταν ορισμένα ζόμπι.Ο Ράιαν και οι φρουροί πλησίασαν τον Κρίστοφερ και ξεκίνησαν να μιλούν.Φαίνονται θυμωμένοι.Κάποια στιγμή, ο Ήθαν εμφανίζεται και στέκεται δίπλα στον Κρίστοφερ.Για λίγα δευτερόλεπτα κοιτάζει εμένα και τον Άλεξ, όμως στη συνέχεια στρέφει το βλέμμα του αλλού.

<<Τί στο καλό;>> Λέω και αρχίζω να περπατάω προς τους δύο αρχηγούς και τις φρουρές τους.

<<Τον έβαλε στην φρουρά του;>> Ρωτάω τον Ράιαν.

   Εκείνος δεν μου απαντά.Μου κάνει νόημα κουνώντας το χέρι του για να φύγω από εκεί, όμως εγώ θέλω να ξέρω τί ακριβώς συμβαίνει.

<<Μπήκες στη φρουρά του;>> Ρωτάω τον Ήθαν.

<<Όλε σε ταν μπο τσι.>> Μου απαντάει κοφτά.

<<Γιατί; Γιατί τους άφησες να σου το κάνουν αυτό;>>

    Ο Ράιαν με πιάνει από το μπράτσο και με τραβάει λίγα βήματα πιο μακριά.

<<Ήρθαμε για δουλειά εδώ.Προσπάθησε να μην τα κατστρέψεις όλα.>> Μου λέει και με σπρώχνει προς τον Άλεξ.

   Δεν μπορώ να το πιστέψω.Ο Ήθαν φοβόταν τους Μίν.Δεν του άρεσε ο τρόπος ζωής τους και δεν τους καταλάβαινε.Τί άλλαξε τόσο γρήγορα; Τί τον ανάγκασε να αλλάξει γνώμη;

<<Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να τους χαλάσουμε τα σχέδια.>> Μου λέει ο Άλεξ.

   Εγώ κοιτάζω τα ζόμπι που πέφτουν από τη γέφυρα μέσα στη λίμνη.Σίγουρα μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε έτσι ώστε να ξεκινήσει μια διαφωνία ανάμεσα στους Μιν και τους Έσκ.

<<Φοβάσαι τα ζόμπι;>> Ρωτάω τον Άλεξ.

<<Ποιός δεν τα φοβάται;>>

<<Αυτή τη στιγμή, εγώ.>> Του απαντάω και πλησιάζω στη λίμνη.

   Ένα από τα ζόμπι που βρισκόταν κοντά στη στεριά με αρπάζει από τα μαλλιά και με τραβάει με δύναμη προς το μέρος του.

<<Βοήθεια! Ράιαν!>> Φωνάζει ο Άλεξ και δείχνει προς το μέρος μου.

    Δύο ακόμα ζόμπι με πλησιάζουν.Βγάζω το μαχαίρι που είχα στην τσέπη μου και καρφώνω το κεφάλι αυτού που με κράταγε.Τρία από αυτά βρίσκονται πίσω μου και τα υπόλοιπα είναι περιορισμένα χάρη στο στρατό των Μίν.Επομένως έχω να σκοτώσω πέντε ζόμπι.

   Εν τω μεταξύ, ο Ράιαν βγάζει το μαχαίρι του και προσπαθεί να σκοτώσει μαζί με τους δύο ακόλουθούς του τέσσερα άλλα ζόμπι που ξέφτγαν από το στρατό του Κρίστοφερ.

   Καρφώνω το μαχαίρι στο μέτωπο του πρώτου ζωντανού - νεκρού και ρίχνω μια κλοτσιά στην κοιλιάς αυτού που με πλησίαζε απειλητικά.Τη στιγμή που ετοιμάζομαι να καρφώσω το μαχαίρι μου στο μάτι από το τρίτο στη σειρά ζόμπι που με πλησίασε, εμφανίζεται η μητέρα μου.

<<Όχι άλλο αίμα.>> Μου λέει. <<Αφέσου.>> 

  Απλώνει το χέρι της προς το μέρος μου.Οι φωνες γίνονται πιο δυνατές και νιώθω έναν αβάσταχτο πόνο στο αριστερό μου πόδι.Πέφτω στο έδαφος και συνεχίζω να κοιτάζω την μητέρα μου.

<<Μην παλεύεις Δάμαρις!>>

   Ουρλιάζω και το έδαφος σίεται.Το ζόμπι συνεχίζει να δαγκώνει το πόδι μου, ενλω ταυτόχρονα εγώ, σαν μπάνσι, προβλέπω τον θάνατό μου.

<<Δάμαρις!>> Φωνάζει η μητέρα μου. <<Αφέσου!>>

<<Δεν θέλω...>> Ψιθυρίζω. <<Δεν θέλω!>> Ουρλιάζω και νιώθω το έδαφος να κινείται δυνατά.

