Κεφάλαιο 39

12 0 0
                                    

<<Ράιαν, θα είμαι ζωντανή μόνο για λίγες μέρες.>> Του λέω.

<<Όχι, κάνεις λάθος.Θα βρούμε έναν τρόπο και θα σε βοηθήσουμε.>> Μου λέει και ρίχνει μια ματιά στην πληγή.

    Η μόλυνση έχει ήδη αρχίσει να εξαπλώνεται.Η αιμορραγία έχει σταματησει όμως το μοβ χρώμα που έχει εμφανιστεί στο δέρμα μου δεν είναι καλό σημάδι.

<<Έχω δει πολλούς να πεθαίνουν και έχω σκοτώσει αρκετούς.Μου αξίζει αυτός ο θάνατος.>> Του λέω και τυλίγω ξανά το πόδι μου με την πετσέτα.

<<Όλοι μας έχουμε σκοτώσει.Είναι αυτή η πραγματικότητα που μας αναγκάζει να γινόμαστε σκληροί.>> Μου απαντάει.

<<Ι νόρμ τα χουμάνες, ι έστ μέιν χουμάνες...>> Του λέω.

<<Εμείς γεννηθήκαμε άνθρωποι, εμείς θα πρέπει να παραμείνουμε άνθρωποι.>> Μετέφρασε αυτός και με κοιτάξε με δακρυσμένα μάτια.

   Ξαφνικά, οι φρουροί, ο Άλεξ, ο Κρίστοφερ και η δική του φρουρά μπαίνουν στη σκηνή.

<<Δεν πέρασε μισή ώρα.>> Λέει ο Ράιαν.

<<Το ξέρω...>> Απαντάει ο Άλεξ. <<Επέμεναν να έρθουν νωρίτερα.>>

<<Ι μένες ες τίερ.>> Λέει ο Κρίστοφερ επιθετικά.

"Οι άντρες μας είναι δυνατοί" Μεταφράζουν οι φωνές στο μυαλό μου.

<<Νιε πάλο.>> Απαντάει ο Ράιαν.

"Όχι αρκετά."

<<Βός κιέρα ες ι>> 

"Αυτή η λίμνη είναι δική μας."

<<Βός κιέρας λόνγκ ιες οφ ι.>>

"Αυτή η λίμνη ανήκει και στους δύο μας."

    Η λεκτική διαμάχη έχει ξεκινήσει.Ο Άλεξ με πλησιάζει και περιμένει να μάθει τί ακριβώς γίνεται.

<<Όνε κόν ες τε βάκτορ.>> Λέει ο Κρίστοφερ στο τέλος της αντιπαράθεσης και φεύγει από τη σκηνή μαζί με τον Ήθαν και τους υπόλοιπους ακολούθους του.

"Ένας θα είναι ο νικήτής."

   Ο Ράιαν στέλνει αμέσως τους φρουρούς να ετοιμάζσουν το στρατό και να έρθουν στη λίμνη.

<<Να την προσέχεις μέχρι να τελειώσει η μαχη.>> Λέει στον Άλεξ και βγαίνει στη βροχή.

   Ο Άλεξ χαμογελάει. Είναι έτοιμος να φύγει από εδώ.Κι εγώ χαίρομαι, όμως δεν είναι όλα όπως ακριβώς τα περίμενα.Αρχικά, νόμιζα πως θα ερχόταν μαζί μας και ο Ήθαν.Δεν θέλω να τον αφήσω πίσω.Δεν μπορεί να εντάχθηκε στους Μίν εκούσια.Δεύτερον , δεν είχα σκεφτεί ότι θα κυνηγούσα την ελευθερία περιμένοντας την ίδια στιγμή να πεθάνω.Είναι ειρωνικό και αν δεν είχε εμφανιστεί το όραμα με την μητέρα μου, τώρα θα ήμουν καλά και θα έτρεχα όπως και πριν.Δεν θέλω να πεθάνω.Θέλω να σώσω τον κόσμο.Να τον καθαρίσω από τα ζόμπι και να τον δω όπως ήταν παλιά.

   Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν συντρίμια παντού.Υπέροχες πολυκατοικίες έχουν διαλυθεί, φανταστικοί κήποι έχουν καεί και τα νερά είναι μολυσμένα και γεμάτα με αίμα ανθρώπων και ζωντανών - νεκρών.Δεν υπάρχει τίποτα καλό, τίποτα όμορφο.Κανένα πολύχρωμο λουλούδι δεν φωτίζει τους δρόμους, γιατί δεν υπάρχουν δρόμοι.Όλοι περπατάμε χαμένοι σε μια αχανή έκταση από την οποία δεν ξέρουμε τί να περιμένουμε.Θα χαθούμε.Κι εμείς και οι επόμενοι, αν υπάρξουν επόμενοι.

<<Δάμαρις!>> Φωνάζει ο Άλεξ και με σκουντάει.

<<Τί;>> Τον ρωτάω ξαφνιασμένη.

<<Θα σε έπαιρνε ο ύπνος.Σε παρακαλώ, μην κοιμηθείς τώρα.>> Μου απαντάει ανασταντωμένος.

   Εγώ κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου και πλησιάζω με δυσκολία στην πόρτα της σκηνής.Μόλις την ανοίγω ένα βέλος πετάγεται και καρφώνεται ακριβώς δίπλα μου.Ο πόλεμος έχει αρχίσει.Σύντομα θα υπάρξουν απώλειες και πρέπει να φροντίσουμε να μην ανήκουμε σε αυτές.

<<Πρέπει να φύγουμε.>> Λέω στον Άλεξ.

   Εκείνος κοιτάζει το πόδι μου χωρίς να λέει τίποτα.

<<Θα τα καταφέρω.>> Του λέω με σιγουριά και σκουπίζω τον ιδρώτα από το μέτωπό μου με μια πετσέτα που ήταν πάνω στο ξύλινο τραπεζάκι.

<<Όχι, δεν θα τα καταφέρεις.>> Λέει ο Ισιήλ.

   Γυρίζω απότομα και τον κοιτλαζω με γουρλωμένα μάτια.

<<Χρειάζεσαι βοήθεια.>> Μου λέει και κλείνει καλά την πόρτα της σκηνής.

<<Δεν θέλω την βοήθειά σου.>> Του λέω και απομακρύνομαι από αυτόν.

   Ο Άλεξ μας κοιτάζει γεμάτος απορία.Είναι λογικό το να μην ξέρει τίποτα για τον Ισιήλ και να μην μπορεί να φανταστεί πώς αυτός εμφανίστηκε.

<<Άκουσα τις σκέψεις σου.>> Λέει καθώς παραμένει ακίνητος απέναντι από τον Άλεξ. <<Αν θες πραγματικά να βοηθήσεις τον κόσμο, άφησέ με να σε θεραπεύσω.>>
 
   Εγώ δεν απαντάω.Τον κοιτάζω με βλέμμα άδεια και σκέφτομαι την πρότασή του.

<<Δεν μπορείς να την θεραπεύσεις.>> Λέει ο Άλεξ. <<Δεν έχει βρεθεί η θεραπεια για τον ιό των ζόμπι.>>

<<Είναι άγγελος! Μπορώ να θεραπεύσω τα πάντα στο σωστό στάδιο!>> Απαντάει ωμά ο Ισιήλ.

<<Τί εννοείς "στο σωστό στάδιο">>; Τον ρωτάω αμέσως, χωρίς να αφήσω περιθώριο στον Άλεξ να ζητήσει εξηγήσεις και γενικότερα περισσότερες πληροφορίες για την ύπαρξη αγγέλων.

<<Ένας άγγελος μπορεί να θεραπεύσει το δάγκωμα ενός ζωντανού - νεκρού όταν είναι σε αρχικό στάδιο.Δεν μπορούσα να θεραπεύσω τον αδερφό σου επειδή ο ιός είχε καταλάβει ήδη το μεγαλύτερο μέρος του σώματός του.>> Μου απαντάει ο Ισιήλ. <<Θα με αφήσεις να σε βοηθήσω;>> Με ρωτάει στο τέλος και απλώνει το χέρι του προς το μέρος μου.

