κεφάλαιο 40

363 19 7
                                    

<<Νάντια>> η πόρτα του δωματίου μου ανοίγει και βλέπω την φίλη μου να μπαίνει μέσα, μια βδομάδα τώρα δεν είχα βγει από εδώ, με το ζόρι έτρωγα ότι έφερνε η Νίνα. Ο Άλεξ με έπαιρνε τουλάχιστον δέκα φορές την ημέρα στο κινητό μου - μόνο που εγώ δεν απαντούσα σε καμία του κλήση. Ήταν ήδη αρκετά δύσκολο για εμένα δεν χρειαζόταν να κάνουμε ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Ο Γουίλ μου είχε αναφέρει μερικές φορές σε πόσο άσχημη κατάσταση ήταν όλες αυτές της ημέρες ο αδελφός του αλλά δεν ήθελα να το ακούω.

Πονούσα τόσο πολύ, όλος ο κόσμος μου είχε γκρεμιστεί και δεν μπορούσε να με βοηθήσει κανένας. Είναι τόσο άδικο αυτό που συμβαίνει, εγώ αναγκάζομαι να παντρευτώ έναν άντρα που δεν αγαπώ, ενώ ο Γουίλ πρέπει να βλέπει την γυναίκα που τόσο θέλει στο πλάι του αδελφού του. Το χειρότερο όμως είναι πως είχα ιδέα για πιο λόγο τα έκαναν όλα αυτά οι γονείς μου, γιατί με καταδίκαζαν να είμαι μια ζωή δυστυχισμένη.

Βλέπω την Μία να έρχεται προς το μέρος μου και κάθετε πάνω στο κρεβάτι, απλώνει τα χέρια της και με αγκαλιάζει σφιχτά. <<Όλα τελείωσαν Μια...>> τα δάκρυα μου πλέον έχουν στερέψει και δεν έχει μείνει τίποτα από τον παλιό μου εαυτό. <<Σε παρακαλώ Νάντια θα δεις όλα θα πάνε καλά, σε παρακαλώ ηρέμησε>> την κοιτάζω και αναστενάζω, μακάρι να ήμουν τόσο αισιόδοξη όσο αυτή. <<Δεν το πιστεύω πλέον, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, εγώ θα παντρευτώ τον Γουίλ και θα μας αναγκάσουν να φύγουμε στην Αγγλία και ο Άλεξ θα μείνει με την Βίβιαν τέλος>>. Είχα αποδεχτεί την μοίρα μου πλέον.

<<Δεν το πιστεύω αυτό, ο Άλεξ δεν θα το αφήσει έτσι Νάντια, σε αγαπάει, θα παλέψει για εσάς και ο Γουίλ το ίδιο. Δεν μπορεί να σας αναγκάζουν κάτω από απειλές να κάνετε έναν γάμο που δεν θέλετε>>. Όσο και να θέλω να ελπίζω μου είναι αδύνατον πλέον, <<Και τι μπορεί να κάνει Μια; δεν θα τον αφήσω να δώσει πέντε εκατομμύρια για εμένα, αλλά ακόμα και αν το έκανε οι δικοί μου δεν θα μας άφηναν να ήμασταν ποτέ μαζί και δεν καταλαβαίνω τον γαμημένο λόγο, τι πρόβλημα έχουν μαζί του. Ο Γουίλ δεν μιλάει όσο και να τον πίεσα, μου είπε ότι δεν γνωρίζει τον λόγο που ο πατέρας μου δεν θέλει να είμαι μαζί με τον Άλεξ. Το μόνο που μου είπε, είναι ότι ο Άλεξ τον έβαλε να με ζητήσει από τους δικούς μου, καθώς φοβόταν πως αργά ή γρήγορα θα έβρισκαν κάποιον άλλον πρόθυμο γαμπρό για εμένα και δεν ήθελε με περιτριγυρίζει κανείς...>>.

Η Μια αναστενάζει και πιάνει το χέρι μου σφιχτά <<Δεν ξέρω τι να σου πω για να σε παρηγορήσω, όμως η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία και ο Άλεξ δεν είναι από τους άντρες που το βάζουν κάτω, ειδικά μαζί σου>> θέλω τόσο πολύ να πιστέψω έστω τα μισά απ' όσα λέει η φίλη μου, αλλά δεν θέλω να έχω φλούδες ελπίδες, το βράδυ θα τελείωναν όλα... σε λίγες ώρες από τώρα θα είμαι παντρεμένη με τον Γουίλ...

No LimitsWhere stories live. Discover now