   Τα κεφάλια από τα ζόμπι που ήταν γύρω μου έσπασαν και όλα έπεσαν στο έδαφος.Εγώ παρέμεινα ξαπλωμένη με το πόδι μου να αιμορραγεί και άρχισα να κοιτάζω τον ουρανό.Είναι πολύ όμορφος.Καταγάλανος με άσπρα σύννεφα... Όμως, ξαφνικά όλα αλλάζουν.Ενώ είμαι ξαπλωμένη και αιμορραγώ, ο ουρανός είναι μαύρος και τα σύννεφα απειλητικά.Ο θάνατος μιας μπάνσι, επιδρά και στο περιβάλλον.

<<Δάμαρις!>> Φωνάζει ο Ράιαν και με πλησιάζει.

   Ο Άλεξ στέκεται ακίνητος λίγο πιο δίπλα και με κοιτάζει σοκαρισμένος.

<<Είσαι καλά;>> Με ρωτάει ο Ράιαν.

<<Προσδιόρισε το "καλά".>> Του απαντάω.

   Αμέσως με βοηθάει να σηκωθώ και με μεταφέρει στην πρόχειρη σκηνή των Έσκ που είχε φτιάξει αυτός με τη φρουρά κοντά στη λίμνη.Δίπλα από αυτή, βρίσκεται η σκηνή των Μίν.

<<Η λίμνη δεν είναι ασφαλής.>> Λέω στον Ράιαν.

<<Το κατάλαβα.>> Μου απαντάει αυτός αφού μου δίνει μια κουβέρτα για να σκεπαστώ.

<<Θα έπρεπε να είναι ο δικός μας στρατός εκεί έξω και να περιορίζει τα ζόμπι.Ο δικός τους είναι αδύναμος.>> Του λέω.

    Ο Άλεξ δεν μιλάει.Παρακολουθεί σιωπηλός και σοκαρισμένος από το γεγονός.

<<Έχεις δίκιο, όμως...>>

   Εγώ τον διακόπτω.Του λέω πως δεν υπάρχει τίποτα που θα σταθεί εμπόδιο στην αλλαγή αυτή.Ο δικός μας στρατός είναι πιο δυνατός.Αποδέχεται τα όπλα και μπορεί να δώσει ένα τέλος στα ζόμπι.Τί θα γίνει αν χαλάσουν τα σκοινιά τους, αν τα κόψουν τα ζόμπι και φτάσουν και στην δική μας πλευρά;

   Ο Ράιαν με κοιτάζει παραξενεμένος.

<<Γιατί ενδιαφέρεσαι τόσο πολύ;>>

<<Είμαι μια από εσάς ακόμα, έτσι δεν είναι;>>

   Εκείνος γνέφει καταφατικά.

<<Ενδιαφέρομαι για τη φυλή μου.>> Του απαντάω και αφήνω την πετσέτα στην καρέκλα δίπλα μου.

   Στη συνέχεια σκίζω το παντελόνι μου στο μέρος της πληγής και προσπαθώ με την πετσέτα να σταματήσω την αιμορραγία.

<<Άλεξ...>> Λέει ο Ράιαν.

   Το νεαρό αγόρι τινάζεται από τον φόβο του και μετά κοιτάζει τον αρχηγό του στα μάτια.

<<Θέλω να πας μαζί με τους φρουρούς στη σκηνή των Μίν και να τους ενημερώσετε για το συνέδριο που θα γίνει σε μισή ώρα.>>

   Ο Άλεξ γνέφει καταφατικά και προχωράει προς την έξοδο της σκηνής.Λίγο πριν φύγει με κοιτάζει κι εγώ του κλείνω χαρούμενη το μάτι, χωρίς να με καταλάβει ο Ράιαν.

   Θα τα καταφέρουμε.Θα φύγουμε από εδώ.Θα είμαστε ελεύθεροι... ή τουλάχιστον ο Άλεξ θα είναι ελεύθερος, αφού εγώ θα πεθάνω σε λίγες μέρες.

<<Δάμαρις... >>Ξεκινάει να λέει ο Ράιαν και με πλησιάζει. <<Θέλω να ξέρεις πως τον λίγο καιρό που ήμασταν μαζί μου έκανες καλή εντύπωση.>>

   Εγώ χαμογελάω.

<<Κι εσύ μου έκανες καλή εντύπωση Ράιαν.>> Του λέω.

<<Ωραία, γιατί για όσο καιρό θα είσαι ακόμα ζωντανή, που θα φροντίσω να είναι πολύς αυτός ο καιρός, θα ήθελα να είμαστε μαζί.>> Μου λέει και αμέσως με φιλάει.

   


 


 


 


 


 


 

My love storyWhere stories live. Discover now