   Εγώ πιάνω το χέρι του και τον πλησιάζω.Κάθομαι στην ξύλινη καρέκλα και απλώνω το πόδι μου πάνω προς το μέρος του Ισιήλ.

<<Ενδέχεται να πονέσει αρκετά.>> Μου λέει και με κοιτάζει στα μάτια.

<<Κάν' το!>> Του λέω αποφασισμένη και σφίγγω με δύναμη τις γροθιές μου.

   Ο Άλεξ παρακολουθεί συγκλονισμένος.Στέκεται δίπλα μου σα να είναι χαμένο κουτάβι και έχει καρφώσει τα μάτια του στις αργές και σταθερές κινήσεις του Ισιήλ.Ο άγγελος απλώνει τα χέρια του με ανοιχτές τις παλάμες του προς το πόδι μου.Λέει κάποια λόγια και αμέσως ξεκινάει να θεραπεύει την πληγή.

   Το αίμα εξαφανίζεται μαζί με την άσπρη λάμψη που εκπέμπει ο Ισιήλ και το μοβ χρώμα έχει σβηστεί.Ο πόνος ήταν αβάσταχτος όμως δεν μου φάνηκε χειρότερος από τον θάνατο σε ένα τόσο απαίσιο μέρος.

   Μόλις συνειδητοποιώ ότι το δάγκωμα έχει εξαφανιστεί, σηκώνομαι από την καρέκλα και αρπάζω το σακίδιό μου.

<<Δάμαρις!>> Φωνάζει ο Ισιήλ, καθώς εγώ και ο Άλεξ βγένουμε από την τρύπα που είχε ανοίξει το αγόρι στο πίσω μέρος της σκηνής.

   Γυρίζω και τον κοιτάζω περιμένοντας να ακούσω αυτό που έχει να πει.

<<Ο αδερφός σου θα ήταν περήφανος για εσένα.>>

   Τα μάτια μου γεμίζουν με δάκρυα, τα οποία όμως θεωρώ πως είναι καλύτερα να συγκρατήσω.Δεν είναι ώρα για ευαισθησίες.Πρέπει να φύγουμε από αυτό το μέρος και να πάρουμε μαζί μας και τον Ήθαν.

<<Ευχαριστώ.>> Απαντάω στον Ισιήλ. << Θα έρθεις μαζί μας;>>

   Ο άγγελος γνέφει καταφατικά και μας πλησιάζει με γρήγορα μεγάλα βήματα.

   Μόλις βγένουμε εξώ από τη σκηνή βλέπουμε το χώμα να είναι σκεπασμένο από πτώματα και βαμμένο με κόκκινο χρώμα.Η βροχή και ο αέρας θα μας δυσκολέψουν αρκετά στο ταξίδι μας, όμως εγώ και ο Ήθαν έχουμε κάνει άπειρα τέτοια ταξίδια από τη μέρα που φύγαμε από το Μέιλον Σίτυ.

<<Πρέπει να βρούμε τον Ήθαν!>> Φωνάζω για να με ακούσουν οι δύο άντρες.

    Ο Ισιήλ στέκεται ακίνητος κοιτάζοντας τις δύο αντίπαλες παρατάξεις, ενώ εγώ και ο Άλεξ κρυβόμαστε πίσω από την σκηνή.Περνούν πέντε λεπτά και ο Ισιήλ μας πλησιάζει.

<<Είναι πάνω στη γέφυρα.>> Λέει και μας τον δείχνει καθώς τρέχει πάνω στα αμάξια.

<<Τί κάνει εκεί;>> Λέω ξαφνιασμένη και φοβισμένη.

<<Θα παω να τον σταματήσω και θα σας περιμένουμε στην άλλη πλευρά της γέφυρας.>> Μου λέει ο Ισιήλ και εξαφανίζεται.

   Εγώ στρέφω το βλέμμα μου προς τον Άλεξ.Δεν έχει μιλήσει σχεδόν καθόλου όλη αυτήν την ώρα και συνεχίζει να είναι ξαφνιασμένος και συγκλονισμένος και την ύπαρξη αγγέλων.Προφανώς δεν έχει ξαναβιώσει ποτέ κάποια παρόμοια εμπειρία, οπότε θα πρέπει να τον καθοδηγήσω σωστά.

