κεφάλαιο 4

442 22 7
                                    

Προχωράω προς την κουζίνα όπου οι γονείς μου τρώνε το πρωινό τους, <<Καλημέρα>> τραβάω μια καρέκλα στο μικρό στρογγυλό τραπεζάκι και κάθομαι. <<Καλημέρα Νάντια>> ο πατέρας μου αφήνει την εφημερίδα δίπλα του ενώ η Νίνα μου σερβίρει καφέ και δυο αναλγητικά με νερό. Τα πίνω και ξεκινάω να τρώω από το πρωινό μου <<Σήμερα θα έρθεις μαζί μου στο γραφείο έχω μια υπόθεση που θέλω να συζητήσουμε μαζί>> κοιτάζω τον πατέρα μου καθώς πίνω από την κούπα μου. <<Έχεις αντίρρηση Νάντια;>> ρωτάει κοφτά και ξέρω πως δεν με παίρνει να διαφωνήσω μαζί του, ήδη είχα κάνει αρκετά παραπτώματα σε μια μέρα. Τουλάχιστον σε λίγες μέρες θα επέστρεφα στο Βανκούβερ και θα μπορούσα να είμαι ελεύθερη ξανά. <<Όχι καμία, σε μισή ώρα θα είμαι έτοιμη>> σηκώνομαι από το τραπέζι και πηγαίνω να ντυθώ. 

Μια ώρα αργότερα περνάμε την είσοδο όπου βρίσκονται τα γραφεία του πατέρα μου. <<Καλημέρα σας κύριε Κρούζ>> μια μελαχρινή κοπέλα που στέκετε στην υποδοχή μας υποδέχεται ενώ προχωράμε προς το ασανσέρ για να ανεβούμε στον επάνω όροφο. Κοιτάζω γύρω μου τους υπαλλήλους και χαίρομαι που επέλεξα ένα μαύρο μίντι φόρεμα με ελάχιστη διαφάνεια στο στήθος και μακριά μανίκια. Είναι αρκετό κομψό και μαζί με τις γόβες μου δημιουργούν το τέλειο λουκ για το γραφείο. 

<<Θέλω να βάλεις τα δυνατά σου Νάντια σε αυτή την υπόθεση, άλλωστε σε λίγους μήνες θα είσαι επίσημο μέλος του γραφείου μας. Θέλω ο πελάτης μας, να μείνει ευχαριστημένος έτσι κι αλλιώς, είναι εύκολη υπόθεση και θα σε βοηθήσω και εγώ, εάν κάπου δυσκολευτείς>> κοιτάζω τον πατέρα μου και χαμογελάω ελάχιστα. Το να ασχοληθώ με τον χώρο της νομικής ήταν το όνειρο μου και τώρα που έφτανα κοντά να το υλοποιήσω αγχωνόμουν μη τυχόν και τα κάνω μαντάρα. 

Προχωράμε προς το γραφείο του και παίρνω βαθιές ανάσες. Έλα Νάντια μπορείς να το κάνεις, τόσα χρόνια αυτό σπούδαζες, μπορείς να τα καταφέρεις. Όχι δεν μπορώ...

Τα μάτια μου πέφτουν πάνω στον άντρα που μας περιμένει καθισμένος στον μαύρο καναπέ, ο Αλεξάντερ Έμερσον, αυτός είναι ο πελάτης μας. Ωραία. Με κοιτάζει εξεταστικά καθώς ακολουθώ τον πατέρα μου, αφήνω την τσάντα μου σε μια άδεια καρέκλα απέναντι από το γραφείο του, προσπαθώντας να παραμείνω ψύχραιμη. <<Καλημέρα>> ο πατέρας μου χαιρετάει τον φίλο του και σηκώνει το τηλέφωνο στο γραφείο του <<Κέιτ φέρε μου τον καφέ>> ο τόνος του είναι κοφτός καθώς μιλάει στην γραμματέα του. 

No LimitsWhere stories live. Discover now