κεφάλαιο 23

367 20 14
                                    

Κλείνω την βαλίτσα μου με ένα αναστεναγμό, αυτές τις τρείς μέρες - απ' όταν μου είπε ο Γουίλ να φύγουμε για το σαββατοκύριακο, σκέφτηκα πολλές φορές να το ακυρώσω, αλλά την τελευταία στιγμή δίσταζα. Έλα Νάντια, μια ψυχή που είναι να βγει ας βγει, όλα θα πάνε καλά. Φοράω το παλτό μου πάνω από ψηλόμεσο τζιν παντελόνι και την μακρυμάνικη μπεζ μπλούζα μου και προχωράω προς το σαλόνι με την βαλίτσα μου. 

Οι γονείς μου πίνουν τον απογευματινό τους καφέ καθισμένοι στον καναπέ απολαμβάνοντας την θέα. <<Νάντια>> ο πατέρας μου σηκώνει το κεφάλι του προς το μέρος μου καθώς μπαίνω μέσα στον χώρο, <<Φεύγω...>> απαντάω σιγανά και η μητέρα μου έρχεται κοντά μου, με ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη της. <<Να περάσεις καλά αγάπη μου, και μη μάθω ότι δημιούργησες φασαρίες>> λέει κοφτά και αναστενάζω αγανακτισμένη <<Ξέρεις δεν δημιουργώ μόνο εγώ τα προβλήματα>> σχολιάζω και στενεύει τα μάτια της. <<Νάντια μίλησα>> με επιπλήττει, αλλά δεν της δίνω άλλη σημασία καθώς απομακρύνομαι από κοντά της για να βγω προς τον εξωτερικό χώρο του σπιτιού.  

Ο Γουίλ στέκετε μπροστά στο αμάξι φορώντας μαύρο τζιν, κοντομάνικο t- shirt  και ένα δερμάτινο μπουφάν όλα στην ίδια απόχρωση ενώ στα χέρια του κρατάει ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. <<Προσπαθείς να με εντυπωσιάσεις;>> χαμογελάει απαλά και μου το δίνει <<Τα καταφέρνω;>> τον κοιτάζω χωρίς να απαντήσω στην ερώτηση του, ανοίγει την πόρτα και παραμερίζει για να μπω μέσα. Κάθομαι αναπαυτικά στο δερμάτινο καφέ κάθισμα και τον βλέπω να βάζει την βαλίτσα μου στο πορτ μπαγκάζ και έπειτα μπαίνει στη θέση του οδηγού ξεκινώντας με κατεύθυνση προς στην I-5 N για το Σιάτλ. 

Η τρίωρη διαδρομή μας πέρασε αρκετά ήρεμη, ο Γουίλ με ρώτησε πως νοιώθω που ξεκίνησα και επίσημα δουλειά σαν δικηγόρος και ήθελε να μάθει όσο περισσότερα μπορούσε για την ζωή μου. Το ίδιο έκανα όμως και εγώ, ο Γουίλ έχει αρκετές επιχειρήσεις και στο Σιάτλ,  αλλά και στην Ευρώπη για τον λόγο αυτό ταξιδεύει αρκετά.  Περνάμε την υπόγεια σήραγγα που ενώνει το Σιάτλ με το  Μέρσερ Άιλαντ όπου και βρίσκετε το σπίτι του. Ευτυχώς η πόλη του Σιάτλ απέχει μόλις δέκα λεπτά από εδώ, οπότε δεν θα υπάρχει πρόβλημα στις μετακινήσεις μας. 

Ο Γουίλ περνάει την σιδερένια είσοδο και μένω έκπληκτη με το θέαμα, κατεβαίνω και κοιτάζω γύρω μου, καθώς ένας τεράστιος διάδρομος απλώνετε μπροστά μου μέχρι την γυάλινη κύρια είσοδο του σπιτιού. Μια γυναίκα συνοδευόμενη από ένα άντρα βγαίνουν από το εσωτερικό, <<Πάμε>> ο Γουίλ μου κάνει νόημα να προχωρήσω, <<Καλώς ήρθατε κύριε>> λέει ο μεσήλικας άνδρας, ο Γουίλ του πετάει τα κλειδιά προς το μέρος του και τον βλέπω να δυσκολεύεται ελάχιστα για να τα πιάσει, αλλά εν τέλη τα καταφέρνει. 

No LimitsWhere stories live. Discover now