<<Έτοιμος;>> Τον ρωτάω.

<<'Ετοιμος!>> Μου απαντάει.

    Τα δύο αδέρφια μάχονται με μανία για την λίμνη και οι στρατιώτες τους δεν πρόκειται να παρακούσουν τις οδηγίες τους.Παρ' όλα αυτά, θεωρώ πως είναι καλύτερο το να κινηθούμε κρυφά και έξυπνα.Δεν μπορούμε να ανακατευτούμε στο πλήθος γιατί σίγουρα θα σκοτωθούμε, οπότε θα μπούμε στη λίμνη και θα κολυμπησουμε μέχρι να απομακρυνθούμε αρκετά από το σημείο της μάχης.

    Μόλις λέω το σχέδιο στον Άλεξ, με κοιτάζει σαν να είμαι τρελή.

<<Και τα ζόμπι;>> Με ρωτάει τρομοκρατημένος.

<<Θα έχουμε μαχαίρια και αν συναντήσουμε κανένα μέσα στη λίμνη θα το χτυπήσουμε στο κεφάλι.>> Του απαντάω και περιμένω να δω την αντίδρασή του.

   Το αγόρι γνέφει καταφατικά και περιμένει μέχρι να βρούμε την κατάλληλη στιγμή, να τρέξουμε πίσω από τον στρατό των Έσκ και να βουτήξουμε στην λίμνη.Όταν λοιπόν βρίσκουμε αυτή τη στιγμή, αρχίζουμε να τρέχουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε και πέφτουμε μέσα στο νερό, χωρίς καμία άλλη σκέψη.Παραμένουμε κάτω από το νερό για λίγα δευτερόλεπτα κι έπειτα βγάζουμε τα πρόσωπά μας στην επιφάνεια.Εκπνέουμε και βιαστικά, ώστε να μην εμφανιστεί κανένα ζόμπι, εισπνέουμε αέρα και ξεκινάμε να κολυμπάμε προς τη μεριά των Μιν.Ευτυχώς, η απόσταση δεν είναι μεγάλη, οπότε σταματάμε μια ακόμα φορά για να πάρουμε καθαρό αέρα και συνεχίζουμε να κολυμπάμε.Μόλις προσπερνάμε τον στρατό των Μίν, βγαίνουμε γρήγορα από την λίμνη και τρέχουμε να κρυφτούμε μέσα στο δάσος.

   Έχουμε συνεχώς τα μαχαίρια στα χέρια μας και περιμένουμε πάντα για το χειρότερο.Μέσα στο νερό δεν συναντήσαμε κανένα ζόμπι και αυτό μας φάνηκε παράξενο.Ίσως να έχουν μείνει αυτά που κινούνται ανά ομάδες και να περπατούν μέσα στο δάσος.

    Εγώ περπατάω μπροστά και ο Άλεξ με ακολουθεί κάνοντας ησυχία.Κινούμαστε συνεχώς προς την δυτική πλευρά της γέφυρας.Πρέπει να βιαστούμε περισσότερο όμως, γιατί όσο βραδιάζει, είναι πιο πιθανό να συναντησουμε ζόμπι.

    Κάποια στιγμή, ο Άλεξ σταματάει να περπατάει και κοιτάζει πίσω του.

<<Τί συμβαίνει;>> Τον ρωτάω.

<<Κάτι ακούγεται.>> Μου απαντάει και αρχίζει να ψάχνει με τα μάτια του ένω το σκοτάδι έχει ξεκινήσει να απλώνεται επικύνδινα.

    Περιμένουμε πέντα λεπτά και αφού δεν βλέπουμε τιποτα, κάνω νόημα στον Άλεξ να συνεχίσουμε.Εκείνος ρίχνει μια τελευταία ματιά ανάμεσα στα δέντρα κι έπειτα ξεκινά να περπατά.

<<Πάλι το ακούω!>> Λέει καθώς ακολουθεί τα βήματά μου και λίγο αργότερα μια τεράστια ομάδα ζόμπι ξεπροβάλλει από την ανατολική μεριά του δάσους.

<<Δάμαρις!>> Φωνάζει τρομαγμένος ο Άλεξ και τα ζόμπι αρχίζουν να κινούνται προς το μέρος μας.

<<Τρέξε!>> Του λέω αμέσως κι εκείνος συνέχιζει να με ακολουθά τρέχοντας.

"Δάμαρις..."

<<Όχι τώρα!>> Λέω αναστατωμένη. 

"Δεν μπορείς να ξεγελάσεις τον θάνατο..."

    Τα ζόμπι συνεχίζουν να μας ακολουθούν.Πρέπει να κάνουμε κάτι, αλλιώς θα μας πιάσουν.Η απόσταση που πρέπει να διανύσουμε ακόμα είναι αρκετά μεγάλη κι εμείς έχουμε ήδη αρχίσει να κουραζόμαστε.

"'Εχει έρθει η ώρα σου..."

<<Άλεξ, προσπάθησε να βρεις ένα δεντρό στο οποίο μπορούμε να σκαρφαλώσουμε!>> Φωνάζω και αρχίζω να ψάχνω κι εγώ με τα μάτια μου.

"Όσο κι αν προσπαθείς να μας αγνοείς, δεν θα τα καταφέρεις... Είμαστε μέσα στο μυαλό σου..."

     Ξαφνικά σταματάω να τρέχω και γυρίζω προς τα ζόμπι.Κάνω νόημα στον Άλεξ να σταθεί πίσω μου κι εκείνος αρχίζοντας να με αποκαλεί "τρελή", προσπαθεί να με μεταπείσει και να με κάνει να συνεχίσω να τρέχω.

"Έρχεται το τέλος..."

<<Όχι!>> Λέω και κλείνω τα μάτια μου.

    Στη συνέχεια ουρλιάζω.Ουρλιάζω δυνατά.Το έδαφος σίεται, τα δέντρα τρέμουν και τα πουλιά αρχίζουν να πετούν μακριά.Τα κεφάλια από τα ζόμπι σκάνε και το αίμα τους πλυμμηρίζει το μέρος του δάσους που βρισκόμαστε.

   Λίγο αργότερα, ο Ισιήλ εμφανίζεται.Πιάνει εμένα και τον Άλεξ από τα χέρια μας και μας λέει να κλείσουμε τα μάτια μας.Εμείς το κάνουμε και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα βρισκόμαστε στην δυτικά μεριά της γέφυρας.Ο Άλεξ αμέσως μόλις ανοίγει τα μάτια του τρέχει σε μια άκρη και αρχίζει να κάνει εμετό.Εγώ κοιτάζω το μέρος.Εδώ τα σπίτια και οι πολυκατοικίες δεν είναι ισοπεδωμένα, αλλά καταστροφές υπάρχουν.Όλα μοιάζουν εγκαταλελλημένα.Ορισμένα βρώμικα ρούχα είναι πεταμένα στον δρόμο.Το πιο παράξενο απ' όλα όμως είναι το γεγονός πως δεν υπάρχουν πτώματα.

<<Τί στο καλό ήταν αυτό;>> Με ρωτάει ο Άλεξ αφού σκουπίζει το στόμα του με την πετσέτα που είχε στο σακίδιό του.

<<Είμαι μπάνσι.>> Του απαντάω και στρέφω το βλέμμα μου προς τον Ισιήλ.

<<Έπρεπε να μου το είχες πει από την αρχή!>> Λέει ο Άλεξ.

<<Δεν χρειάζεται να με ευχαριστείς που σε έσωσα!>> Λέω ωμά και στη συνέχεια ρωτάω τον Ισιήλ πού είναι ο Ήθαν.

   Ο άγγελος μας δείχνει μια πολυκατοικία της οποίας το εισόγειο και δύο - τρεις όροφοι ήταν σε καλή κατάσταση.Ο Ήθαν βρίσκεται εκεί.Κι εκεί θα μείνουμε μέχρι να καταστρώσουμε ένα καλό σχέδιο.

  


 


 

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Feb 19, 2017 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

My love storyWhere stories live. Discover now